Δρομολόγια: Πρώτη φορά θετικός

Από το πουθενά, δύο γραμμές σε ένα self test κηρύσσουν την έναρξη μιας καραντίνας, η οποία κύλησε εύκολα με μαγειρέματα, τηλεφωνικές αφιερώσεις και ρίψεις «ιπτάμενων» αντικειμένων σε μια αθηναϊκή αυλή.

2' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Το κάστρο έπεσε», λέω στη μάνα μου. Της παίρνει μερικά δευτερόλεπτα για να καταλάβει τι ακριβώς εννοώ. Οι λέξεις που ξεστομίζω με μπουκωμένη μύτη στο ακουστικό της την κάνουν να αναφωνήσει ένα «ωχ». Της λέω να μην ανησυχεί και πως «ήταν θέμα χρόνου να κολλήσω». Να πω την αλήθεια, το ρίγος της προηγούμενης μέρας, όταν το θερμόμετρο έδειχνε 22 βαθμούς, με ανησύχησε όσο η θέα της δεύτερης γραμμής που αχνοφαινόταν στο self test. «Ε, βέβαια, τι τα ήθελες τα ταξίδια σε χώρες όπου κανείς δεν φοράει μάσκα;» φέρνει στη συζήτηση το ηθικό δίδαγμα. Προσπαθώ να φανταστώ την κατάσταση στο μετρό της Αθήνας και στα λεωφορεία της Θεσσαλονίκης χωρίς μάσκα μέσα στον καύσωνα. Πέφτω και κοιμάμαι. 

Aπό τα μπαλκόνια των γυρω πολυκατοικιών, προσγειώνονται στην αυλή «ιπτάμενοι αρουραίοι» που αφήνουν το… δωράκι τους, κάλτσες, βιβλία και κοντάρια σκούπας. Θα σκάσουν με κρότο στο περβάζι ή στην τέντα και θα τρομοκρατήσουν όσο χρειάζεται. Το τελευταίο πράγμα που προσγειώθηκε μεσημεριάτικα ήταν ένα εγχειρίδιο, γραμμένο εν Αθήναις το 1967. Έγραφε για τρόπους χαιρετισμού στην καθαρεύουσα. Το εξώφυλλό του είχε λέξεις όπως «στοές», «αρχαίος», «τελειοποίηση». Άραγε, τι να βρίσκεται πίσω από την ξαφνική προσγείωση ενός τέτοιου βιβλίου, μέρα μεσημέρι, στο κέντρο της Αθήνας; Ποιος πετάει τα πράγματά του από δω κι από κει; Και στην τελική, ποιος άπλωσε τα ρούχα στην ταράτσα; Ε; Η καλύτερη συντροφιά σε μια κουραστική καραντίνα ονομάζεται Ιούλιος Βερν. Είναι κάπως άβολο να τον διαβάζεις για πρώτη φορά όταν είσαι είκοσι πέντε, αλλά συνάμα κι ένα ταξίδι στον κόσμο της φαντασίας. Μέχρι στιγμής, η δημοσιογραφική γραφή του Βερν στο Είκοσι χιλιάδες λεύγες κάτω από τη θάλασσα έχει γεμίσει με σημειώσεις. 

Κάθε βράδυ που το ζάπινγκ περνάει σχιστά τα ριάλιτι μαγειρικής, το μάτι παίρνει το ερέθισμα και δίνει σήμα στην κοιλιά που γουργουρίζει. Βουρ στην κουζίνα! Τα φασολάκια ξεπαγώνουν μέσα στην κατσαρόλα. Σοτάρονται, μαλακώνουν και δίνουν το κουμάντο στη σάλτσα ντομάτας. Λίγη ζάχαρη, μη και βγει ξινό, και λίγο νερό, μέχρι να απορροφηθούν από τα λαχανικά. Ποια είναι η ετυμηγορία; Πως οι μαμάδες, οι γιαγιάδες και οι σεφ του YouTube τα φτιάχνουν όλα καλύτερα. Αδελφικό τηλεφώνημα στις δωδεκάμισι το βράδυ. Το σηκώνεις. Αντί για χαιρετισμό, ακούς την Ελεωνόρα Ζουγανέλη να τραγουδάει σε κάποια σκηνή της Θεσσαλονίκης. Η φασαρία αλλοιώνει την ποιότητα της κλήσης, αλλά αισθάνεσαι πως έχεις εκτελέσει αυτοστιγμεί το δρομολόγιο Ομόνοια-Σφαγεία, για να βρίσκεσαι στην έναρξη μιας συναυλίας που θα τελειώσει κοντά στις τέσσερις. «Πέταξα/ χαμένα μεροκάματα/ ζωή σ’ είδα κατάματα/ και στ’ άγρια χαράματα…» Παύση για το ξέσπασμα της φωνής και της ορχήστρας: «…έσβησα τα παλιά». Για την ώρα, σβήνουν μόνο τα φώτα. Το χαμόγελο παραμένει.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT