Δρομολόγια: Πατώντας όρκους ανάμεσα σε Αθήνα και Πειραιά

Δρομολόγια: Πατώντας όρκους ανάμεσα σε Αθήνα και Πειραιά

Το θρυλικό δρομολόγιο ανάμεσα σε Αθήνα και Πειραιά σπάει εφηβικούς όρκους και μπλέκεται με τις παραδόσεις της Κρήτης.

2' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μου είχα ορκιστεί πως από τη στιγμή που θα μετακόμιζα σε μια πόλη που παρέχει επιλογές στα μέσα μαζικής μεταφοράς, δεν θα έμπαινα σε λεωφορείο. Στο Λεωφορείο (εκδ. Πατάκη) του Γιώργου του Σκαμπαρδώνη διαβάζω: «Μόλις βλέπω, πλέον, τέτοιο όχημα, με πιάνει αποστροφή, σαν να πρόκειται να μπω στην κλούβα ή σε ψυγείο μεταφοράς κρεάτων». Δεν μοιραζόμαστε κοινές απόψεις σε αυτό το κομμάτι. Απλώς επειδή ένα κομμάτι της ζωής μου έχει ξοδευτεί στα λεωφορεία της Θεσσαλονίκης, δεν ήθελα και στην Αθήνα να σπαταληθεί εκεί. Γενικά, δεν είναι να λέω μεγάλες κουβέντες, γιατί η κίνηση, η κακοκαιρία και εγώ o ίδιος στέλνουμε τους όρκους στα σκουπίδια.

Πάτησα τον όρκο μου εκείνο το βράδυ προς ξημέρωμα στον Πειραιά. Οι τσέπες μου είχαν στεγνώσει, έπεσα στην ανάγκη του 040 και των χαλασμένων αμορτισέρ του. Ο οδηγός άκουγε Παπαρίζου, πιωμένες μουράκλες επιβιβάστηκαν στη Δαβάκη. Στη Θεσσαλονίκη, το ξενύχτι γιατρεύεται με σφολιατοειδή και αριάνι. Στην Αθήνα, αναρωτιέμαι ακόμη πώς. Γιατί με αθηναϊκή μπουγάτσα, δεν. «Θα ήθελα μία μισή μισή. / Δεν σερβίρουμε μισή μισή. Ή μπουγάτσα με κρέμα θα πάρεις ή με τυρί». Μετράω από μέσα μου μέχρι το δέκα. Πνίγω τον θυμό μου στην αλμυρή και στο τραγανό της φύλλο. Κόβει οκτώ κομμάτια ακριβώς, προσεκτικά και μετρημένα, όχι με το μάτι. Γιατί, όπου και να τρώω, οι μερίδες της Αθήνας πάντοτε να με πληγώνουν; 

Ξεκίνησα να παρατηρώ και να βλέπω έξω από το παράθυρο. Ήταν θέμα χρόνου να ξεχάσω τον όρκο μου και να προτιμήσω το 040 αντί των μέσων σταθερής τροχιάς. Οδός Χαροκόπου, Καλλιθέα. Το 040 σταματάει για δέκα δευτερόλεπτα, ακριβώς μπροστά από ένα μπαλωματάδικο. Μέσα δύο γυναίκες ράβουν και ξηλώνουν ρούχα. Η τρίτη θα καπνίζει αργά και θα συναντάει το παγωμένο βλέμμα μου. 

Δύο στάσεις πιο πέρα, στήνεται μια λαϊκή τις Παρασκευές με ήχους όπως «Στέλιο μου, τα τραγούδια σου», soundtrack Πολίτικης Κουζίνας και κακόγουστα λογοπαίγνια με την «Dua Lipa που λείπει». Ένα παιδί παίζει κρητικά με τη λύρα του, απέναντι από παραγωγό που διαλαλεί τα μανταρίνια του που δεν έχουν κουκούτσια. «Ένα και ένα κάνουν δύο, λένε στο χωριό μου. Στα άλλα δεν ξέρω». Του δίνω εικοσάρικο. Τον σκοτώνω. Ύστερα, με σκοτώνει εκείνος. Οι κλημεντίνες είναι τίγκα στο κουκούτσι. 

Σε δύο δρόμους παράλληλους πιο κάτω, υπήρξε ένα κρητικό γλέντι, όπου μαζεύτηκαν όσοι κατάγονται από το χωριό Αποδούλου στο Ρέθυμνο να κόψουν πίτα, να φάνε μυδοπίλαφο και να πιουν ρακές. Τα δεκαοκτάχρονα σήκωσαν τη γη με το πεντοζάλι τους, οι γυναίκες άνοιξαν το κουτάκι με τις αναμνήσεις: γλέντια παραμονές της Παναγίας, ανταμώματα και απώλειες. «Όλοι μαζί», λέει και ξαναλέει ο πρόεδρος του Συλλόγου. Όλοι μαζί. Το μαζί μας σώζει. Στο διάολο και οι όρκοι, τα μίση, οι έχθρες και τα κόμπλεξ με τις πόλεις, τις μερίδες και τα λεωφορεία. Μόνο το μαζί μετράει.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT