Μιλώντας με τον A.J. Finn, τον κύριο Ρίπλεϊ της σύγχρονης λογοτεχνίας

Μιλώντας με τον A.J. Finn, τον κύριο Ρίπλεϊ της σύγχρονης λογοτεχνίας

Μια συζήτηση με τον αμφιλεγόμενο συγγραφέα-φαινόμενο της εποχής μας, με αφορμή την παρουσίαση του νέου του βιβλίου στην Αθήνα

12' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Ένα από τα πράγματα που απολαμβάνω στον Χίτσκοκ είναι η απουσία ωμής βίας», λέει από την οθόνη της βιντεοκλήσης ο A. J. Finn (Έι Τζέι Φιν), κατά κόσμον Νταν Μάλορι. «Ακόμα και στην κλασική σκηνή φόνου στο Ψυχώ, δεν βλέπουμε ποτέ το μαχαίρι να τρυπάει τη σάρκα. Παρακολουθούμε απλώς το αίμα να στροβιλίζεται για λίγο, πριν χαθεί στο σιφόνι του ντους», συνεχίζει καθώς δείχνει να θυμάται κάθε δευτερόλεπτο της εμβληματικής σεκάνς. 

Μιλώντας με τον A.J. Finn, τον κύριο Ρίπλεϊ της σύγχρονης λογοτεχνίας-1
H Έιμι Άνταμς ως Άννα Φοξ στο Η γυναίκα στο παράθυρο του Netflix. 

Το 2018, το ντεμπούτο του με τίτλο Γυναίκα στο παράθυρο (εκδ. Ψυχογιός) σκαρφάλωσε με χαρακτηριστική ευκολία στην πρώτη θέση στη λίστα των ευπώλητων των New York Times και ανάγκασε τη διάσημη συγγραφέα Τζόις Κάρολ Όουτς να γράψει σε κριτική της στο New Yorker ότι «πρόκειται για ανώτερο δείγμα από μια σειρά πρόσφατων θρίλερ όπου πρωταγωνιστούν αναξιόπιστοι γυναικείοι αφηγητές». Στη συνέχεια, αφού μεταφέρθηκε κινηματογραφικά με ένα υπέρλαμπρο καστ (Έιμι Άνταμς, Γκάρι Όλντμαν, Τζούλιαν Μουρ), βρήκε τον δρόμο του μέχρι την πλατφόρμα του Netflix. Στα θρίλερ του ο Φιν παίζει πολύ περισσότερο με το μυαλό του αναγνώστη, παρά με τις αντοχές του απέναντι στον τρόμο: άνθρωποι που κρύβουν ένοχα μυστικά, αντικοινωνικές συμπεριφορές, εμμονές που δεν αφήνουν τους πρωταγωνιστές να ησυχάσουν.

Παρά, όμως, τις αξιοπρόσεκτες λογοτεχνικές του επιδόσεις στον χώρο του αστυνομικού βιβλίου, ο 45χρονος συγγραφέας απασχόλησε τα διεθνή μίντια κυρίως για άλλους λόγους: Σύμφωνα με ένα εκτενέστατο προφίλ που δημοσίευσε γι’ αυτόν το περιοδικό New Yorker, είναι ένας αναξιόπιστος αφηγητής όσον αφορά την προσωπική του ζωή, ενώ οι New York Times τον έχουν κατηγορήσει για λογοκλοπή. Τα πράγματα είναι πολύ πιο περίπλοκα από όσο δείχνουν, και ο ίδιος έχει κάποια ενδιαφέροντα πράγματα να μας πει.  

Οικείοι χαρακτήρες, απόκοσμοι ήρωες

Αφορμή για τη μεταξύ μας συζήτηση στάθηκε το Τέλος ιστορίας, το νέο του μυθιστόρημα, που θα παρουσιαστεί στις 3 Ιουνίου στην Αθήνα, παρουσία του συγγραφέα. Στο καινούργιο βιβλίο, η Νίκι Χάντερ, μια μελετήτρια της αστυνομικής λογοτεχνίας, καλείται από τον Σεμπάστιαν Τραπ, διάσημο συγγραφέα του είδους, στην εντυπωσιακή του έπαυλη στο Σαν Φρανσίσκο, για να τον βοηθήσει με τη βιογραφία του. Σημαντική λεπτομέρεια: ο συγγραφέας δεν έχει πολύ χρόνο ζωής μπροστά του. Στην πορεία, το παρελθόν θα επιστρέψει πιο επικίνδυνο από ποτέ και έτσι η πρωταγωνίστρια θα οδηγηθεί σε μια εμμονική αναζήτηση της αλήθειας, γεμάτη παγίδες και παράπλευρες απώλειες. Η Νίκι είναι ένας άνθρωπος όπως όλοι εμείς· όχι κάτι το σπουδαίο ούτε κάτι το ιδιαίτερο. Διατηρεί όμως ένα στοιχείο που της δίνει το δικαίωμα στον πρωταγωνιστικό ρόλο: έχει ακόρεστη περιέργεια. «Ήθελα οι αναγνώστες να νιώθουν οικεία με τη Νίκι», λέει πριν τον διακόψουν τα γαβγίσματα της Ίκε, του συμπαθέστατου γαλλικού μπουλντόγκ που του κρατάει συντροφιά. «Ήταν όμως πολύ δύσκολο να δημιουργήσω έναν ενδιαφέροντα χαρακτήρα χωρίς “γωνίες”∙ ένα πρόσωπο, δηλαδή, το οποίο δεν ξεφεύγει από τα συνηθισμένα, όπως για παράδειγμα συμβαίνει με την Άννα Φοξ». H κεντρική ηρωίδα από το Η γυναίκα στο παράθυρο ζει σαν ερημίτισσα στο Μανχάταν, εξαιτίας της αγοραφοβίας της. Δεν βγαίνει έξω, λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή, περνά πολύ χρόνο παίζοντας online σκάκι και πίνει πολύ κρασί. Η προσωπική της ζωή είναι κατεστραμμένη και η σχέση της με τον έξω κόσμο ορίζεται, σε μεγάλο βαθμό, από τις τέσσερις πλευρές ενός παραθύρου. Η Άννα Φοξ μπλέκει, λοιπόν, σε μια θανάσιμη περιπέτεια εξαιτίας της περιέργειάς της, αφού γίνεται αυτόπτης μάρτυρας σε φόνο. Μόνο που στην περίπτωσή της υπάρχουν περισσότεροι του ενός λόγοι για να θεωρηθεί αναξιόπιστη. Και όμως, οι πραγματικά αναξιόπιστοι αφηγητές του μυθιστορήματος είναι υπεράνω πάσης υποψίας. 

Αναφέρω στον Φιν πως, παρότι η ηρωίδα του δείχνει «απόκοσμη», μας θυμίζει σκηνές από την πρόσφατη περίοδο της καραντίνας. «Όλοι έχουμε λίγο από Άννα Φοξ μέσα μας. Ζω στη συνοικία Τριμπέκα της Νέας Υόρκης, απέναντι από ένα κτίριο που διαθέτει διαμερίσματα Airbnb – το αντιλαμβάνομαι επειδή το “καστ” των χαρακτήρων του οικήματος αλλάζει συνεχώς. Δεν είναι το ότι παρακολουθώ τι συμβαίνει απέναντι, απλώς το βλέμμα μου πολλές φορές καρφώνεται στο εσωτερικό των διαμερισμάτων. Το συναίσθημα ότι κάποιος με “συλλαμβάνει” να τον κοιτάζω είναι σχεδόν παραλυτικό∙ νιώθω αμέσως ότι αυτό που κάνω δεν είναι σωστό. Όλοι έχουμε κάποιες τάσεις που ξεφεύγουν από το “κανονικό”, όμως δύσκολα το παραδεχόμαστε». Κανονικές ή ασυνήθιστες, οι ηρωίδες του Φιν κάνουν ένα βήμα παρακάτω, αναζητώντας την αλήθεια πίσω από το μυστήριο. Ηρωισμός ή εμμονή; Κάθε αναγνώστης μπορεί να το ερμηνεύσει διαφορετικά. Άλλωστε, τα κείμενα του Έι Τζέι Φιν δεν δίνουν μασημένη τροφή ούτε εύκολες απαντήσεις.

Οι σκοτεινές δυνάμεις

«Δεν νομίζω να υπάρξει τρίτη γυναίκα πρωταγωνίστρια», απαντά ο Αμερικανός συγγραφέας στην παρατήρησή μου ότι οι κεντρικοί ήρωες είναι θηλυκού γένους και στα δύο του βιβλία. «Χρειάστηκε να φτάσω στη μέση της συγγραφής του δεύτερου μυθιστορήματος για να καταλάβω τον λόγο που έκανα αυτή την επιλογή», σημειώνει. Θυμάται ότι μια μέρα περπατούσε στον δρόμο μαζί με την Ίκε, όταν είδε μια γυναίκα έτοιμη να περάσει μια διασταύρωση. Ο οδηγός ενός βαν την πλησίασε με το όχημά του, έσκυψε έξω από το παράθυρο και της φώναξε κάτι ακραία παραβιαστικό. «Θα ήταν ποιητικό να σας πω ότι είδα τους ώμους της να γίνονται άκαμπτοι, αλλά αυτό δε συνέβη. Αυτό που συνέβη ήταν ότι συνέχισε να προχωρά, φανερά σοκαρισμένη και σίγουρα τρομαγμένη. Μου σπαράζει την καρδιά να σκέφτομαι ότι έπρεπε να περάσει αυτό το μαρτύριο. Είμαι ένας γκέι άντρας και με έχουν αποκαλέσει άπειρες φορές “αδερφή” – είναι ένα σχόλιο που γίνεται με σκοπό να με βλάψει, να μου προκαλέσει άσχημα συναισθήματα. Αλλά, ξέρετε, εγώ είμαι 1,90 μ. και 85 κιλά. Ποτέ δεν έχω νιώσει ότι απειλούμαι σωματικά. Όταν όμως σκεφτόμουν εκείνη τη γυναίκα και το γεγονός ότι έπρεπε να συνεχίσει στον δρόμο της και ότι κάθε μέρα, εδώ και δεκαετίες, έπρεπε να αφήνει το διαμέρισμά της με τον κίνδυνο να παρενοχληθεί σεξουαλικά ή να νιώσει κάποιου είδους απειλή, κάτι έκανε κλικ μέσα μου».

«Δεν είναι το ότι παρακολουθώ τι συμβαίνει απέναντι, απλώς το βλέμμα μου καρφώνεται στο εσωτερικό των διαμερισμάτων. Το συναίσθημα ότι κάποιος με “συλλαμβάνει” να τον κοιτάζω είναι παραλυτικό». 

O Φιν θεωρεί ότι το να είναι κανείς γυναίκα το 2024 ή γενικά το να έχει υπάρξει κανείς γυναίκα μέσα στην πορεία των αιώνων είναι μια εμπειρία που αναγκαστικά φέρει μαζί της ένα φορτίο από απειλές, παρενοχλήσεις, ρίσκα και κινδύνους που οι άντρες μπορούν μονάχα να φανταστούν. Γι’ αυτό, κατά την άποψή του και ανάμεσα σε μια πληθώρα άλλων λόγων, οι γυναίκες είναι πιο αποτελεσματικές ως πρωταγωνίστριες στην αστυνομική λογοτεχνία∙ επειδή, δηλαδή, καλούνται να είναι προσεκτικές σε καταστάσεις ή συγκυρίες στις οποίες οι άντρες δεν θα έδιναν καμία σημασία. «Οι γυναίκες αποδεικνύονται ικανότερες στη συγγραφή αστυνομικών μυθιστορημάτων απ’ ό,τι οι άντρες», αναφέρει ο ήρωάς του, Σεμπάστιαν Τραπ, στο Τέλος ιστορίας, συμπληρώνοντας: «Νομίζω ότι αυτό οφείλεται στο ότι είναι αναγκασμένες να έρχονται σε καθημερινή βάση αντιμέτωπες με σκοτεινές δυνάμεις». Ποιες είναι αυτές οι δυνάμεις; Οι άντρες, εννοεί.

Γκράφιτι στις τουαλέτες

Ο Έι Τζέι Φιν γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη, αλλά μεγάλωσε στο Σάρλοτ της Βόρειας Καρολίνας. Σπούδασε αγγλική φιλολογία και στη συνέχεια δούλεψε στην εκδοτική αγορά των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας. Έκανε το coming out στα 19 του χρόνια και ευχαριστεί την οικογένειά του για τη στάση της – «το να είσαι ο μεγαλύτερος από τέσσερα αδέρφια σημαίνει ότι οι γονείς σου έχουν πολλά άλλα στο μυαλό τους για να ασχοληθούν», αναφέρει με μια δόση πικρού χιούμορ. Όταν ήταν μικρός, έβλεπε με μανία παλιές ασπρόμαυρες ταινίες μυστηρίου σε ένα σινεμά πολύ κοντά στο σπίτι του. Η αγάπη του για τον Χίτσκοκ ξεκινά, δηλαδή, από πολύ νεαρή ηλικία. «Άγκαθα Κρίστι ή Πατρίσια Χάισμιθ;» τον ρωτώ. Απαντά χωρίς δεύτερη σκέψη την πρώτη. «Όταν ήμουν μικρότερος, μου άρεσε πολύ η Χάισμιθ∙ είχε κάτι το ανίερο στις ιστορίες της και αυτό με μαγνήτιζε. Όταν όμως διάβασα για την προσωπική της ζωή και το πώς πολλές φορές έμοιαζε με τους “απάνθρωπους” χαρακτήρες της, αυτή η γοητεία που μου ασκούσε εξανεμίστηκε».

Μιλώντας με τον A.J. Finn, τον κύριο Ρίπλεϊ της σύγχρονης λογοτεχνίας-2
Ο Έι Τζέι Φιν συναντά τους αναγνώστες του στη Νέα Υόρκη, τον Αύγουστο του 2018. (Φωτογραφία: Eugene Gologursky/ Getty Images/ Ideal Image)

Ο λόγος, λοιπόν, που προτιμά την Άγκαθα Κρίστι είναι η ικανότητά της να πλάθει μυστήρια. Μπορεί, όπως λέει ο Φιν, η Βρετανίδα συγγραφέας να μην υπέγραφε τους πιο αξιομνημόνευτους χαρακτήρες ούτε να διέθετε σπάνια λογοτεχνική χάρη, γνώριζε όμως καλύτερα από κάθε άλλον να στήνει εντυπωσιακές πλοκές. «Η εναλλακτική στο μυστήριο είναι η εκδίκηση. Σε γενικές γραμμές, τα θρίλερ εκδίκησης –παρότι χρησιμοποιώ και στις δικές μου πλοκές την εν λόγω θεματική– δεν με συγκινούν, αφού οι ήρωες δεν προσπαθούν να ανακαλύψουν κάτι», λέει πριν χρειαστεί να τον διακόψω. Τα όσα μου αποκαλύπτει στη συνέχεια δεν μπορούν να μεταφερθούν, μια και αποτελούν σπόιλερ για την υπόθεση του βιβλίου Τέλος ιστορίας. Χαμογελά και με ευχαριστεί. Είναι φανερό ότι ο Έι Τζέι Φιν είναι υπέρ το δέον ευγενικός ως συνομιλητής, σε βαθμό μάλιστα που δεν ταιριάζει σε έναν διάσημο μπεστσελερίστα. Ειλικρινής στάση ή ένας τρόπος άμυνας; Δύσκολο να πει κανείς, ο Φιν δεν είναι «ανοιχτό βιβλίο».

Όταν του αναφέρω ότι οι χρήστες του Goodreads, της διάσημης βιβλιοφιλικής πλατφόρμας, βαθμολογούν το Τέλος ιστορίας με 3,1 στα 5 (Η γυναίκα στο παράθυρο συγκεντρώνει 3,9 βαθμούς), δεν δείχνει να ξαφνιάζεται.

Παράλληλα ισχυρίζεται ότι δεν λαμβάνει καθόλου υπόψη του τις ανώνυμες κριτικές. «Δεν νομίζω ότι έχω γράψει ποτέ κάτι αντίστοιχο στη ζωή μου. Δεν κρίνω όσους το κάνουν, απλώς θεωρώ ότι ίσως είναι πιο “επικριτικοί” ως άνθρωποι σε σχέση με τον μέσο όρο». Σίγουρα, οι ανυπόγραφες κριτικές δεν είναι η πιο γενναία στάση. Παράλληλα όμως δεν είναι κάπως παράξενο ένας τόσο επιτυχημένος συγγραφέας να αγνοεί επιδεικτικά μια πλατφόρμα που, σύμφωνα με την τελευταία μέτρηση του 2023, αριθμεί περισσότερα από 150 εκατομμύρια (!) μέλη; «Τις αντιμετωπίζω όπως τα γκράφιτι στις τουαλέτες: δεν γνωρίζω ποιος τις έγραψε, τι γνώσεις έχει επί του θέματος και ποιους σκοπούς εξυπηρετούν», λέει χαρακτηριστικά.

Ένα δημοσιογραφικό θρίλερ

Στις 4 Φεβρουαρίου του 2019, ένα εκτενέστατο άρθρο του δημοσιογράφου Ίαν Πάρκερ στο περιοδικό New Yorker με τίτλο «A suspense novelist’s trail of deceptions» (Το μονοπάτι από απάτες ενός συγγραφέα θρίλερ) δημιούργησε ένα σχεδόν «διαβολικό» προφίλ για τον Έι Τζέι Φιν. Τον κατηγορούσε, μεταξύ άλλων, ότι έχει προφασιστεί πολλές φορές στη ζωή του ότι έπασχε από ανίατη ασθένεια (καρκίνο), ενώ κάτι τέτοιο δεν ίσχυε ποτέ. Επίσης, ισχυριζόταν ότι πριν αφοσιωθεί στο γράψιμο είχε πολλάκις «φουσκώσει» το βιογραφικό του για να ανελιχθεί στην εκδοτική αγορά. Πιο συγκεκριμένα, ανέφερε ότι ο Φιν είχε φοιτήσει στην Οξφόρδη, αλλά δεν είχε παραδώσει ποτέ τη διδακτορική του εργασία. Το κείμενο είναι τόσο αναλυτικό αλλά και τόσο προσεκτικά γραμμένο, ώστε να θυμίζει από μόνο του μυθιστόρημα-θρίλερ γεμάτο σασπένς και ανατροπές. Νομίζει, δηλαδή, κανείς ότι ο Φιν είναι ένας είδος «ταλαντούχου κυρίου Ρίπλεϊ» γραμμένου από τα χέρια της Πατρίσια Χάισμιθ.

«Πέρασα δύο χρόνια μελετώντας την αστυνομική λογοτεχνία στην Οξφόρδη. Ήμουν ο πρώτος που έκανα κάτι τέτοιο», ακούμε τον Αμερικανό συγγραφέα να δηλώνει περιχαρής στο podcast με τίτλο Stories behind the Story στις 8 Φεβρουαρίου 2019. Μάλιστα, αναζητώντας το όνομά του συνδυαστικά με το γνωστό κολέγιο, γρήγορα φτάνει κανείς σε μια ιστοσελίδα του New College της Οξφόρδης, ενός από τα 39 κολέγια που συναποτελούν το γνωστό πανεπιστήμιο, όπου υπάρχει ένα συγχαρητήριο σημείωμα για τον πρώην φοιτητή του τμήματος που τώρα πουλάει εκατομμύρια βιβλία.

Μιλώντας με τον A.J. Finn, τον κύριο Ρίπλεϊ της σύγχρονης λογοτεχνίας-3Το άρθρο του New Yorker ήταν η αρχή ενός καταιγισμού δημοσιευμάτων. Εκείνη την περίοδο όλος ο λογοτεχνικός κόσμος ασχολιόταν με τον Έι Τζέι Φιν: από τα ερασιτεχνικά μπλογκ μέχρι το πολιτιστικό τμήμα του Guardian. Στις 14 Φεβρουαρίου του 2019, οι New York Times τον κατηγόρησαν με άρθρο τους για λογοκλοπή, αναφέροντας ότι το Η γυναίκα στο παράθυρο έχει ύποπτα πολλές ομοιότητες με το μυθιστόρημα Saving April της Σάρα A. Ντένζιλ. Μερικές μέρες όμως αργότερα, οι Tάιμς του Λονδίνου έριξαν φως στο μυστήριο με δικό τους ρεπορτάζ, το οποίο ανέφερε ότι ο Φιν είχε παραδώσει το δικό του χειρόγραφο στον εκδότη του στα τέλη Σεπτέμβρη – αρχές Οκτώβρη του 2015, ενώ η Ντένζιλ άρχισε να γράφει το δικό της μυθιστόρημα στα τέλη Οκτωβρίου του ίδιου έτους. Καλώς ή κακώς, και μάλλον άθελά του, ο Αμερικανός συγγραφέας είχε δημιουργήσει έναν απίστευτο, πρωτόγνωρο ντόρο γύρω από το όνομά του.

«Θα έχεις παρατηρήσει ότι συνήθως δεν κάνω κάποιο σχόλιο γι’ αυτά τα άρθρα», μου λέει. «Κανείς δεν με πήρε ποτέ τηλέφωνο για να επιβεβαιώσει τα γεγονότα», συνεχίζει. Δείχνει φανερά θιγμένος αλλά και κουρασμένος με τα όσα έχει περάσει. Μάλιστα αναφέρει ότι, παρότι το δημοσίευμα των New York Times δεν βγήκε αληθινό, το άρθρο βρίσκεται ακόμα online. Για να διώξω και τις δικές μου δημοσιογραφικές τύψεις, του εκμυστηρεύομαι ότι εκείνη την περίοδο, και διαβάζοντας αναλυτικά τα άρθρα των πιο διάσημων Μέσων του πλανήτη τα οποία ασχολούνταν με το πρόσωπό του, είχα γράψει και εγώ ένα μικρό προφίλ για εκείνον, βασισμένο στα δημοσιεύματα, όπου λίγο έως πολύ υποστήριζα πως «ό,τι λάμπει δεν είναι απαραίτητα χρυσός». Για μερικά δευτερόλεπτα κοιτά παγωμένος την οθόνη, δείχνει περισσότερο κουρασμένος παρά ενοχλημένος, αλλά δεν δίνει παραπάνω σημασία. Του αναφέρω την κατηγορία σχετικά με το διδακτορικό του στην Οξφόρδη. «Ίσως, δεν το έχω πάρει. Πότε είπα εγώ ότι το έχω πάρει;», λέει φανερά ενοχλημένος, καθώς ισχυρίζεται ότι οι δημοσιογράφοι έχουν βάλει λόγια στο στόμα του που ποτέ δεν είπε.

Η εμμονή με το σασπένς

«Θέλω να τονίσω ότι ο συγκεκριμένος αρθρογράφος [Ίαν Πάρκερ του Νew Yorker] έχει κατηγορήσει και άλλους συγγραφείς εκτός από μένα, όπως η Έντνα Ο’ Μπράιεν, ότι είναι ψεύτες», λέει προσπαθώντας να ξεκαθαρίσει τη θέση του. Πράγματι, ανατρέχοντας στις δημοσιεύσεις του ίντερνετ, ανακαλύπτω ότι ο Guardian φιλοξένησε άρθρο με τίτλο «Scholars hit back over New Yorker “hatchet job” on Edna O’Brien» (Ακαδημαϊκοί αντιδρούν στη συκοφαντία του New Yorker ενάντια στην Έντνα Ο’ Μπράιεν), όπου σημειώνεται, μεταξύ άλλων, πως υπάρχουν ηθελημένες παρανοήσεις εκ μέρους του Πάρκερ ενάντια στη διάσημη Ιρλανδή συγγραφέα. Αναρωτιέμαι, λοιπόν, δύο πράγματα: πώς δεν κατέληξαν στη Δικαιοσύνη οι κατηγορίες ενάντια στον Έι Τζέι Φιν, αλλά και γιατί ο ίδιος δεν κινήθηκε νομικά αν όλα όσα γράφτηκαν ήταν ανακριβή; «Δεν έχει νόημα να κάνεις μήνυση για συκοφαντική δυσφήμηση στην Αμερική. Δεν πρόκειται ποτέ να βγάλεις άκρη», μου λέει. «Άλλωστε, είναι ο λόγος μου ενάντια στον λόγο μεγάλων δημοσιογραφικών οργανισμών». 

«Δεν έχει νόημα να κάνεις μήνυση για συκοφαντική δυσφήμηση στην Αμερική. Δεν πρόκειται να βγάλεις άκρη. Άλλωστε, είναι ο λόγος μου ενάντια στον λόγο μεγάλων δημοσιογραφικών οργανισμών». 

Πριν κλείσουμε τη βιντεοκλήση, ο Φιν επιστρέφει στην αγάπη του για τα κλασικά κινηματογραφικά θρίλερ της ασπρόμαυρης εποχής. Είναι για εκείνον ένα πολύ πιο ήρεμο μέρος, μακριά από τους διαξιφισμούς του ιντερνετικού κόσμου, εκεί όπου αρκεί μία σπίθα για να ανάψει μια ταχύτατη φωτιά. Σκέφτομαι, αλλά ντρέπομαι να του το ομολογήσω, ότι οι αφηγήσεις και των δύο πλευρών, η δική του και των δημοσιογράφων, μοιάζουν να έχουν κενά, μοιάζουν δηλαδή με υπόθεση ιδανική για ένα δικαστικό θρίλερ. Άλλωστε, όλοι τρεφόμαστε από το σασπένς, ιδιαίτερα μάλιστα όταν αυτό αφορά πραγματικές υποθέσεις με πραγματικούς ανθρώπους, για θέματα που δεν μας επηρεάζουν σε προσωπικό επίπεδο. Ή, όπως διαβάζουμε στο Η γυναίκα στο παράθυρο, «Το να παρακολουθείς τους άλλους είναι σαν τις φωτογραφίες άγριας φύσης: δεν επεμβαίνεις στην άγρια ζωή».

Το Τέλος ιστορίας του Έι Τζέι Φιν κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός, σε μετάφραση Χρήστου Καψάλη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT