Νέα Γενιά: Νίκος Κουκάρας

Ο 24χρονος ζαχαροπλάστης μεγάλωσε σε μια κωμόπολη 4000 κατοίκων και ήρθε στην Αθήνα προσπαθώντας να προλάβει να τα ζήσει όλα.

2' 29" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δεν είναι ότι δεν ξεχνιέται και αυτός. Έχει τύχει να βρίσκεται με την παρέα του και, από μία στιγμή και μετά, να καταλήγουν όλοι με τα κινητά στα χέρια. Αν και ο ίδιος έχει ένα «σχετικά καλό Instagram», πιο πολύ θέλει να το χρησιμοποιεί ως εργαλείο για τη δουλειά του. «Καμιά φορά ανεβάζω δικές μου φωτογραφίες και μπορεί να πάρουν περισσότερα likes από τα γλυκά που ποστάρω. Εμένα αυτό με στενoχωρεί!» λέει ο 24χρονος ζαχαροπλάστης Νίκος Κουκάρας. Σήμερα το μέρος όπου νιώθει πιο χαρούμενος είναι το εργαστήριο του ζαχαροπλαστείου Φίλινγκ στο Παγκράτι, με τους πάγκους γεμάτους κρουασάν, ρολάκια, Saint Honoré και τάρτες. Πριν από δύο χρόνια άφηνε τη Λεπτοκαρυά Πιερίας για την Αθήνα, κυριολεκτικά με μια βαλίτσα.

Μεγαλώνοντας θυμάται τη μητέρα του να φτιάχνει συνέχεια γλυκά – «όχι κάτι εξεζητημένο, αλλά πάντα θα υπήρχε γλυκό στο σπίτι». Οι αναμνήσεις του από τη Γερμανία, όπου έζησε τα πρώτα του οκτώ χρόνια, έχουν και αυτές ωραία ψωμιά και πρέτσελ. Έτσι, ξεκίνησε από μικρός να βλέπει συνταγές online και να δοκιμάζει πράγματα: «Έψαχνα υλικά. Προσπαθούσα μέχρι και κρουασάν να φτιάξω στο σπίτι. Η μάνα μου φώναζε γιατί την είχα τρελάνει με τα ζυμάρια και τα αλεύρια παντού». Όταν σπούδασε ζαχαροπλαστική στη Λάρισα, ζητούσε εκτός μαθημάτων τα κλειδιά του εργαστηρίου για να κάνει δοκιμές. Και θυμάται εκείνη τη φορά, ανήμερα του Αγίου Βαλεντίνου, όταν πριν από το ραντεβού του με την τότε κοπέλα του μπήκε στο εργαστήριο και ξεκίνησε να πειραματίζεται. Όχι, δεν έφτασε στο ραντεβού με χειροποίητη σοκολατένια καρδιά. «Ξεχάστηκα και δεν πήγα ποτέ στο ραντεβού, έχανα την αίσθηση του χρόνου όταν έμπαινα στο εργαστήριο», λέει με κάποια συστολή. Από τότε μέχρι σήμερα τα ράφια της βιβλιοθήκης του βαραίνουν με βιβλία ζαχαροπλαστικής: «Εγώ, που στο σχολείο δεν ήθελα ούτε να τα βλέπω!». 

Ο ερχομός του στην Αθήνα είχε διάφορες «γεύσεις». Έφτασε με λίγα ρούχα, μπόλικα βιογραφικά και όχι πολλά περισσότερα. Έμενε σε φίλους, σε χόστελ, σε Airbnb με άλλα τρία τέσσερα άτομα. Και ήθελε να τα προλάβει όλα: τις συνεντεύξεις, τα βραχάκια στην Ακρόπολη, τις εξορμήσεις για δοκιμές στα ζαχαροπλαστεία που μέχρι τότε θαύμαζε από μακριά. Από την άλλη, υπήρχαν μέρες που δεν έμεναν χρήματα για φαγητό. «Η Αθήνα με άγχωσε και ακόμα με αγχώνει. Οι τιμές των ενοικίων, που σε κάνουν να χρειάζεσαι δύο δουλειές για να τα βγάλεις πέρα. Και η κίνηση, ένα μόνιμο άγχος μην αργήσεις. Όποτε επιστρέφω στο χωριό, ηρεμώ. Φεύγει το άγχος, φεύγει το στρες. Αλλά έπειτα από λίγες μέρες στρεσάρομαι και πάλι λόγω της ακινησίας και σκέφτομαι πότε θα έρθω ξανά κάτω».

Όταν σκέφτεται το μέλλον, βλέπει ταξίδια. Τη Σκανδιναβία, αλλά πιο πολύ τη Γαλλία και εκείνα τα ρεαλιστικά γλυκά του Cédric Grolet, που μοιάζουν με μικρά φρούτα και μπαίνουν σε κουτιά κοσμηματοπωλείου. Όσο για το τώρα, οι μέρες γεμίζουν με εκδρομές, ραπ συναυλίες, παραστάσεις stand-up και δουλειά: «Στο επάγγελμα αυτό οι ώρες μερικές φορές είναι χάλια. Ξυπνάς στις τέσσερις, και μισή ώρα μετά πρέπει να είσαι στο μαγαζί. Να βλέπεις ψωμιά και πάστες με το που ανοίγεις τα μάτια σου. Θέλει πολλή όρεξη, αλλιώς δεν γίνεται».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT