Μαντλέν Πεϊρού: «Δεν με έπαιρναν στα σοβαρά στη δυτική Ευρώπη»

Μαντλέν Πεϊρού: «Δεν με έπαιρναν στα σοβαρά στη δυτική Ευρώπη»

Λίγες εβδομάδες πριν έρθει στην Αθήνα, η τζαζ μουσικός μιλάει στο «Κ» για την μαγεία της μουσικής του δρόμου, τον θαυμασμό του Λέοναρντ Κοέν και για το πώς η ωριμότητα είναι καμιά φορά ευλογία.

5' 54" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πολύ θα ήθελα να βρεθώ στο Παρίσι εκεί στα μέσα της δεκαετίας του ’90 και, περπατώντας στους δρόμους του Quartier Latin, να με τραβήξει ο ήχος μιας κιθάρας και η τραχιά φωνή ενός ανερχόμενου αστεριού, που έκανε τα πρώτα του βήματα στον χώρο της μουσικής. «Όταν είσαι μουσικός του δρόμου, πρέπει να πιστέψεις στη μαγεία. Μόνο αν πιστέψεις ότι ο δρόμος είναι η σκηνή, θα το πιστέψει και κάποιος άλλος μαζί σου. Θα το υποκριθείς εσύ και θα ακολουθήσουν όλοι οι άλλοι. Ο δρόμος είναι το θέατρό σου». Κάπως έτσι ξεκινάει η κουβέντα με μία από τις πιο αγαπημένες τραγουδοποιούς και ερμηνεύτριες στην Ελλάδα, τη Μαντλέν Πεϊρού, που μας επισκέπτεται σε λίγες εβδομάδες στην Αθήνα. 

Η Πεϊρού, που γίνεται 49 φέτος, γεννήθηκε στην Τζόρτζια από Αμερικανούς γονείς, μετά το διαζύγιό τους όμως η μητέρα της κι εκείνη μετακόμισαν στο Παρίσι όταν η Μαντλέν ήταν νεαρή έφηβη. Δεν το ήθελε πριν – και ποιο παιδί θα ήθελε να ξεριζωθεί πάνω που έχει φτιάξει τον κύκλο του. Και δεν της άρεσε ούτε όταν είδε την περιοχή όπου θα έμενε. Στα προάστια του Παρισιού, στο πρώτο της σπίτι, της έκανε εντύπωση που δεν υπήρχε κανένας άνθρωπος στους δρόμους, όχι όπως είχε συνηθίσει πίσω στην πατρίδα. Η μητέρα της, μάλλον για να της δώσει μια ασχολία, εφόσον η κόρη της δεν ενδιαφερόταν για το σχολείο, της έδωσε μια κιθάρα – η Πεϊρού έπαιζε μέχρι τότε το γιουκουλέλε. «Άρχισα να παίρνω παντού την κιθάρα μου και να παίζω στον δρόμο. Όχι να παίζω κάτι τρομερό. Και κάποια από τις πρώτες φορές, κάποιος έβαλε λεφτά στη θήκη της κιθάρας μου. Α, αυτό είναι ενδιαφέρον, σκέφτηκα». 

Μετά τις πρώτες αυτές εμπειρίες γύρω από τη μουσική, η Πεϊρού πήγε εσωτερική σε σχολείο στην Αγγλία, επειδή η μητέρα της έκρινε ότι θα της έδινε περισσότερη μεθοδικότητα· φοβόταν ότι θα παρατούσε τις ακαδημαϊκές της σπουδές. Επιστρέφοντας στο Παρίσι, στα δεκαπέντε της, τα πράγματα ήταν σίγουρα πιο αισιόδοξα, για τον κύριο λόγο ότι τώρα θα ζούσαν στο κέντρο της πόλης, δίπλα στη Republique. Ένα από τα πρώτα της βράδια, πήρε παραμάσχαλα την κιθάρα της και με μια φίλη της από το σχολείο βγήκαν να προκαλέσουν την τύχη τους. «Στην πλατεία της Republique, ρώτησα κάποιον πού είναι η γειτονιά όπου παίζουν όλοι οι μουσικοί. Και ένας νεαρός μού είπε “ελάτε, θα σας δείξω”». Περπάτησαν λοιπόν για πολλή ώρα, περνώντας από τις κεντρικές πλατείες του Παρισιού, για να καταλήξουν στο Quartier Latin, στην πλατεία Saint Michel, κάτω από το εμβληματικό σιντριβάνι, με τη Notre Dame να φαίνεται στο βάθος. «Κοιτούσαμε γύρω γύρω ψάχνοντας τους μουσικούς, και ένας τύπος ήρθε να μας πουλήσει χασίς». Όταν του εξήγησαν τι έψαχναν, τις έστειλε στο τέρμα του δρόμου. Οι μουσικοί που συνάντησαν, οι The Lost & Wandering Blues and Jazz Band, κατέληξαν να είναι η μπάντα της Πεϊρού δύο χρόνια μετά, με τους οποίους έπαιξε σε αμέτρητα μέρη. 

Μαντλέν Πεϊρού: «Δεν με έπαιρναν στα σοβαρά στη δυτική Ευρώπη»-1
Το Παρίσι έγινε το δεύτερο σπίτι της Μαντλέν Πεϊρού, αλλά η ίδια λέει ότι στη Γαλλία συνάντησε ανθρώπους εχθρικούς, που δεν τη βοήθησαν στην καριέρα της. 

Η Μαντλέν Πεϊρού γνώρισε μεγάλη επιτυχία με τον δίσκο της Careless Love, που μετά την επανακυκλοφορία του έρχεται να παίξει στο θέατρο του Κολλεγίου Αθηνών. Είναι ένα άλμπουμ που περιλαμβάνει διασκευές από πασίγνωστα, εκπληκτικά κομμάτια επιδραστικών δημιουργών (και ένα δικό της τραγούδι). Ήθελε σίγουρα αρκετό κουράγιο για να διασκευάσει τους ιερούς τιτάνες της μουσικής, όπως τον Λέοναρντ Κοέν, με του οποίου το κομμάτι Dance me to the end of love ξεκινάει ο δίσκος και το οποίο την καθιέρωσε στη διεθνή μουσική σκηνή. Το πιο ενδιαφέρον ανέκδοτο όμως έρχεται στην ερώτησή μου αν ο Κοέν ήξερε ότι το κομμάτι του γνώριζε τόσο μεγάλη απήχηση με τη δική της φωνή. «Είναι αστείο που με ρωτάς αυτό. Όταν ήμουν ακόμη μαθήτρια, είχα για έναν μήνα μια συμμαθήτρια στην τάξη, με την οποία γίναμε πολύ φίλες. Μόνο που δεν μου είχε πει ότι πατέρας της ήταν ο Λέοναρντ Κοέν. Όταν πολλά χρόνια αργότερα, αφού κυκλοφόρησε το κομμάτι, την πήρα τηλέφωνο, το σήκωσε ο Κοέν και μου έδωσε συγχαρητήρια για το τραγούδι. Έμεινα αποσβολωμένη· δεν μου είχε περάσει καν από το μυαλό ότι η Λόρκα ήταν η κόρη του». Έκτοτε, κάθε φορά που μιλούσε με τη φίλη της, η Λόρκα τής έλεγε πόσο τη θαυμάζει ο πατέρας της. «Μα μου το είπες την προηγούμενη φορά», της απαντούσε η Πεϊρού. «Ναι, αλλά μου το ξαναείπε», έλεγε η φίλη της. 

Η Πεϊρού δεν θέλει να έχει καμία σχέση με τη δημοσιότητα και υποστηρίζει ότι θα προτιμούσε να μην ασχολείται ο Τύπος με λεπτομέρειες που δεν έχουν αξία για κανέναν. «Έχεις αυτή την παντοδύναμη πλατφόρμα. Είσαι διάσημος. Αυτό που πρέπει να κάνεις είναι να μεταδίδεις την αγάπη». Κι όταν η Πεϊρού μιλάει για αγάπη, επιμένει για μια αγάπη που δεν περιορίζεται στην ερωτική ή σεξουαλική αγάπη, ή ακόμη τη θρησκευτική αγάπη, αλλά σε κάτι υψηλότερο. Ίσως, όπως θα έλεγε ο Κοέν, μιλάει για το Tower of song – την ικανότητα κάποιων ανθρώπων να εισχωρούν σε κάτι μεγαλύτερο από αυτούς και να το υπηρετούν, όπως το ερμηνεύω, κάτι σαν τον στίχο: «I was born like this I had no choice/ I was born with the gift of a golden voice». 

Μετά το Παρίσι, η Πεϊρού επέστρεψε στην Αμερική, και όταν ρωτώ για τη σχέση της με την Ευρώπη και με την πατρίδα της, απαντάει πως η Γαλλία ήταν εχθρική απέναντι σε μια νέα γυναίκα που προσπαθούσε να χτίσει την καριέρα της. «Δεν με έπαιρναν στα σοβαρά στη δυτική Ευρώπη. Ήταν δύσκολο να κερδίσω τον σεβασμό τους. Ακόμα και νέοι άντρες ήταν τρομερά απαξιωτικοί απέναντι σε μια νέα γυναίκα. Αν είναι δύσκολο να είσαι εντελώς ο εαυτός σου σε ιδιωτικό επίπεδο, είναι ακόμα πιο δύσκολο να το κάνεις σε δημόσιο επίπεδο», λέει. Σήμερα, που διανύει την πέμπτη δεκαετία της ζωής της, λατρεύει τη φωνή της και είναι ευγνώμων που η δουλειά της της επιτρέπει να συνεχίζει να κάνει αυτό που προοριζόταν ανέκαθεν να κάνει, χωρίς να χρειαστεί να σταματήσει λόγω ηλικίας. «Η φωνή αλλάζει, αλλά από τότε που ήμουν μικρότερη ανυπομονούσα να ακούσω τη φωνή μου σε μεγαλύτερη ηλικία – και είμαι τυχερή που μπορώ να συνεχίζω να τραγουδάω όσο μεγαλώνω. Ένας χορευτής, για παράδειγμα, περιορίζεται από την ηλικία του». 

Ενώ ηχογραφεί καινούργια τραγούδια, θυμάται την τελευταία τριετία και τις τόσες περιοδείες που ακυρώθηκαν. «Το δύσκολο με την πανδημία δεν ήταν τόσο ότι έπρεπε να κάνουμε άλλες δουλειές από αυτές που κάναμε πριν –παρόλο που για πολλούς αυτό ήταν αβάσταχτο–, αλλά για τους περισσότερους από εμάς, πιστεύω, το πιο δύσκολο κομμάτι ήταν να βλέπεις τόσο κόσμο να υποφέρει και να μην μπορείς να κάνεις τίποτα για να βοηθήσεις», λέει και συνεχίζει: «Πολλοί από εμάς μάζεψαν πολύ θυμό, και αυτό είναι ένα ζωώδες συναίσθημα που δεν το διαχειρίζεσαι εύκολα. Μπορείς να το χρησιμοποιήσεις για να δημιουργήσεις, αλλά σταδιακά μετατρέπεται σε θλίψη και τραγωδία». Της ζητώ συγγνώμη που κλείνουμε έτσι την κουβέντα μας, εκείνη μοιάζει ικανοποιημένη παρ’ όλα αυτά και λέει: «Δεν είναι εύκολο να επιστρέψουμε στην εποχή πριν. Σίγουρα έχω αλλάξει. Υπάρχει ένα ερωτηματικό που αιωρείται στην καρδιά μου, το οποίο δεν υπήρχε όταν ήμουν νεότερη. Ένιωθα πως καταλάβαινα περισσότερα πράγματα απ’ ό,τι τώρα». Ίσως η μουσική μπορεί να το αρθρώσει και, με λίγη τύχη, να το απαντήσει κιόλας, της απαντώ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT