Η δεύτερη ζωή του Super Mario

Γιατί μια «μέτρια» ταινία εξελίσσεται στο μεγαλύτερο μπλοκμπάστερ της χρονιάς και πώς ο ήρωας της Nintendo θα στοιχειώνει τα όνειρα μιας γενιάς.

13' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δεν είναι εύκολο να περιγράψει κανείς έναν ήχο. Ειδικά αν πρόκειται για έναν ήχο που διαρκεί λιγότερο από μισό δευτερόλεπτο. Αλλά θα προσπαθήσω. Είναι οκτάμπιτος και έχει δύο απανωτές κορυφώσεις, παραπέμπει σε ένα ξαφνικό πέρασμα και προσφέρει την ανακούφιση που έπεται ενός στιγμιαίου αισθήματος ασφυξίας ή αγωνίας. Είναι ο ήχος που ακούγεται όταν ο Μάριο μπαίνει σε έναν σωλήνα. Όταν τον άκουσα το περασμένο Σάββατο σε μια αίθουσα σινεμά, μεταφέρθηκα αυτόματα, σχεδόν παβλωφικά, κάπου στην τετάρτη δημοτικού, στα χέρια μου κρατούσα ένα Game Boy και τα δάχτυλά μου ήταν έτοιμα να με κάνουν να σκύψω, να πηδήξω, να τρέξω.

Για την παγκόσμια ποπ κουλτούρα, αυτό είναι το γεγονός των ημερών. Τριάντα χρόνια μετά το φιάσκο της ταινίας του 1993, η Nintendo αποτόλμησε ξανά μια κινηματογραφική μεταφορά για τον μυθικό Σούπερ Μάριο, αυτή τη φορά σε μια μορφή συμβατικού animation, με τη βοήθεια της Illumination (που βρίσκεται πίσω από τα Εγώ, ο απαισιότατος και Μπάτε σκύλοι αλέστε). Είναι το γεγονός των ημερών επειδή πρόκειται για το εμπορικότερο φραντσάιζ βιντεοπαιχνιδιών όλων των εποχών − 826 εκατ. πωλήσεις. Ακολουθούν σε τεράστια απόσταση το Tetris, τα Pokémon, το Call of Duty. Ως επί το πλείστον, αυτές οι πωλήσεις αφορούν τις εκδόσεις του παιχνιδιού της δεκαετίας του ’80 και κυρίως του ’90, όταν ο πιξελαριστός «καθημερινός τύπος», όπως τον έχει χαρακτηρίσει ο δημιουργός του, Σιγκέρου Μιγιαμότο, αποτέλεσε ιδανική παρέα για μια γενιά που άρχιζε σιγά σιγά να εξοικειώνεται με τα βασικά της τεχνολογίας. Το πολύ απλό gameplay και η μίνιμαλ αισθητική του παιχνιδιού δεν κατάφεραν ποτέ να βρουν κάποιον ρόλο στις πιο εξελιγμένες παιχνιδομηχανές του αιώνα μας, αλλά η θέση του Μάριο στη συνείδηση του σημερινού ενήλικου πληθυσμού είναι αδιαπραγμάτευτη. 

Η δεύτερη ζωή του Super Mario-1

Ζητήματα καρδιάς

Στην ταινία συμβαίνουν λίγο πολύ τα αναμενόμενα: ο Μάριο και ο Λουίτζι είναι δύο υδραυλικοί που παλεύουν να τα βγάλουν πέρα στο Μπρούκλιν, όταν μια αλλόκοτη συγκυρία τούς στέλνει μέσω ενός μαγικού σωλήνα στην Μανιταροχώρα. Εκεί, ο Μπάουζερ, η κακόψυχη χελώνα που τρέφει κάποια πολύπλοκα συναισθήματα για την πριγκίπισσα Πιτς, ετοιμάζεται να κατακτήσει (βιαίως) τον κόσμο της και (κάπως άκομψα) την καρδιά της. Ο Μάριο συνειδητοποιεί ότι η καρδιά της Πιτς ενδιαφέρει και τον ίδιο και, επειδή παρεμπιπτόντως ο Μπάουζερ έχει απαγάγει τον Λουίτζι, αποφασίζει να αναλάβει δράση. 

Υπάρχει μια παράμετρος που σε αυτό το σημείο αξίζει ένα μικρό σχόλιο: η πριγκίπισσα Πιτς το 2023 απολαμβάνει τα προνόμια της γυναικείας ενδυνάμωσης και ο χαρακτήρας της δεν περιορίζεται σε μια αβοήθητη κομπάρσο που περιμένει τον γενναίο Μάριο να τη σώσει από τον τοξικό απαγωγέα. Η καινούργια Πιτς είναι αυτή που διδάσκει στον Μάριο τις κινήσεις του, έτσι ώστε ο ατσούμπαλος υδραυλικός να έχει κάποια τύχη. Η Πιτς ηγείται, επιλέγει, καθορίζει. Η σεναριακή αυτή «διόρθωση», εκτός από το ότι συμβαδίζει με το κλίμα της εποχής, ακολουθεί και τη γενικότερη τάση στις ταινίες κινουμένων σχεδίων των τελευταίων ετών, όπου οι ηρωίδες δεν είναι απλώς πριγκίπισσες, αλλά έχουν έναν δυναμικό και ανεξάρτητο χαρακτήρα, αν και, συνήθως, παραμένουν για κάποιον λόγο πριγκίπισσες. 

Αφού λοιπόν ο Μάριο, η Πιτς και το πιστό της μανιτάρι περνούν στην επίθεση, κάπου μπλέκεται και ο Ντόνκεϊ Κονγκ, και η ιστορία εξελίσσεται όπως κάθε τυπική περιπέτεια καλού-κακού, με δευτερεύοντες χαρακτήρες να λένε τις έξυπνες ατάκες και φαεινές ιδέες να στραβώνουν πριν κάπως όλα βρουν τη θέση τους σε ένα χαρούμενο τέλος. Αν διατρέξει κανείς τις κριτικές στον διεθνή Τύπο, θα βρει μετρημένες θετικές απόψεις και κυρίως σχόλια όπως «επιφανειακή», «βαρετή» και «μεγάλου μήκους διαφήμιση της Nintendo».

Η αλήθεια είναι ότι, παρά τις ορισμένες καλές της στιγμές (π.χ. οι ευαίσθητες χορδές του Μπάουζερ ή ο χαριτωμένος κυνισμός του αστεριού στην πτέρυγα των φυλακισμένων), στην ταινία δεν υπάρχει καμία σοβαρή ανατροπή, ούτε κάποια καταπληκτική έμπνευση, ούτε κάποια τεχνική πρωτοπορία, δεν υπάρχει σοβαρός προβληματισμός, κανένα μήνυμα προς διερεύνηση, κανένα δεύτερο επίπεδο. Υπάρχουν τουβλάκια που πρέπει να χτυπήσει ο Μάριο, υπάρχουν μανιτάρια που πρέπει να φάει, υπάρχουν καρτ για να οδηγήσει, υπάρχουν σωλήνες για να μπει. Και αυτά, φαίνεται, είναι αρκετά. 

Τη στιγμή που γράφεται αυτό το κείμενο, τα έσοδα της ταινίας ανέρχονται σε 876 εκατ. δολάρια, κάτι που σημαίνει ότι είναι για την ώρα το πιο επικερδές φιλμ της τρέχουσας χρονιάς, ενώ έχει ήδη περίπου διπλάσια έσοδα από την ταινία Warcraft του 2016, που μέχρι πρότινος βρισκόταν στην πρώτη θέση της λίστας με τις κινηματογραφικές μεταφορές βιντεοπαιχνιδιών. Για αυτή την ακραία απόκλιση στην προσέγγιση κριτικών και κοινού, ο Ίλον Μασκ σχολίασε (στο Twitter, ασφαλώς) ότι «οι κριτικοί είναι αποκομμένοι από την πραγματικότητα». Τέλος πάντων. Ποια είναι αυτή η πραγματικότητα;  

Η δεύτερη ζωή του Super Mario-2
Μάριο και Λουίτζι στο Μπρούκλιν, σε σκηνή της καινούργιας ταινίας, λίγο πριν μεταφερθούν στη χώρα του Μανιταριού.  

Ο Μάριο σώζει το σινεμά;

Κάθε ταινία που φέρνει κόσμο στις αίθουσες γεννάει την ίδια ελπίδα. Θα σωθεί το σινεμά; Θα επιστρέψει η κουλτούρα της μεγάλης οθόνης ως ρουτίνα διασκέδασης; Ο Μάριο έφερε, αν μη τι άλλο, μερικά χαμόγελα. Η κινηματογραφική βιομηχανία ανέκαθεν βασιζόταν στις οικογενειακές ταινίες, αλλά τα νούμερα του 2022 λένε το εξής: το ποσοστό των εισιτηρίων παγκοσμίως για τις οικογενειακές ταινίες (κινούμενα σχέδια, ως επί το πλείστον) ανήλθε στο 17%, το μισό σε σχέση με το αντίστοιχο ποσοστό προ πανδημίας. «Επέστρεψαν οι οικογενειακές ταινίες σε σημείο το Χόλιγουντ να μπορεί ξανά να τις εμπιστεύεται ως μια αξιόπιστη λύση;» αναρωτιέται ο Μπρουκ Μπαρνς σε προ ημερών άρθρο του στους New York Times. Πιθανότατα όχι, νομίζω. Αυτό που συμβαίνει με το Super Mario Bros. Movie δεν μπορεί να είναι κριτήριο. Τρία ή τέσσερα εισιτήρια, μαζί με ποπ κορν και κόκα κόλα, ανεβάζουν το κόστος σε προβληματικά ύψη, ώστε το σινεμά να αποτελέσει ξανά, μαζικά και τακτικά, μια επιλογή για όλη την οικογένεια, ειδικά από τη στιγμή που η ποικιλία που εξασφαλίζουν οι πλατφόρμες στη μεγάλη τηλεόραση του σαλονιού είναι πραγματικά τεράστια – η επίσκεψη στο σινεμά αυτή τη στιγμή δεν κρίνεται «απαραίτητη». Εκτός αν πρόκειται για μια ταινία που θέλουν να δουν οι γονείς.  

Το Σάββατο το απόγευμα βρέθηκα, λοιπόν, όπως ανέφερα ήδη, σε μια αίθουσα γεμάτη (στην Ελλάδα η ταινία πηγαίνει καλά, όχι εντυπωσιακά, έχοντας κόψει μέχρι στιγμής 133.037 εισιτήρια) παιδιά δημοτικού με τους γονείς τους − τα γέλια στις «αστείες» στιγμές προέρχονταν κυρίως από τους γονείς. Ήταν κάπως αμήχανο. Κάποια στιγμή η μητέρα που καθόταν ακριβώς από πίσω μου εξήγησε στην κόρη της: «Όταν χτυπάει ξαναγίνεται μικρός, πρέπει να ξαναφάει μανιτάρι». Είναι τα πράγματα που ξέρουν οι μεγάλοι, σκέφτηκα. 

Η δεύτερη ζωή του Super Mario-3
Άποψη από το πολύ απλό περιβάλλον του βιντεοπαιχνιδιού, εδώ σε μια έγχρωμη εκδοχή του NES.

Οι σημερινοί γονείς που πήγαν δημοτικό στα ’80s και στα ’90s ξέρουν πολύ καλά τον ήχο που ακούγεται όταν ο Μάριο μπαίνει σε έναν σωλήνα ή όταν μαζεύει κέρματα ή όταν τρώει μανιτάρια. Το ξέρουν γιατί πέρασαν τόσες ώρες μπροστά στην οθόνη του NES ή του Game Boy, που δεν μπορούν πια να το ξεχάσουν. Και αυτό το ξέρουν και η Nintendo και οι δημιουργοί της ταινίας, που την επένδυσαν με τραγούδια που ακούγονταν εκείνα τα χρόνια, από Μπόνι Τάιλερ και A-ha μέχρι AC/DC, έτσι ώστε όλο αυτό να μοιάζει με έναν ριγιούνιον ερεθισμάτων από την παιδική ηλικία. 

Έτσι κι αλλιώς βρισκόμαστε εδώ και κάποιον καιρό σε ένα παρατεταμένο κλίμα νοσταλγίας και αναβίωσης των ’80s και των ’90s, ακόμη και οι κασέτες ξαφνικά βρίσκονται στη μόδα, προφανώς και οι αίθουσες θα γέμιζαν για τον Μάριο και προφανώς κανένας δεν περίμενε ότι θα παρακολουθήσει κάποιο αριστούργημα. Η ταινία θα μπορούσε και μάλλον θα έπρεπε να είναι κάπως πιο εμπνευσμένη, αλλά οι απαιτήσεις ήταν χαμηλές και αυτός είναι ένας κακός σύμβουλος. Ένα βίντεο στο Youtube με τον Μάριο να διασχίζει τον κόσμο του στο Super Mario Bros. του 1985, διάρκειας σχεδόν 40 λεπτών, έχει αυτή τη στιγμή περισσότερες από 20 εκατ. προβολές. Μονότονα, χωρίς σχολιασμό. Χωρίς να ξέρω ακριβώς πώς, βρέθηκα να το παρακολουθώ ναρκωμένος μέχρι τη στιγμή που συνειδητοποίησα τι έκανα.  

Φεύγοντας από το σινεμά, ρώτησα τα αγόρια πώς τους φάνηκε. Καλή, είπαν κάπως αδιάφορα. Πλάκα είχε, πρόσθεσαν, μάλλον για να μη με κάνουν να νιώσω άσχημα. Δεν πειράζει. Μπαίνοντας στο αυτοκίνητο, την είχαν ήδη ξεχάσει. Λοιπόν, παιδιά, δεν έχει να κάνει με την ταινία. Απλώς έτσι ζούσαμε τότε. Ο κόσμος είχε δύο διαστάσεις, όλα ήταν πιο απλά. Το Game Boy έπαιρνε μπαταρίες. Τι άγχος να μην τελειώσουν. Και στο Super Mario Land 2 υπήρχε μια πίστα που μπορούσες να την παίξεις ξανά και ξανά για να μαζέψεις ζωές. Μέχρι να είναι έτοιμο το φαγητό το μεσημέρι, μπορούσες να έχεις μαζέψει πάρα πολλές. Ήμουν στην ηλικία σας. Ακούσατε τον ήχο όταν ο Μάριο μπήκε στον σωλήνα;


Η απίθανη ιστορία ενός δυστοπικού πειράματος

Από τον Darryn King c.2023 The New York Times Company / Απόδοση: ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΤΣΟΜΠΑΝΗΣ

Η δεύτερη ζωή του Super Mario-4
Ο Μπομπ Χόσκινς ως Μάριο, σε μια σκηνή του Super Mario Bros., που γυρίστηκε σε ένα εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο στη Βόρεια Καρολίνα. © AFP / visualhellas.gr

Η πρώτη ταινία του Σούπερ Μάριο, πριν από τριάντα χρόνια, υπήρξε μια παταγώδης αποτυχία, ένα παράδοξο γκροτέσκο κατασκεύασμα, που όμως τα τελευταία χρόνια αποθεώνεται από μια νέα γενιά που κυνηγάει καλτ διαμάντια.

Η νέα ταινία κινουμένων σχεδίων The Super Mario Bros. Movie αναδημιουργεί το ηλιόλουστο πνεύμα, τη ζωηρή δράση και τη ζαχαρένια αισθητική των ομώνυμων βιντεοπαιχνιδιών. Θα δείτε ουρανούς με χρώματα που εκπέμπουν ηρεμία και γαλήνη, πράσινους σωλήνες δίνης και χαρακτήρες με τσιριχτές φωνές που έχουν κεφάλι μανιταριού. Η μυστακοφόρος μασκότ της Nintendo είχε ξαναβρεθεί στη μεγάλη οθόνη, αν και κάποιοι από τους εμπλεκόμενους θα προτιμούσαν να το ξεχάσουν. Το 1993, η δημοτικότητα του Σούπερ Μάριο οδήγησε στην πρώτη μεγάλου προϋπολογισμού μεταφορά βιντεοπαιχνιδιού στο Χόλιγουντ. Στο live-action Super Mario Bros πρωταγωνιστούσαν ο Μπομπ Χόσκινς ως Μάριο και ο Τζον Λεγκουιζάμο ως Λουίτζι, δύο άτυχοι αδελφοί υδραυλικοί που κάνουν δουλειές του ποδαριού στο Μπρούκλιν. Η ταινία γυρίστηκε κυρίως σε ένα εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο τσιμέντου στη Βόρεια Καρολίνα και δεν διαδραματίστηκε στο υπερ-χρωματισμένο Βασίλειο των Μανιταριών, αλλά σε μια βρόμικη, δυστοπική εναλλακτική εκδοχή της Νέας Υόρκης, που ονομάζεται Ντάινοχαταν και κυβερνάται από τον μανιακό δικτάτορα βασιλιά Κούπα (Ντένις Χόπερ). Ο κολλώδης, ελαστικός μύκητας παίζει βασικό ρόλο στην πλοκή. Δεν έμοιαζε και δεν είχε καμία σχέση με τα βιντεοπαιχνίδια.

Για τον Ρόκι Μόρτον, ο οποίος σκηνοθέτησε την ταινία μαζί με την Άναμπελ Τζάνκελ, αυτό ήταν το ζητούμενο. Ο Μόρτον και η Τζάνκελ ήταν Βρετανοί σκηνοθέτες μουσικών βίντεο, οι οποίοι βρίσκονταν επίσης πίσω από τη δημιουργία του ψηφιακά κατασκευασμένου τηλεπαρουσιαστή Max Headroom. Ο ατζέντης των Μόρτον και Τζάνκελ τους είχε στείλει ένα σενάριο ταινίας Mario Bros. από τον συν-σεναριογράφο του Ανθρώπου της Βροχής, Μπάρι Μόρροου. Απορρίπτοντας αυτό το σενάριο ως πολύ χαριτωμένο, ο Μόρτον πρότεινε μια άλλη ιδέα: μια πιο σκοτεινή, σκληρή ιστορία προέλευσης του Mario Bros. «Ένιωσα ότι ήταν μια τόσο μεγάλη ευκαιρία», δήλωσε ο Μόρτον σε πρόσφατη τηλεφωνική συνέντευξη, για τη μετατροπή του βιντεοπαιχνιδιού-φαινομένου σε ταινία. «Μου φάνηκε ως το προφανές πράγμα που έπρεπε να κάνω. Και θα είχε ένα αφοσιωμένο κοινό. Ήταν ήδη επιτυχία».

«Αδιαμαρτύρητα τρελό»

Το αποτέλεσμα ήταν καταστροφικό εμπορικά και όσον αφορά τις κριτικές. Ο σινεκριτικός Ρότζερ Έμπερτ δήλωσε ότι ήταν «ένα πλήρες χάσιμο χρόνου και χρημάτων». (Αν και ο συνάδελφός του Τζιν Σίσκελ διαφώνησε: «Μου αρέσουν οι Goombas», αναφερόμενος στους υπερμεγέθεις μπράβους του βασιλιά Κούπα.) Αρκετοί από τους ηθοποιούς μίλησαν απαξιωτικά για την παραγωγή, με τον Χόσκινς να αποκαλεί τα γυρίσματα «εφιάλτη». Ήταν ένα «game over» για οποιοδήποτε ενδεχόμενο σίκουελ, αλλά και για την καριέρα των σκηνοθετών του στο Χόλιγουντ.

Τα τελευταία χρόνια, οι Nintendo-φιλοι μιλένιαλς που αποθαρρύνθηκαν από την ταινία του 1993 -ή, όπως εγώ, απλώς την απέφυγαν- της έδωσαν άλλη μια ευκαιρία.
Σήμερα, το Super Mario Bros. έχει γίνει αντικείμενο κάποιας επανεκτίμησης, αποκτώντας σταδιακά τον εκπληκτικό χαρακτηρισμό του καλτ. Η καταχώρισή του στον σινεφίλ ιστότοπο αξιολόγησης ταινιών Letterboxd συνοδεύεται από πλήθος παθιασμένων, απαιτητικών κριτικών. «Το Super Mario Bros. είναι κινηματογραφικά χρήσιμο, τολμηρό, πολιτικό και αδιαμαρτύρητα τρελό», έγραψε ο χρήστης Zeke Knott. Εν αναμονή του Trust the Fungus: Bob-Omb to Cult Classic, του επερχόμενου ντοκιμαντέρ που δημιούργησαν φανς της ταινίας, οι οπαδοί μπορούν να ακούσουν ένα podcast αφιερωμένο σε μια λεπτό προς λεπτό ανάλυση της ταινίας ή να επισκεφθούν το Εθνικό Μουσείο Βιντεοπαιχνιδιών στο Φρίσκο του Τέξας, το οποίο διοργανώνει μια έκθεση σχετικά με την ταινία. Αυτόν τον μήνα, τα Nitehawk Cinemas στο Γουίλιαμσμπεργκ του Μπρούκλιν θα προβάλουν το Super Mario Bros. στο πλαίσιο της σειράς Re-Consider This! που παρουσιάζει παρεξηγημένα αριστουργήματα.

Η υπερβολική καλλιτεχνική αδεία που υπάρχει λόγω της διασκευής είναι μέρος της διασκέδασης, δήλωσε ο Ντέσμοντ Θορν, προγραμματιστής ταινιών στον κινηματογράφο Nitehawk. «Σε μια εποχή που κατακλυζόμαστε από προσαρμογές βιντεοπαιχνιδιών και κόμικς που ακολουθούν μια πιο κυριολεκτική προσέγγιση, είναι αναζωογονητικό να κοιτάμε πίσω στο Super Mario Bros. τριάντα χρόνια μετά», είπε. «Πρέπει να θαυμάσεις τις τεράστιες αλλαγές που έφερε». Όσον αφορά τις «τεράστιες αλλαγές», δείτε για παράδειγμα τη σκηνή με το λασπόλουτρο του Ντένις Χόπερ με τη Φιόνα Σο.

Η δεύτερη ζωή του Super Mario-5
Μπομπ Χόσκινς (Μάριο), Σαμάνθα Μέιθις (πριγκίπισσα Ντέιζι) και Τζον Λεγκουιζάμο (Λουίτζι) στα γυρίσματα της ταινίας. © AFP / visualhellas.gr

«Ένας νεροχύτης κουζίνας»

Αλλά ακόμη και οι πιο φανατικοί οπαδοί θα παραδεχτούν ότι το Super Mario Bros. είναι κάπως χάλια. Ο Μόρτον δήλωσε ότι τα προβλήματα ξεκίνησαν αφού η Disney αγόρασε τα δικαιώματα διανομής, απαιτώντας μια εκτεταμένη αναθεώρηση του σεναρίου ελαφρύτερο από εφέ, πιο φιλικό προς την οικογένεια που έφτασε δέκα ημέρες πριν από την έναρξη των κύριων γυρισμάτων.

(Η Disney δεν μπόρεσε να εντοπίσει κάποιον που συμμετείχε τότε στην παραγωγή για να σχολιάσει.) Είναι, όμως, ένα φανταστικό και εμπνευσμένο χάος με πυκνά τεχνητά σκηνικά που επινόησε ο σχεδιαστής παραγωγής του Blade Runner, Ντέιβιντ Ε. Σνάιντερ, καρτουνίστικα κοστούμια από τον Τζόσεφ Πόρο (που πρόσφατα εργάστηκε στο The Mandalorian) και μια τρελή μουσική από τον συνθέτη Άλαν Σιλβέστρι. Ακόμη, τα σχέδια των πλασμάτων του Πάτρικ Τατόπουλου προδικάζουν τη δουλειά του στην Ημέρα Ανεξαρτησίας.

«Από άποψη έμπνευσης και εκτέλεσης, η ταινία είναι ένας νεροχύτης κουζίνας», δήλωσε ο σούπερ φαν Ράιαν Χος. «Πρακτικά σκηνικά, μακιγιάζ, κοστούμια, πυροτεχνήματα, προσθετικά, animatronics και μαριονέτες. Έχει προβλήματα με τον ήχο και υπάρχουν πάρα πολλοί μάγειρες στην κουζίνα, αλλά μπορείς να μνημονεύεις οποιοδήποτε μέρος της ιστορίας του Super Mario Bros., και είναι συναρπαστικό για κάποιον έως ένα επίπεδο». Το 2007, όταν ο Χος ήταν στο κολέγιο, δημιούργησε τον ιστότοπο Super Mario Bros. The Movie Archive. «Ένιωθα ότι η συζήτηση γύρω από την ταινία δεν ήταν αυτή που της άξιζε», είπε. Η ιστοσελίδα ήταν «ένα μέρος για να βγάλω όσο το δυνατόν περισσότερο από το ιστορικό πλαίσιο της ταινίας στο φως».

Έκτοτε, ο Χος, μαζί με τον αρχισυντάκτη της ιστοσελίδας, Στίβεν Άπλμπαουμ, εντόπισε εναλλακτικές εκδοχές του σεναρίου, φωτογραφίες από τα σκηνικά και τα κουστούμια και δημοσίευσε πολλές συνεντεύξεις με μέλη του συνεργείου. Πιο πρόσφατα ανακάλυψαν και αποκατέστησαν μια πρώιμη εκδοχή της ταινίας, δημιουργώντας μια εκτεταμένη έκδοση που είναι διαθέσιμη για παρακολούθηση διαδικτυακά. Έχουν διοργανώσει επίσης προβολές και άλλες εκδηλώσεις για φανς που έχουν το ίδιο πάθος. «Είναι ένα από τα πιο ενθουσιώδη και γεμάτα θετική ενέργεια fandoms που έχω δει ποτέ», δήλωσε ο Χος. Και πρόσθεσε: «Η μεγαλύτερη έκπληξη ήταν να γνωρίσω τόσους ταλαντούχους ηθοποιούς που έπαιξαν στην ταινία και το συνεργείο που εργάστηκε. Όλοι τους είπαν ότι το Super Mario Bros. ήταν μία από τις πιο αξέχαστες ταινίες της καριέρας τους».

«Mια πραγματικά φρικτή εμπειρία»

Ο Λεγκουιζάμο δήλωσε περήφανος που συμμετείχε στην ταινία. «Είμαι O.G. [σ.τ.μ. αρκτικόλεξο που χρησιμοποιείται για κάποιον που είναι σεβαστός στην κοινότητα των gamers]», είπε πρόσφατα στο IndieWire, επαινώντας επίσης τους Τζάνκελ και Μόρτον για τη δέσμευσή τους στο ποικιλόμορφο κάστινγκ. «Πάλεψαν πολύ σκληρά για να είμαι εγώ ο πρωταγωνιστής επειδή ήμουν Λατίνος», είπε. «Ήταν τόσο μπροστά». Σήμερα, ο Μόρτον αναμοχλεύει την όλη εμπειρία και τη χαρακτηρίζει ως την απόλυτη ταπείνωση. «Ήταν φρικτό, μια πραγματικά φρικτή εμπειρία». (Η Τζάνκελ δεν ανταποκρίθηκε σε αίτημα για συνέντευξη και προφανώς δεν έχει συμμετάσχει σε κανένα άρθρο σχετικά με τα γυρίσματα της ταινίας. «Πραγματικά την επηρέασε», δήλωσε ο Μόρτον.)

Η επανεκτίμηση του Super Mario Bros. είναι «ενθαρρυντική», δήλωσε ο Μόρτον. Και όμως, το γεγονός ότι η κάποτε καταφρονημένη ταινία σήμερα γιορτάζεται και –χωρίς ειρωνεία– είναι αντικείμενο απόλαυσης δεν φαίνεται να έχει γίνει κατανοητό από τον σκηνοθέτη της. Την επομένη της συνέντευξής μας, συμφώνησε να παρακολουθήσει μια προβολή της ταινίας στο Χόλιγουντ. Θα ήταν η πρώτη φορά που θα την έβλεπε μετά από περίπου είκοσι χρόνια. «Ήθελαν να κάνω μια εισαγωγή, αλλά δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι θετικό να πω». Όσο για τη νέα ταινία, αν όλα πάνε καλά, ίσως σηματοδοτήσει την έναρξη ενός ακόμη κινηματογραφικού franchise, του Nintendo Cinematic Universe. Κάτι που, όπως παραδέχτηκε ο Μόρτον, είναι μάλλον αυτό που περίμενε το κοινό πριν από τριάντα χρόνια. «Αυτή είναι η ταινία που όλοι ήθελαν», είπε. «Και την έχουν τώρα».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT