Κάβε Ακμπάρ, ένας σούπερ σταρ των γραμμάτων

Κάβε Ακμπάρ, ένας σούπερ σταρ των γραμμάτων

Απεξαρτήθηκε από τις καταχρήσεις, γνώρισε τη δόξα γράφοντας ποίηση, και με το πρώτο του μυθιστόρημα κάνει όλο τον λογοτεχνικό κόσμο να μιλάει για εκείνον

7' 8" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Όταν ο Κάβε Ακμπάρ είχε θέμα με το αλκοόλ, συχνά ξυπνούσε για να βρει καινούργιες μελανιές ή πληγές στο σώμα του ή για να διαπιστώσει ότι είχε χάσει τα γυαλιά του, το πορτοφόλι του ή το αυτοκίνητό του. Όταν άνοιγε τα μάτια του, μπορεί να βρισκόταν σε κάποιο σοκάκι αντί για το διαμέρισμά του. Κάποτε, μάλιστα, σηκώθηκε από το κρεβάτι του και συνειδητοποίησε ότι δεν μπορούσε να περπατήσει. Είχε σπάσει τη λεκάνη του. Εκείνη την εποχή δεν υπήρχε τίποτα στη ζωή του, λέει ο ίδιος, που να έδειχνε ότι θα εξελισσόταν καλά.

Και όμως, απεξαρτήθηκε από το αλκοόλ και στα χρόνια που ακολούθησαν παντρεύτηκε, βρήκε δουλειά ως καθηγητής δημιουργικής γραφής στο Πανεπιστήμιο της Αϊόβα και έγραψε ποίηση που τιμήθηκε με μια σειρά από βραβεία. Πριν από λίγο καιρό, εκδόθηκε το πρώτο του μυθιστόρημα από τον οίκο Knopf (Σ.τ.Μ.: στα ελληνικά, το Μάρτυς! κυκλοφόρησε μόλις από τις εκδόσεις Ίκαρος, σε μετάφραση Μυρσίνης Γκανά). «Πριν από έντεκα χρόνια, κατουριόμουν πάνω στο κρεβάτι μου», λέει. «Και τώρα ζω αυτή τη ζωή».

Κάβε Ακμπάρ, ένας σούπερ σταρ των γραμμάτων-1

Το μυθιστόρημα του Ακμπάρ ακολουθεί την πορεία του Σάιρους, ενός νεαρού Ιρανοαμερικανού που μεγαλώνει κουβαλώντας την ιστορία του θανάτου της μητέρας του, η οποία πέθανε ως επιβαίνουσα στο εμπορικό αεροσκάφος που εκτελούσε την πτήση 655 της Iran Air. Το συγκεκριμένο αεροσκάφος καταρρίφθηκε από το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ το 1988, ενώ πετούσε προς το Ντουμπάι των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν όλοι οι επιβαίνοντες. Ο Σάιρους περιγράφει τον θάνατο της μητέρας του ως ένα «λάθος στρογγυλοποίησης» – αν ο αριθμός των νεκρών ήταν 289 αντί για 290, δεν θα άλλαζε η ευρύτερη σημασία του γεγονότος.

Ο Σάιρους, που τον μεγάλωσε στις Ηνωμένες Πολιτείες ο πατέρας του, αισθάνεται χαμένος. Έχει παλέψει με τον εθισμό του στις ουσίες και στο αλκοόλ, με την κατάθλιψη και, καθώς διακατέχεται από μια αυτοκτονική απόγνωση, του έχει γίνει έμμονη ιδέα το να δώσει νόημα στον θάνατό του. Όταν διαβάσει για μια εικαστικό που πεθαίνει από καρκίνο και έχει αποφασίσει να περάσει τις τελευταίες μέρες της σε ένα μουσείο –ζώντας, τρώγοντας και κοιμώμενη εκεί–, θα ταξιδέψει έως τη Νέα Υόρκη για να τη συναντήσει.

Η Τζόρνταν Πάβλιν, επικεφαλής του εκδοτικού ομίλου Knopf, λέει ότι το θαυμαστικό στον τίτλο του μυθιστορήματος μαρτυράει όλα όσα πρέπει να γνωρίζει κανείς για το συναισθηματικό του ύφος. «Μία φορά κάθε μερικά χρόνια», λέει η Πάβλιν, «προσγειώνεται στο γραφείο σου ένα χειρόγραφο που σε κάνει να θέλεις να σηκωθείς και να φωνάξεις από ενθουσιασμό».

Εν αρχή ην η ποίηση

Ο Ακμπάρ, 35 ετών σήμερα, γνώρισε αρχικά την αναγνώριση ως ποιητής, κερδίζοντας για το έργο του μια σειρά από υποτροφίες και βραβεία Pushcart (πρόκειται για έναν έγκριτο ετήσιο αμερικανικό λογοτεχνικό θεσμό που διοργανώνεται από τον οίκο Pushcart Press· βραβεύει έργα ποίησης και πεζά μικρής φόρμας, που δημοσιεύονται από μικρούς εκδοτικούς οίκος). Η δεύτερη ποιητική του συλλογή που φέρει τον τίτλο Κώδωνας προσκυνητή (Pilgrim Bell), εκδόθηκε το 2021. Στο ποίημα Δεν μπορεί να υπάρξει ατύχημα του πνεύματος (There Is No Such Thing as an Accident of the Spirit) γράφει: 

«Μπορείς να κόψεις το σώμα στη μέση
όπως ένα κερί για να διπλασιάσεις το φως του,
αλλά πρέπει να προετοιμαστείς
για ορισμένες συνέπειες.
Ό,τι γνωρίζω για την επιστήμη 
–οι νευρώνες, τα νετρίνα, οι μεταδοτικές
ασθένειες– θα μπορούσε να χωρέσει μέσα
σε μια οδοντογλυφίδα, θα περίσσευε και ξύλο.
Φύσηξέ το να πάει μακριά, όπως μια βλεφαρίδα ή
το φως της λάμπας. Δείξε μου ένα θεριό
που να αγαπάει τον εαυτό του τόσο ανελέητα
όσο ο άνθρωπος, ακόμα και ο πιο δυστυχισμένος.
Θα περιμένω».*

Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αποφάσισε να δοκιμάσει τις δυνατότητές του στην πεζογραφία της μεγάλης φόρμας. Ενώ οι άλλοι μάθαιναν να χορεύουν σάλσα ή να μιλούν γερμανικά, λέει, ο ίδιος υπέβαλε τον εαυτό του σε μια «δίαιτα αφηγημάτων» που περιλάμβανε το διάβασμα δύο μυθιστορημάτων την εβδομάδα και την παρακολούθηση μιας ταινίας τη μέρα.

«Ήταν ένα είδος εκπαίδευσης που βασίστηκε πλήρως στην κλεπτομανία», λέει. «Διάβαζα Άνι Ντίλαρντ και έκλεβα κάτι, διάβαζα Μπόλντγουιν και έκλεβα κάτι, διάβαζα Μόρισον και έκλεβα κάτι, διάβαζα Ναμπόκοφ και έκλεβα κάτι. Όπως, ας πούμε, έναν τρόπο για να περάσει ένας χαρακτήρας μου μια πύλη ή έναν τρόπο για να εξηγήσω το πώς ένα συγκεκριμένο άτομο βρήκε τα χρήματα για να μπει σε ένα αεροπλάνο και να καταφέρει να κάνει αυτή τη συζήτηση που ήθελα να κάνει».

Κάβε Ακμπάρ, ένας σούπερ σταρ των γραμμάτων-2Ενώ βρισκόταν στο στάδιο της συγγραφής του έργου του, συνήθως κάθε Παρασκευή, έστελνε τις σελίδες που ολοκλήρωνε σε έναν φίλο του, τον μυθιστοριογράφο Τόμι Όραντζ, του οποίου το μυθιστόρημα There There συμπεριλήφθηκε στη βραχεία λίστα για το βραβείο Πούλιτζερ, στην κατηγορία της μυθοπλασίας, και έγινε μπεστ σέλερ. Οι δυο τους είχαν συναντηθεί μόνο μία φορά πριν από την πανδημία, αλλά έγιναν λογοτεχνικοί φίλοι δι’ αλληλογραφίας και ένθερμος υποστηρικτής ο ένας του άλλου. «Καταφέρνει αυτή την πραγματικά απίστευτη ισορροπία ανάμεσα στο να είναι σούπερ εγκεφαλικός και σούπερ συναισθηματικός», λέει ο Όραντζ για τον Ακμπάρ. «Πολλές φορές, όταν κάποιος έχει την ικανότητα να είναι πραγματικά εγκεφαλικός, μπορεί η δουλειά του να πάρει μια ψυχρή τροπή, αλλά εκείνος διατηρεί τη ζεστασιά στα έργα του».

Ο Ακμπάρ είναι έτσι και από κοντά. Διαθέτει ένα πολύ δυνατό και περίεργο μυαλό, χαμογελάει εύκολα και σχεδόν δονείται από ενθουσιασμό για τον κόσμο γύρω του. Όταν μιλάει, γέρνει προς τα εμπρός το κορμί του, που φτάνει σε ύψος το 1,80 μ., και περνάει τις παλάμες του μέσα από τη μαύρη χαίτη των μαλλιών του. Το φθινόπωρο που πέρασε, κατά τη διάρκεια μιας βόλτας μας στο Σέντραλ Παρκ, στη Νέα Υόρκη, μου έδειχνε επανειλημμένα τους πήχεις του, για να μου δώσει να καταλάβω ότι η συζήτησή μας τον είχε κάνει να ανατριχιάσει.

«Είναι πιο ενθουσιώδης από οποιονδήποτε άλλο άνθρωπο έχω γνωρίσει», λέει η Πέιτζ Λιούις, η σύζυγός του. «Μπορεί, μάλιστα, να νιώσει λίγο αμήχανα όταν οι άλλοι άνθρωποι δεν είναι τόσο ενθουσιώδεις όσο εκείνος». Ο Ακμπάρ είναι σαν ένα «εκτεθειμένο νεύρο», λέει η Πάβλιν. «Είναι σαν μια καρδιά που κόβει βόλτες στον κόσμο. Και αυτή η ομορφιά βρίσκεται παντού στο μυθιστόρημά του».

Η μάχη της απεξάρτησης

Γεννημένος στην Τεχεράνη από Αμερικανίδα μητέρα και Ιρανό πατέρα, ο Ακμπάρ και η οικογένειά του μετακόμισαν στις Ηνωμένες Πολιτείες, αρχικά στην Πενσιλβάνια και στη συνέχεια στο Νιου Τζέρσεϊ, στο Ουισκόνσιν και στην Ιντιάνα. Ως παιδί ήταν σπασικλάκι και πολύ μπροστά για την ηλικία του στα μαθηματικά και στις θετικές επιστήμες. Του άρεσε να παίζει μόνος του το παιχνίδι λέξεων Mad Libs.

Άρχισε να πίνει όταν ήταν έφηβος και μέχρι να μπει στο πανεπιστήμιο, όπως λέει, ήταν ήδη αλκοολικός. Πήγε σε ψυχίατρο. Στη συνέχεια άρχισε να του λέει ψέματα, προσποιούμενος συγκεκριμένα συμπτώματα για να του συνταγογραφήσει ο γιατρός του χάπια, τα οποία ο Ακμπάρ συχνά θα τα πουλούσε ή θα τα εμπορευόταν για να προμηθευτεί περισσότερο αλκοόλ. Όταν ήταν περίπου 25 ετών, έναν χρόνο αφότου είχε απεξαρτηθεί, ένας γιατρός τού είπε ότι το αλκοόλ είχε ήδη καταστρέψει το συκώτι του. «Δεν υπάρχει κάποιος τρόπος για να φτιάχνεσαι σε αυτόν τον κόσμο από τον οποίο να μην έχω αρρωστήσει», λέει ο Ακμπάρ.

«Δεν υπάρχει κάποιος τρόπος για να φτιάχνεσαι σε αυτόν τον κόσμο από τον οποίο να μην έχω αρρωστήσει».

Απεξαρτήθηκε από το αλκοόλ όταν έκανε το μεταπτυχιακό του, με τη βοήθεια του Νταν Μπάρντεν, ενός από τους καθηγητές του στο Πανεπιστήμιο Μπάτλερ, ο οποίος άρχισε να πηγαίνει τον Ακμπάρ σε συναντήσεις εξαρτημένων. Επί περίπου έναν μήνα, λέει ο Ακμπάρ, έσκαγε μύτη στις συναντήσεις πιωμένος και μιλούσε ακατάληπτα, περιφρονώντας τους άλλους ανθρώπους που βρίσκονταν εκεί και τα προβλήματά τους και επιμένοντας ότι ο ίδιος ήταν μια χαρά.

Μέχρι που μια μέρα, ενώ στεκόταν έξω από μια τέτοια συνάντηση και κάπνιζε, ένας ηλικιωμένος άντρας τού έθεσε μια πρόκληση: στοιχημάτισε ότι ο Ακμπάρ δεν θα μπορούσε να περάσει ούτε μία ημέρα χωρίς να πιει. Από άχτι, αφηγείται ο Ακμπάρ, θέλησε να βγάλει τον συγκεκριμένο άντρα ψεύτη. Εκείνο το βράδυ, λέει, δεν ήπιε. Ξάπλωσε στο κρεβάτι μόνος του, βιώνοντας παραισθήσεις και κάνοντας εμετό, με ένα μπουκάλι ουίσκι δίπλα στο στρώμα του. Το ίδιο συνέβη και την επόμενη νύχτα. Και μία ακόμα. Κι άλλη μία. Έκτοτε, δεν έχει ξαναπιεί.

Αυτό που κάνει είναι το να προσπαθεί να βοηθήσει και άλλους ανθρώπους να απεξαρτηθούν και να παραμείνουν καθαροί. Έχει υποστηρίξει ανθρώπους οικονομικά, έχει οργανώσει συναντήσεις μέσα σε φυλακές και σε κέντρα επανένταξης, είναι ο οικοδεσπότης ενός κύκλου νηφάλιων συγγραφέων, που συναντιούνται μία φορά τον μήνα. «Η αίσθηση του μαστιγίου είναι πανταχού παρούσα, όπως και η αίσθηση της ενοχής του επιζώντος», λέει ο Ακμπάρ για την αλλαγή των συνθηκών υπό τις οποίες ζει. «Σκέφτομαι, λοιπόν, πολύ την ευθύνη που προέρχεται από το γεγονός ότι επέζησα, σκέφτομαι πολύ το πώς πρέπει να περάσω τον χρόνο που μου δόθηκε».

*Η ποιητική συλλογή Pilgrim Bell δεν έχει μεταφραστεί στα ελληνικά. Η απόδοση του ποιήματος είναι δική μας.

Το μυθιστόρημα Μάρτυς! κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ίκαρος, σε μετάφραση Μυρσίνης Γκανά.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT