Για δεκάδες χιλιάδες χρόνια ζούσαμε σε μικρές ομάδες, ήμασταν ελεύθεροι νομάδες και ικανοί τροφοσυλλέκτες. Αλλά, συχνά πυκνά, μας θέριζε η πείνα. Η ανάγκη μάς ώθησε, έτσι, να εγκατασταθούμε κοντά σε ποταμούς και στις πεδιάδες της «Εύφορης Ημισελήνου» γίναμε, στην αυγή της εποχής που ονομάζουμε Νεολιθική, αγρότες. Εξημερώσαμε ζώα, μάθαμε να καλλιεργούμε σιτηρά και όσπρια, φτιάξαμε οργανωμένες κοινωνίες, πολιτεύματα και νόμους. Αναπτύχθηκε η έννοια της ιδιοκτησίας και ο θεσμός του κράτους, μπήκε στις ζωές μας ο πόλεμος, δεν ξεχνάμε φυσικά πως οφείλουμε να πληρώνουμε φόρους. Κούτσα κούτσα φτάσαμε μέχρι εδώ που βρισκόμαστε τώρα.
Κάποιοι λοιπόν ισχυρίζονται πως δεν ήταν τελικά και τόσο λαμπρά τα μυαλά που κατέβασαν εκείνη την ιδέα της πρώτης «Γεωργικής Επανάστασης». Δεν μπορώ να αποφανθώ για το αν έχουν δίκιο ή όχι, βέβαιος μόνο είμαι πως σε τούτη τη διαδρομή, ακόμα κι αν το θέλαμε, δεν υπάρχει γυρισμός. Θεωρώ επίσης αστεία την πολεμική που ασκείται από πολλούς ερευνητές σε βάρος των δημητριακών. Ότι τάχα μου δηλαδή η καλλιέργειά τους είναι σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνη για τα δεινά την ανθρωπότητας. Φταίει ο γάιδαρος και χτυπάμε το σαμάρι. Απερίφραστα θα πω: τα προϊόντα δίχως γλουτένη και τα παλαιολιθικά σαλπίσματα (Paleo Diet) δεν θα λύσουν τα δεσμά μας. Απολαμβάνω λοιπόν κάθε χρόνο, χωρίς δεύτερες σκέψεις, τη θέα των σταροχώραφων. Και ευγνωμονώ τα Αγρωστώδη που εξασφαλίζουν τα προς το ζην της ανθρωπότητας, χάρη στα σιτηρά, την όρυζα, τον αραβόσιτο και το κεχρί που περιλαμβάνονται σε αυτήν.
Υπάρχουν και είδη της όμως που υπηρετούν άλλες ανάγκες, όπως το να χορταίνουν το μάτι με την αρχέγονη κι απέριττη ομορφιά τους. Ξεχωριστή θέση ανάμεσά τους καταλαμβάνει το γένος Pennisetum που βαφτίστηκε έτσι από τις λέξεις της λατινικής για το φτερό (penna) και τη βούρτσα (seta). Θαυμάστε τις χαρακτηριστικές ταξιανθίες που παράγουν σε μεγάλους αριθμούς τα είδη του που διαθέτουν καλλωπιστική χάρη και δεν θα χρειαστείτε περαιτέρω εξηγήσεις. Αυτή την εποχή, αν το συναντήσετε σε κάποιον κήπο, θα σας γοητεύσει ιδιαίτερα το ασιατικό είδος P. alopecuroides (ομοιάζον δηλαδή με ουρά αλεπούς), χάρη στον συνδυασμό της καστανόξανθης απόχρωσης των γραμμοειδών φύλλων του με τους κοκκινωπούς, κυλινδρικούς και μήκους μιας σπιθαμής στάχυες. Δίνει την εντύπωση ακατασίγαστου σιντριβανιού, η αλήθεια πάντως είναι πως με τα πρώτα μεγάλα κρύα οι μεστωμένοι πια σπόροι θα πέσουν καταγής και μία τουλάχιστον τρίμηνη παράσταση θα ολοκληρωθεί και για φέτος. Καινούρια, σκουροπράσινα φύλλα θα εμφανιστούν την άνοιξη, θα βαφτούν χρυσοκίτρινα για να υποδεχτούν τις νέες ταξιανθίες και ο κύκλος αυτός θα συνεχίσει να εκτυλίσσεται για τουλάχιστον μία δεκαετία.
Σε ύψος και διάμετρο σπανίως υπερβαίνει το ένα μέτρο, προσφέρεται έτσι για ομαδικές ή γραμμικές φυτεύσεις, ώστε να προσφέρει στις μεγάλες εκτάσεις τη γαλήνια αίσθηση που αποπνέουν οι λειμώνες. Σε μικρότερους κήπους, το παιχνίδι των χρωματικών εναλλαγών του εκδηλώνεται εντονότερα όταν αναπτύσσεται μόνο του δίπλα σε βράχο ή συνδυάζεται με αειθαλείς, χαμηλούς θάμνους. Αποτελεί επίσης ιδανική επιλογή για φυτεύσεις κοντά σε υδάτινες επιφάνειες, καθώς η αντανάκλασή του πάνω στην επιφάνεια του νερού εντείνει την ναρκισσιστική του διάθεση. Προσφέρεται επίσης για καλλιέργεια σε μεγάλους πήλινους ή μεταλλικούς περιέκτες. Αν αποξηράνετε προσεκτικά τις ταξιανθίες του, διατηρούν επί μακρόν τη διακοσμητική τους ιδιότητα. Στην αγορά κυκλοφορούν μερικά ακόμα συγγενικά είδη και ποικιλίες του, ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζει το κάπως χαμηλότερο αφρικανικό P. setaceum, το οποίο ανθίζει λίγο νωρίτερα, με την ασυγκράτητη ορμή που απαθανατίζεται στη δίπλα σελίδα.
Τι ζητάει, τι φοβάται
Χρειάζεται άπλετη ηλιοφάνεια, έδαφος με ικανοποιητική αποστράγγιση και προστασία από τον δυνατό άνεμο. Αγαπά πολύ τη ζέστη, ευνοείται πάντως από τα τακτικά θερινά ποτίσματα. Αντέχει χωρίς πρόβλημα στον παγετό. Προσφέρεται για παραθαλάσσιες φυτεύσεις. Κλαδεύεται αυστηρά στα τέλη του χειμώνα.
Ευχαριστούμε τις Γεωπονικές Επιχειρήσεις Χορομίδης για την αρωγή τους στη φωτογράφιση.