«Δες τους, τι ιστορία!»: Δύο Βρετανοί δημοσιογράφοι θυμούνται το Euro 2004

«Δες τους, τι ιστορία!»: Δύο Βρετανοί δημοσιογράφοι θυμούνται το Euro 2004

Και σχολιάζουν το πώς εκείνη η τεράστια έκπληξη επηρέασε το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο

4' 10" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Λέγαμε ότι δεν μπορεί, κάποιος θα τους σταματήσει»

Ίεν Μάκιντος, managing editor του The Athletic

Εκείνη την εποχή, στη βρετανική τηλεόραση βλέπαμε ελάχιστο ποδόσφαιρο πέρα από τους αγώνες του αγγλικού πρωταθλήματος. Γνωρίζαμε παίκτες όπως ο Θοδωρής Ζαγοράκης και ο Στέλιος Γιαννακόπουλος, που είχαν περάσει ή έπαιζαν στην Πρέμιερ Λιγκ, αναγνωρίζαμε στο πρόσωπο του Άγγελου Χαριστέα έναν κλασικό ψηλό στράικερ, από αυτούς που ονομάζουμε «target men» στην Αγγλία, αλλά, σε γενικές γραμμές, δεν είχαμε ιδέα για τους παίκτες που στελέχωναν εκείνη την Εθνική Ελλάδας. Έτσι, κανένας δεν πίστευε αυτό που έβλεπε στα μάτια του. Έχω την αίσθηση ότι καταλάβαμε τι έχει συμβεί μόνο αφού ο διαιτητής σφύριξε τη λήξη του τελικού με την Πορτογαλία. 

Σε κάθε βήμα του Euro 2004 λέγαμε μεταξύ μας: «Δεν μπορεί, κάποιος θα τους σταματήσει». Θα ήταν οι Γάλλοι, θα ήταν οι Τσέχοι ή έστω οι Πορτογάλοι που θα εμφανίζονταν διαβασμένοι μετά την ήττα τους από την εθνική σας ομάδα στους ομίλους; Όλοι θεωρήσαμε ότι ήταν κάτι το μαγικό. Μια Εθνική Ελλάδας από την οποία κανείς δεν περίμενε κάτι σημαντικό, να ρίχνει ξανά και ξανά στο καναβάτσο ενδεκάδες γεμάτες σταρ, κερδίζοντας μερικές από τις καλύτερες εθνικές ομάδες στην Ευρώπη. Δεν νομίζω ότι θα βρείτε ούτε έναν Άγγλο φίλαθλο που να μη λάτρεψε το γεγονός ότι οι Έλληνες τα έβαλαν με όλους και βγήκαν νικητές.

Άλλωστε, το ποδόσφαιρο είναι ένα ομαδικό άθλημα· για να κερδίσει μια ομάδα, παίζει ρόλο ο προπονητής, παίζει ρόλο το κλίμα στα αποδυτήρια. Αν είχε να κάνει μόνο με το ατομικό ταλέντο, τότε παίκτες όπως ο Τζορτζ Μπεστ θα κέρδιζαν συνεχώς τα Μουντιάλ. Πολλές φορές στο σύγχρονο ποδόσφαιρο παρασυρόμαστε από τους σελέμπριτι και τους σούπερ σταρ, ξεχνώντας το πόσο υπέροχο άθλημα είναι. Η Ελλάδα του 2004 διαθέτει εκλεκτικές συγγένειες με μια άλλη μεγάλη ποδοσφαιρική έκπληξη, παρά τις μεταξύ τους διαφορές: τη Λέστερ της σεζόν 2015-2016 που κέρδισε την Πρέμιερ Λιγκ. Είναι δύο περιπτώσεις που μας υπενθύμισαν με διαφορά έντεκα χρόνων ότι τα πάντα είναι εφικτά όταν μια ομάδα διαθέτει θάρρος, πλάνο και συνοχή.

«Σε όλους αρέσει ένα αουτσάιντερ» 

Νικ Άμες, ανταποκριτής ευρωπαϊκών αθλημάτων, Guardian

Στην αρχή δεν περίμενα πολλά από την Ελλάδα. Πολλοί που είχαν παρακολουθήσει την προηγούμενη εμφάνισή της στο Μουντιάλ των ΗΠΑ το 1994, είχαν δει πως δεν είχε πάει τόσο καλά, έτσι το 2004 κανείς δεν της έδινε σημασία. Στο πρώτο παιχνίδι όμως, κόντρα στην Πορτογαλία, η Ελλάδα προκάλεσε ένα τρομερό σοκ και μετά από αυτό τράβηξε την προσοχή του κόσμου.

«Δες τους, τι ιστορία!»: Δύο Βρετανοί δημοσιογράφοι θυμούνται το Euro 2004-1
Ο Ότο Ρεχάγκελ μετά τη λήξη του τελικού: Η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια Ευρώπης. (Φωτογραφία: THOMAS KIENZLE/AP)

Θυμάμαι ανθρώπους να αναρωτιούνται αν «είναι η Πορτογαλία πολύ αγχωμένη ή η Ελλάδα πολύ καλή». Στο δεύτερο παιχνίδι με την ισοπαλία με την Ισπανία, μπήκαν στη σειρά δύο καλά αποτελέσματα και ο κόσμος άρχισε να παίρνει στα σοβαρά την ομάδα. Θυμάμαι να βλέπω το παιχνίδι και να σκέφτομαι ότι κάτι χτίζεται εδώ.

Το παιχνίδι που ξεχωρίζει στη μνήμη μου είναι αυτό με τη Γαλλία. Κανένας δεν πίστευε ότι η Ελλάδα έχει κάποια ελπίδα. Όλοι στην Αγγλία κοιτούσαν τότε αυτή την ομάδα και σκέφτονταν: «Μπορούν να το κάνουν». Οι Έλληνες είχαν ισορροπία, πολύ σκληρή άμυνα και όταν έβγαιναν στην επίθεση, ήταν πάρα πολύ αποτελεσματικοί. Είχαν μια νοοτροπία στο γήπεδο που έδειχνε ότι ήταν έτοιμοι να πεθάνουν ο ένας για τον άλλο. Η νίκη της Ελλάδας έκανε τον κόσμο να αρχίσει να συζητά περισσότερο για το πώς μπορείς να κερδίσεις ένα διεθνές τουρνουά. 

Ο Ρεχάγκελ ήταν φανταστικός και νομίζω συνέβαλε στην τάση οι μεγαλύτεροι σε ηλικία προπονητές να τα πηγαίνουν καλά σε διεθνή τουρνουά. Μιλάμε για έμπειρους προπονητές που ξέρουν να δίνουν σχήμα σε μια ομάδα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Σε αυτά τα τουρνουά δεν έχεις πολύ χρόνο, πολλές χώρες σκέφτονται ότι χρειάζονται έναν έμπειρο προπονητή που ξέρει πώς να κουρδίσει μια ομάδα γρήγορα και αποτελεσματικά.

Όσον αφορά το στιλ ποδοσφαίρου, πολύς κόσμος σκέφτηκε ότι η ελληνική ομάδα δεν δημιουργεί πολλές ευκαιρίες, κερδίζει παιχνίδια με ένα γκολ, όμως πάντα πίστευα ότι υπάρχει κάτι όμορφο σε αυτό, είναι μεγάλη ικανότητα να διαχειρίζεσαι τους παίκτες της άλλης ομάδας και να μπορείς να αρπάξεις την ευκαιρία σου όταν αυτή εμφανίζεται. Δεν νομίζω πως η Ελλάδα έπαιζε τόσο άσχημο ή βαρετό ποδόσφαιρο όσο ο κόσμος έλεγε τότε. Αν δεις τα παιχνίδια ξανά, είχατε ένα καλό κέντρο που δούλευε σκληρά, με παίκτες όπως ο Καραγκούνης. Δεν ήταν μια ομάδα που έπαιζε ποδόσφαιρο με μεγάλες μπαλιές και χτυπούσε τους αντιπάλους. Νομίζω πως αυτή είναι μια λανθασμένη αντίληψη. 

Υπήρχαν κάποια αρνητικά σχόλια στα μέσα για τον τρόπο του παιχνιδιού, αλλά νομίζω πως σε όλους αρέσει ένα αουτσάιντερ και στην Αγγλία τα λατρεύουμε. Μετά το ματς με τη Γαλλία, που ήταν μεγάλο σοκ, ο κόσμος έλεγε: «Δες τους, τι ιστορία!». Οι περισσότεροι ήθελαν η Ελλάδα να κερδίσει τον τελικό και, αν κοιτάξω πίσω στην Αγγλία του 2004, νομίζω πως ο κόσμος ήταν χαρούμενος που η Ελλάδα έφτασε μέχρι το τέλος. Το έκαναν παίζοντας με έναν συγκεκριμένο τρόπο, παίρνοντας αποτελέσματα απέναντι σε ομάδες που ήταν αντικειμενικά καλύτερες, δεν θα έβρισκες κανέναν που να έλεγε πως ήταν απλώς τυχεροί, γιατί δεν μπορείς να είσαι τυχερός συνέχεια απέναντι σε τόσο καλές ομάδες.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT