Στις 7 Νοεμβρίου 2003, το αμερικάνικο κοινό είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει είτε το «Elf» είτε το «Love Actually» για πρώτη φορά στις κινηματογραφικές αίθουσες. Ο κόσμος θα μπορούσε είτε να σιγοτραγουδά «Baby It’s Cold outside» μαζί με τον Γουίλ Φέρελ ή να σιγοκλαίει με το «Both Sides Now» και την Έμμα Τόμσον. Θα μπορούσε να φανταστεί τον εαυτό του να τρέχει διασχίζοντας το Σέντραλ Παρκ για να σώσει τον Άγιο Βασίλη ή να ορμά μέσα από το αεροδρόμιο Χίθροου για να προλάβει κάποιο αγαπημένο πρόσωπο πριν την πτήση. Και το πιο πιθανό είναι πως πολλοί από τους κινηματογραφόφιλους που παρακολούθησαν αυτές τις ταινίες εκείνη τη μοιραία μέρα του Νοεμβρίου, να τις έχουν ξαναδεί από τότε. Στην τελική, και οι δύο έχουν γίνει αυθεντικά εποχιακά classics.
Κάθε χρόνο αυτό τον καιρό, είναι πιθανό να στρέψετε το βλέμμα σας στην τηλεόραση και να πετύχετε μια από τις δύο να παίζει στην οθόνη. Το «Love Actually» το rom-com με τις πολλαπλές ιστορίες, έχει αναλυθεί μέχρι και την πιο μικρό του λεπτομέρεια. (Είναι γλυκό, κυνικό, ρομαντικό, χοντροφοβικό;) Η τολμηρή κωμωδία με τον Γουίλ Φέρελ, “Elf”, έχει μεταφερθεί σε μιούζικαλ του Broadway και σε τηλεοπτικό σπέσιαλ κινουμένων σχεδίων. Μπορείτε ακόμη και να ψάξετε πώς να φτιάξετε τα μακαρόνια του Μπάντι, του ξωτικού, βουτηγμένα σε M&M’s και σιρόπι σοκολάτας.
To «Elf» ήταν άμεση επιτυχία, έφτασε στην κορυφή του box office κατά τη διάρκεια του δεύτερου σαββατοκύριακου προβολών και τελικά συγκέντρωσε περίπου 220 εκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως. Το «Love Actually» που ξεκίνησε να προβάλλεται σε περιορισμένη κυκλοφορία, τελικά απέφερε 244 εκατομμύρια δολάρια. Και οι δύο ταινίες σήμερα μοιάζουν με λείψανα μιας άλλης εποχής. Του καιρού που οι ταινίες είχαν το είδος εκείνο της ειδικής κινηματογραφικής κυκλοφορίας, η οποία τους επέτρεπε να κερδίσουν τους θεατές και να αποκτήσουν εκείνο το στάτους του κλασικού που δύσκολα προσδιορίζεται, μπαίνοντας σε ένα πάνθεον που συμπεριλαμβάνει τα «Miracle on 34th Street» και «Home Alone».
Τα νέα, βίαια (;) Χριστούγεννα
Αυτές τις μέρες είναι σπάνιο να βρεις μια ταινία σαν το «Love Actually» ή το «Elf» στο σινεμά. Οι τίτλοι με θεματικές διακοπών που παίζονται στη μεγάλη οθόνη τείνουν να είναι βίαιοι και στοχεύουν σε κοινά που μπορούν να αντέξουν λίγο αίμα με το χριστουγεννιάτικο δέντρο τους. Την περασμένη χρονιά ο Ντέιβιντ Χάρμπουρ έπαιξε τον Άγιο Βασίλη σαν έναν «τύπου Τζον Γουίκ» δολοφόνο στην ταινία «Violent Night». Το αιμοβόρο παραμύθι εκδίκησης «Silent Night» ξεκίνησε να προβάλλεται την 1η του Δεκέμβρη από τον δημιουργό ταινιών δράσης Τζον Γου. Από πότε αλήθεια τα Χριστούγεννα έγιναν τόσο εκδικητικά;
Οι πιο ανάλαφρες επιλογές στο μεταξύ έχουν μετακινηθεί μαζικά σε οθόνες και τηλεοράσεις, μέσω streaming ή καλωδιακής. Κάποιοι από τους πιο επίμονους προμηθευτές υλικού, πιο γλυκού και από το έγκνογκ (σ.σ: γλυκό χριστουγεννιάτικο ποτό), είναι το Hallmark που βγάζει ντουζίνες από μη αξιομνημόνευτες ταινίες κάθε χρόνο και το Netflix που έχει εγκαθιδρύσει αυτό που αποκαλεί ένα «Σύμπαν Διακοπών», το οποίο περιλαμβάνει σειρές ταινιών όπως το «The Princess Switch» με τη Βανέσα Χάντζενς. Πέρυσι, ένας από τους μεγαλύτερους τίτλους ήταν το «Falling for Christmas» με πρωταγωνίστρια τη Λίντσεϊ Λόχαν σε μια κακή, «χιονισμένη» απομίμηση της ταινίας «Overboard».
Ακόμη και οι, κάποτε επικερδείς, αστέρες παρκάρουν τα χριστουγεννιάτικα οχήματα τους στο διαδίκτυο. Το Amazon πρόκειται να κυκλοφορήσει το «Candy Cane Lane» τον Δεκέμβριο. Πρωταγωνιστεί ο Έντι Μέρφι σε μια ταινία που πλασαρίστηκε στο προωθητικό email ως η «πρώτη του ταινία διακοπών», μια διάκριση που μοιάζει να αγνοεί το «Trading Places».
Δεν τις φτιάχνουν όπως παλιά…
Για αυτούς που παραδόξως παραμένουν ακόμα αμύητοι: Το «Elf», σκηνοθετημένο από τον Τζον Φαβρό, περιγράφει τις περιπέτειες του, ενσαρκωμένου από τον Φάρελ, χαρωπό και αφελή Buddy, έναν άνθρωπο μεγαλωμένο στον Βόρειο Πόλο από τα ξωτικά του Άγιου Βασίλη, που εξορμεί στη Νέα Υόρκη σε αναζήτηση του βιολογικού του πατέρα, ενός εκκεντρικού επιμελητή παιδικών βιβλίων τον οποίο υποδύεται ο Τζέιμς Καν. Η ταινία περιλαμβάνει στοχευμένες αναδρομές στις ειδικές χριστουγεννιάτικες κυκλοφορίες κινουμένων σχεδίων της Rankin/Bass, όπως τα «Rudolph the Red-Nosed Reindeer» (1964), καθώς και «άκομψα;» αστεία για τη Νέα Υόρκη που όμως δε σοκάρουν κανέναν υπερβολικά.
Ενώ το «Elf» σηματοδοτήθηκε ως κατάλληλο με επιθυμητή γονική συναίνεση, το «Love Actually» σηματοδοτήθηκε ως πρόγραμμα με απαραίτητη γονική συναίνεση. Εντούτοις, παρά το κάποιο γυμνό και παρά τις όποιες βωμολοχίες, ξεπερνά το «Elf» σε σοβαρότητα. Το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Ρίτσαρντ Κέρτις, του σεναριογράφου των «Four Weddings and a Funeral» και «Notting Hill», συγκεντρώνει ιστορίες από ερωτοχτυπημένους Λονδρέζους την περίοδο των διακοπών. Υπάρχει ο Χιου Γκραντ ως πρωθυπουργός που δεν παίρνει το βλέμμα του από μία από τις υπαλλήλους του (Μαρτίν Μακκάτσεν), η Έμμα Τόμπσον ως η λυπημένη σύζυγος της οποίας ο άντρας (Άλαν Ρίκμαν) είναι μάλλον άπιστος, και ο Λίαμ Νίσον ως ο χήρος του οποίου ο νεαρός θετός γιος (Τόμας Μπρόντι-Σάνγκστερ) είναι ερωτοχτυπημένος. Και η λίστα συνεχίζεται…
Μία άτυπη κόντρα
Όταν οι δύο ταινίες αρχικά κυκλοφόρησαν, καμία δεν είδε την άλλη ως ανταγωνιστική, σύμφωνα με τον Τοντ Κομαρνίκι, μέλος της ομάδας παραγωγής του «Elf» και τον Τιμ Μπέβαν, μέλος της ομάδας παραγωγής της Working Title Films για το «Love Actually».
«Παλεύαμε στήθος με στήθος με το “Master and Commander”», λέει ο Κομαρνίκι αναφερόμενος στο δράμα εποχής και ανοιχτών θαλασσών με πρωταγωνιστή τον Ράσελ Κρόου, πριν προσθέσει: «Για εμένα, το “Love Actually” είναι απλά μια ταινία που μου άρεσε πολύ». (Αμφότερες οι Χριστουγεννιάτικες ταινίες θα έφτανα στο top 20 των ταινιών με τα μεγαλύτερα έσοδα παγκοσμίως για το 2003, ξεπερνώντας το «Master and Commander»).
Και ο Μπέβαν δε θεώρησε καν το «Love Actually» Χριστουγεννιάτικη ταινία. «Κατά κάποιο τρόπο ήξερες ότι ήταν στο κλίμα των Χριστουγέννων εξαιτίας των τραγουδιών και όλων των υπόλοιπων στοιχείων», λέει. «Όμως φάνηκε περισσότερο σαν μια ρομαντική κωμωδία παρά σαν μια Χριστουγεννιάτικη ταινία».
Αντιθέτως, θεώρησε το «Love Actually» ως ένα follow up στις επιτυχίες των «Four Wedding and a Funeral» και «Notting Hill», και οι δύο από τις οποίες συνεισέφεραν στην άνθιση του Βρετανικού rom-com ως μια κερδοφόρα βιομηχανία. Για να είμαστε ξεκάθαροι, ο Μπέβαν κατανοεί τον λόγο για τον οποίο η ταινία είναι τόσο συνδεδεμένη με τα Χριστούγεννα.
«Πρόκειται για οκτώ ή εννέα διαφορετικά σκέλη όπου υπάρχουν ξεχωριστά δυνατά συναισθήματα για την αγάπη και την οικογένεια και όλα τα υπόλοιπα», λέει. «Αυτό είναι το στοιχείο που κάνει την ταινία Χριστουγεννιάτικη».
Ένα σωσίβιο ενάντια στον κυνισμό
Σήμερα θεωρούμε την κινηματογραφική ψυχαγωγία των Χριστουγέννων δεδομένη, σαν να τη γνωρίζαμε από πάντα, σαν να είναι κατά κάποιο τρόπον αιώνια. Κοιτάζοντας, όμως, πίσω, στις αρχές της δεκαετίας του 2000, η ποπ κουλτούρα έσφυζε από το πνεύμα διακοπών. Αφού ταινίες στα μέσα του αιώνα, όπως το “It’s a Wonderful Life” και το “Miracle on 34th Street” προσέφεραν υπαρξιακούς αναστοχασμούς σε γιορτινό κλίμα, ένα κύμα από νέες αγαπημένες ταινίες του κοινού, με σύγχρονη ματιά, αναδύθηκε στα τέλη των ‘80s και στο ξεκίνημα των ‘90s. Το “National Lampoon’s Christmas Vacation” και το “Home Alone”, και τα δύο γραμμένα από τον Τζον Χιουζ πρόσφεραν εορταστικές σάτιρες της πυρηνικής οικογένειας με αλλόκοτα σκηνικά.
Το «Elf» και το «Love Actually», εν τω μεταξύ, φάνηκαν, το καθένα με τον δικό του τρόπο, ως αντιδράσεις αισιοδοξίας στις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, θυμίζοντας ότι ο κυνισμός μπορεί να ξεπεραστεί. Όμως, το 2003 κυκλοφόρησε επίσης το «Bad Santa», ένα πλέον πρωτοπόρο στο κοινό, υποείδος χριστουγεννιάτικων ταινιών για ενήλικες που περιλαμβάνει το «The Night Before» (2015) και το «A Bad Moms Christmas» (2017).
Τελικά, τι θα πει κλασική ταινία;
Χρειάζεται χρόνος για να γίνει μια ταινία κλασική, γι’ αυτό είναι εύκολο να πούμε με σιγουριά ότι το “Elf” και το “Love Actually” αξίζουν αυτόν τον χαρακτηρισμό. «Είναι πιθανό, μια δεκαετία αργότερα να σκέφτεστε, «Ουάου, οι άνθρωποι εξακολουθούν να βλέπουν αυτή την ταινία τα Χριστούγεννα», λέει ο Μπέβαν για τη συνειδητοποίηση ότι το «Love Actually» είχε γίνει διαχρονικά αγαπημένο.
Και ενώ υπάρχουν σίγουρα εξωτερικοί παράγοντες που επηρεάζουν τη δημοτικότητα και των δύο αυτών τίτλων – συμπεριλαμβανομένου του γεγονότος ότι εκείνοι που ρυθμίζουν τα τηλεοπτικά προγράμματα τους βάζουν να παίζουν με τέτοια συχνότητα που φτάνει σε σημείο αηδίας τους χειμερινούς μήνες – πρέπει να υπάρχει κάποια ασυνείδητη συλλογική απόφαση για το ότι μια ταινία αξίζει να παρακολουθείται ξανά και ξανά.
Σε έναν βαθμό αυτό πρέπει να οφείλεται στο ότι οι ταινίες αυτές ήταν εμβληματικές με μία συγκεκριμένη αίσθηση κοινοτικής εμπειρίας όταν το κοινό μαζευόταν για να τις παρακολουθήσει το 2003. «Το λυπηρό είναι πως εάν είχαμε κάνει και τις δύο αυτές ταινίες για streamers σήμερα, θα έλεγα ότι δε θα κάναμε αυτή τη συζήτηση σε 20 χρόνια», λέει ο Μπέβαν.
Ενώ εκείνος και ο Kormanicki επέμεναν ότι οι ταινίες τους θα μπορούσαν να προβληθούν τώρα στον κινηματογράφο, το “Elf” και το “Love Actually”, με τους συμβιβασμούς που θα απαιτούσε το μέτριο μπάτζετ τους, πιθανότατα θα έμοιαζαν παραγκωνισμένες στο σημερινό κινηματογραφικό τοπίο. Με λίγες εξαιρέσεις – όπως το “Last Christmas” του 2019, βασισμένο στο τραγούδι «Wham!»- δεν φαίνεται να υπάρχει πολύς χώρος για την ψυχαγωγία των Χριστουγέννων στις αίθουσες, εκτός κι αν αυτή είναι με κάποιο τρόπο αιμοβόρα ή ιερόσυλη. Ακόμη και η πιο πρόσφατη απόπειρα του Φάρελ στις γιορτές των Χριστουγέννων, το εμπνευσμένο από το σύμπαν του Ντίκενς, μιούζικαλ του 2022, «Spirited», με τον Ράιαν Ρέινολντς φτιάχτηκε για το Apple TV+, μια streaming πλατφόρμα.
Το streaming υποτίθεται ότι έπρεπε να κάνει τις ταινίες πιο προσιτές, αλλά αντ’ αυτού απλώς τις κάνει φαίνονται πιο αναλώσιμες. Και αυτό δεν σημαίνει πως οι υπηρεσίες streaming δεν έχουν κυκλοφορήσει πραγματικά συναρπαστικό χριστουγεννιάτικο υλικό μέσα στον σορό ταινιών, όπως η οπτικά καινοτόμος εφευρετική ταινία κινουμένων σχεδίων του Netflix “Klaus” (2019) ή η queer rom-com του Hulu, “Happiest Season” (2020), με πρωταγωνίστρια την Κρίστεν Στιούαρτ. Ωστόσο, οι διακοπές ευδοκιμούν στη νοσταλγία και είναι δύσκολο να νοσταλγήσεις την τελευταία ταινία με την πριγκίπισσα με τη Βανέσα Χάντζενς που παρακολούθησες, σκορολάροντας ταυτόχρονα στην αρχική σελίδα του Instagram.
Αν μιλήσω ειλικρινά, τα τελευταία 20 χρόνια είχα το “Elf” και το “Love Actually” να παίζουν στο βάθος άπειρες φορές ενώ έκανα δουλειές χαλαρή ή άραζα με την οικογένεια μου, αλλά αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό επειδή τις ξέρω και τις δύο σχεδόν απ’ έξω. Η μητέρα μου απαιτεί συνήθως μια από κοινού προβολή του «Love Actually» κάποια στιγμή κάθε χρόνο. Και όμως, ο λόγος που αγαπώ τόσο πολύ αυτή την ταινία είναι επειδή κάθε προβολή μου θυμίζει μια προηγούμενη, κάτι που με κάνει να αναπολώ τη στιγμή που την είδα για την πρώτη φορά στο υπόγειο ενός κινηματογράφου το 2003.