Το τραγούδι που σημάδεψε την τάξη του ’99

Το τραγούδι που σημάδεψε την τάξη του ’99

Πώς το δοκίμιο «Να φοράτε αντηλιακό» έγινε τραγούδι, έφτασε στην 1η θέση του επίσημου τσαρτ του Ηνωμένου Βασιλείου και συνεχίζει να μοιράζει σοφίες ζωής και παρηγοριά σε μία ολόκληρη γενιά

6' 50" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Θυμάσαι το “Sunscreen song”;» μου είπε πριν από λίγες ημέρες μια παλιά μου συμφοιτήτρια, η Μαρία, ενώ περπατάγαμε στο πέταλο πίσω από το Καλλιμάρμαρο. Έχουν περάσει δύο γεμάτες δεκαετίες απ’ όταν πήραμε πτυχίο. Είχα να τη δω αρκετά χρόνια. Κι όλα αυτά τα χρόνια, που είχαμε τη μεταξύ μας έγνοια, προσπαθούσαμε πάντα, μέσω των social media και σκόρπιων καφέδων, να γεφυρώνουμε τόσο τη γεωγραφική απόσταση που χωρίζει την Αθήνα από τη Λευκωσία στην οποία εκείνη επέστρεψε μετά το πτυχίο και ένα «διάλειμμα» ενός έτους στο Λονδίνο, όσο και την απόσταση που δημιουργήθηκε από τη διαφορετική εξέλιξη που είχαμε στη ζωή, παρά την κοινή μας αφετηρία. «Θυμάσαι το “Sunscreen song”;», χρειάστηκε να επαναλάβει καθώς είχα σαστίσει. Τα μάτια μου έλαμψαν.

Αν δεν είχα μείνει στην ίδια τάξη στην Α’ Λυκείου, θα ήταν το τραγούδι της αποφοίτησής μου από το Λύκειο. Το σινγκλ «Everybody’s free (to wear sunscreen)», γνωστό και ως «The sunscreen song (Class of ’99)» του Μπαζ Λούρμαν, κυκλοφόρησε στο Ηνωμένο Βασίλειο στις 31 Μαΐου του 1999, σε CD και κασέτα. Λίγο μετά, εκτοξεύτηκε στην πρώτη θέση του επίσημου τσαρτ της Γηραιάς Αλβιόνας και της Ιρλανδίας, ενώ σημείωσε μεγάλη επιτυχία σε πολλές ακόμα χώρες, της Ελλάδας και της Κύπρου συμπεριλαμβανομένων σε αυτές.

Βασισμένο σε ένα, πλέον, καλτ κείμενο της Μέρι Σμιτς που δημοσιεύτηκε την 1η Ιουνίου του 1997 στην εφημερίδα Chicago Tribune, το «Sunscreen song», μετά τη συνάντησή μου με τη Μαρία, το βρήκα ξανά μπροστά μου –όχι ότι το είχα ξεχάσει ποτέ– σε ένα, ακόμα, φοιτητικό reunion, λίγο πριν από την 25η επέτειο της κυκλοφορίας του σε σινγκλ. Και κάπως έτσι συνειδητοποίησα ότι είναι πολύς ο κόσμος της «τάξης του ’99», αλλά και πολλών άλλων τάξεων, που προηγήθηκαν ή ακολούθησαν, ο οποίος συνδέθηκε μαζί του και σημαδεύτηκε από αυτό.

Αλλά ας δούμε το βιντεοκλίπ του, πριν θυμηθούμε την περίεργη ιστορία του παράξενου αυτού μουσικού κομματιού και της συγγραφέως του κειμένου του, η οποία αργότερα τιμήθηκε με Πούλιτζερ.

Έγινε viral μέσω… e-mail

Ακόμα και αν κάποιος δεν έχει ακούσει ποτέ το συγκεκριμένο μουσικό κομμάτι, σίγουρα θα έχει ακούσει την προτροπή «κάνε κάθε μέρα από ένα πράγμα που σε φοβίζει». Ναι, το δημοφιλές new age, self-help μάντρα, από το κείμενο της Σμιτς απομονώθηκε παρότι, λανθασμένα, έφτασε να αποδίδεται στην Έλινορ Ρούζβελτ.

Η Σμιτς ήταν ωραίο και περίεργο φρούτο. Μεγάλωσε στην Τζόρτζια με τα επτά της αδέρφια, πριν σπουδάσει δημοσιογραφία, ζήσει για λίγο στο Παρίσι, δουλέψει ως επαγγελματίας μπλουζίστρια, συγγραφέας κόμικ και δημοσιογράφος. Το 2012, μάλιστα, πολλά χρόνια μετά τη δημοσίευση του κειμένου που την έκανε διάσημη, βραβεύτηκε με Πούλιτζερ.

Ο αρχικός τίτλος του άρθρου της που έγινε γνωστό ως «Να φοράτε αντηλιακό» (Wear sunscreen) ήταν «Οι συμβουλές, όπως τα νιάτα, πιθανώς απλώς πηγαίνουν στράφι στους νέους» (Advice, like youth, probably just wasted on the young). Μάλλον, όμως, ήταν λίγο μεγάλος για να το θυμάται ο πολύς κόσμος με αυτόν.

Γράφτηκε ως «ανοιχτή επιστολή στη νεότερη γενιά» ή, μάλλον, για την ακρίβεια, ως ο λόγος που θα εκφωνούσε σε μία τελετή αποφοίτησης κάποιου πανεπιστημίου, αν ποτέ της ζητείτο κάτι τέτοιο. Τη δε έμπνευσή της η Σμιτς την άντλησε βλέποντας ένα νεαρό άτομο να κάνει ηλιοθεραπεία και, αυτομάτως, ευχήθηκε, από μέσα της, να έχει βάλει αντηλιακό, σε αντίθεση με ό,τι έκανε εκείνη στην ηλικία του.

Το κείμενο, μετά από τη δημοσίευσή του, άρχισε να γίνεται viral μέσω e-mail. Ναι, υπήρχε μια αθώα εποχή, πριν από την παντοκρατορία των social media (το Facebook δημιουργήθηκε το 2004), που όσοι λίγοι είχαμε e-mail, ό,τι έπεφτε στην αντίληψή μας και μας άρεσε το προωθούσαμε στους γνωστούς και τους φίλους μας, ομαδικά, ενίοτε και χωρίς BCC, για να το διαβάσουν.

Μάλιστα, κατά την αποστολή του, συνήθως περιγραφόταν, λανθασμένα, ως λόγος που εκφώνησε, τάχα μου, ο μυθιστοριογράφος Κουρτ Βόνεγκατ στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης, κάτι που είχε οδηγήσει ρεπόρτερ των New York Times να επικοινωνήσουν μαζί του για σχολιασμό. Και κάπως έτσι, πριν το κείμενο της Σμιτς γίνει μουσικό κομμάτι, εξελίχθηκε σε έναν από τους πρώτους, παγκόσμιους αστικούς θρύλους που γεννήθηκαν στο ίντερνετ.

Η 1η θέση στο τσαρτ του Ηνωμένου Βασιλείου

Την επόμενη χρονιά, η Σμιτς άρχισε να εξαργυρώνει τη viral επιτυχία του άρθρου της εκδίδοντάς το σε μορφή λευκώματος. Το 2008, μάλιστα, κυκλοφόρησε μία επετειακή επανέκδοση του σκληρόδετου βιβλίου της, από τον οίκο Andrews McMeel, η οποία είναι ακόμη διαθέσιμη στο Amazon και άλλα ηλεκτρονικά βιβλιοπωλεία. Το μεγάλο μπαμ, όμως, εκείνο που έκανε το «Να φοράτε αντηλιακό» κομμάτι της ποπ κουλτούρας, ήταν η μετατροπή του σε μουσικό κομμάτι.

Όλα ξεκίνησαν όταν ο Μπαζ Λούρμαν –αφού διαπίστωσε ότι πραγματική συγγραφέας του κειμένου ήταν η Σμιτς και την εντόπισε μέσω e-mail για να πάρει τη σχετική άδεια– το ηχογράφησε, σχεδόν λέξη προς λέξη, αλλάζοντας τη χρονιά προσφώνησης σε «Ladies and gentlemen of the class of ’99», ως spoken lyrics με τη φωνή του επαγγελματία σπίκερ Λι Πέρι και άμπιεντ μουσικό background.

Ο Λούρμαν, πλέον φτασμένος σκηνοθέτης, είχε αρχίσει να γίνεται μαζικά γνωστός τρία χρόνια νωρίτερα από την κυκλοφορία αυτού του σινγκλ, χάρη στη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του, το «Romeo + Juliet» με τον Λεονάρντο ΝτιΚάπριο. Οι πολύ μεγάλες επιτυχίες του, όμως, θα έρχονταν αργότερα – το «Μουλέν Ρουζ» το 2001, ο «Υπέροχος Γκάτσμπυ» το 2013, ο «Έλβις» το 2022. Περιέργως, πάντως, το βιντεοκλίπ του «Sunscreen song» δεν το σκηνοθέτησε εκείνος, αλλά ο εικαστικός και κινηματογραφιστής Μπιλ Μπαρμίνσκι.

Η εμπορική επιτυχία αυτού του «τραγουδιού απαγγελίας» αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα και πλέον ανεξήγητα παράδοξα της δισκογραφικής βιομηχανίας, που τότε ήταν ακόμη κραταιά, καθώς δεν υπήρχαν ούτε οι πλατφόρμες στρίμινγκ, ούτε καν το Napster που θα έκανε την εμφάνισή του αργότερα μέσα στην ίδια χρονιά (το, δε, YouTube δημιουργήθηκε έξι χρόνια μετά, το 2005). Αντίστοιχό του ίσως να μπορεί να εντοπιστεί μόνο στο «O superman» της Λόρι Άντερσον, που το 1981 έφτασε στη 2η θέση του επίσημου τσαρτ του Ηνωμένου Βασιλείου κάνοντας την πρωτοπόρο καλλιτέχνιδα, που έως τότε δεν τη γνώριζε σχεδόν κανείς εκτός της αβανγκάρντ εικαστικής σκηνής, ευρύτερα γνωστή.

Σε κάποιες περιοχές του πλανήτη, να σημειωθεί, το «Sunscreen song» είχε κυκλοφορήσει πριν γίνει διαθέσιμο στο Ηνωμένο Βασίλειο, σε διάφορες εκδοχές. Σε κάθε περίπτωση, οι δύο πιο γνωστές του είναι μία διάρκειας επτά λεπτών και εννέα δευτερολέπτων (που περιλαμβάνει κάποια χορωδιακά ιντερμέδια και δεν μου αρέσει πολύ) και η «σκέτη», των πέντε λεπτών και πέντε δευτερολέπτων. Επίσης, έγιναν πολλές παρωδίες του, ενώ διασκευάστηκε στα γερμανικά, τα πορτογαλικά, τα εβραϊκά, τα ρωσικά, τα φλαμανδικά και τα φινλανδικά, από τοπικούς καλλιτέχνες.

Γιατί θυμόμαστε ακόμη αυτό το «παράξενο τραγούδι»;

Τα συγκλονιστικά λόγια του κειμένου που έγινε μουσικό κομμάτι, ειπωμένα από τη γλυκόπικρη οπτική γωνία κάποιου που στοχάζεται πάνω στη ζωή έχοντας χάσει τα πρώτα νιάτα του, λόγια γεμάτα ποιητικότητα, χιούμορ και ειλικρίνεια, περιλαμβάνουν συμβουλές για το πώς να ζει κανείς μια πιο ευτυχισμένη ζωή.

Ταυτόχρονα, το «Sunscreen song» μοιάζει να προετοιμάζει τους νεαρούς ακροατές του –το αρχικό κείμενο, ας μην το ξεχνάμε, είχε ως δυνητικό ακροατήριο τους αποφοίτους ενός πανεπιστημίου– για τις μεγάλες λύπες που μπορεί να τους αιφνιδιάσουν «στις τέσσερις το απόγευμα μιας Τρίτης σαν όλες τις άλλες».

Η Σμιτς μάς ζητάει να μη σπαταλάμε τον χρόνο μας στο να ζηλεύουμε τους άλλους, να θυμόμαστε τα κομπλιμέντα και να ξεχνάμε τις προσβολές –και, αν τα καταφέρουμε, να την ενημερώσουμε πώς το κάναμε–, να προσέχουμε τα γόνατά μας, να χρησιμοποιούμε οδοντικό νήμα, να ταξιδεύουμε, να μην ασχολούμαστε πολύ με τα μαλλιά μας, να μην ανησυχούμε αν δεν ξέρουμε στα είκοσι δύο μας τι θέλουμε να κάνουμε στη ζωή μας, καθώς κάποιοι από τους πιο ενδιαφέροντες σαραντάρηδες που γνωρίζει συνεχίζουν να μην ξέρουν.

Ακριβώς είκοσι πέντε χρόνια μετά την κυκλοφορία του τραγουδιού, πολλοί τότε δεκαοκτάρηδες που τελείωναν το σχολείο και τότε τελειόφοιτοι των πανεπιστημίων που ταυτίστηκαν με τους στίχους του και, όσο μεγάλωναν, ανέτρεχαν σε αυτούς για λύσεις ή παρηγοριά όταν τα πράγματα δεν τους πήγαιναν κατ’ ευχή, ανάμεσά τους κι εγώ, βρισκόμαστε στο σημείο της ζωής που ήταν η Σμιτς όταν έγραψε το viral κείμενό της.

Πολλές διαπιστώσεις της –όπως το ότι, όσο μεγαλώνουμε, τόσο χρειαζόμαστε τους ανθρώπους που μας γνώριζαν όσο ήμασταν νέοι– είναι και δικές μας. Μοιάζει, όντως, να προέβλεψε το μέλλον μας. Κι αυτό ίσως να εξηγεί το γιατί συνεχίζει να μας γοητεύει.

Μπορείτε να διαβάσετε εδώ το άρθρο της Μέρι Σμιτς που έμεινε στην ιστορία με τον τίτλο «Να φοράτε αντηλιακό», όπως δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Chicago Tribune την 1η Ιουνίου του 1997, δύο χρόνια πριν γίνει τραγούδι.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT