Στην πιο θρυλική «ελληνική» ταβέρνα του Σικάγου

Στην πιο θρυλική «ελληνική» ταβέρνα του Σικάγου

Τι ακούσαμε και τι συζητήσαμε στο Billy Goat Tavern, το διάσημο μπεργκεράδικο της ομογένειας που «δεν σερβίρει Ρεπουμπλικάνους»

8' 32" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η λεωφόρος Μίσιγκαν είναι ένας από τους ομορφότερους δρόμους του Σικάγο, με εντυπωσιακούς ουρανοξύστες που ξεκινούν από την εποχή της αρ ντεκό και φτάνουν μέχρι τον πεντάστερο πύργο-ξενοδοχείο του Ντόναλτ Τραμπ. Περπατώντας στα φαρδιά, δεντροφυτεμένα της πεζοδρόμια, συναντάς κάποιες από τις ακριβότερες μπουτίκ της πόλης – δεν είναι άλλωστε τυχαίο που το παρατσούκλι της συγκεκριμένης γειτονιάς είναι «Μεγαλοπρεπές Μίλι». Υπάρχει, ωστόσο, ένα παράλληλο σύμπαν που κρύβεται κάτω από τη λαμπερή λεωφόρο, και αυτό το ανακαλύπτεις όταν κατεβαίνεις τα σκαλιά που οδηγούν στο χαμηλότερό της επίπεδο. Αποκαλύπτεται ξαφνικά μπροστά σου μια πελώρια υπογειοποιημένη διασταύρωση. Αυτό που τραβάει την προσοχή μέσα στο σκοτάδι είναι οι νοσταλγικές επιγραφές από νέον στα παράθυρα ενός ημιυπόγειου μαγαζιού στα δεξιά. Πρόκειται για το Billy Goat Tavern, ένα ζωντανό κομμάτι της ιστορίας των Ελλήνων του Σικάγο, το φαγάδικο που εγκαινίασαν το 1964 ο Βασίλης Σιάνης και ο ανιψιός του, Σωτήρης, μετανάστες από τον Παλιόπυργο Αρκαδίας. 

Στην πιο θρυλική «ελληνική» ταβέρνα του Σικάγου-1
Καρό τραπέζια, vintage καρέκλες και κρεμαστές οθόνες στήνουν το σκηνικό για ένα κλασικό στέκι τόσο των Αμερικανών όσο και της ομογένειας.

Με το που μπαίνω στο Billy Goat Τavern, ακούω τον ταμία να φωνάζει δυνατά: «Τσίζμποργκερ, τσίζμποργκερ, τσίζμποργκερ!» και βλέπω ανθρώπους όλων των ηλικιών να περιμένουν στη σειρά για να δώσουν τη δική τους παραγγελία. Η γκριλιέρα δεσπόζει στο κέντρο του χώρου και ακριβώς από πάνω της βρίσκεται ο τιμοκατάλογος σε μορφή φωτεινής επιγραφής: το cheezborger στοιχίζει 5,99 δολάρια, τα αυγά με μπέικον 7,59 και το ribeye steak 11,29. Το μενού περιλαμβάνει μερικές ακόμα επιλογές, αλλά οι περισσότεροι πελάτες έρχονται για να τιμήσουν τα μπέργκερ, τα οποία και αποτελούν παράδοση εδώ. 

Περιμένοντας να συναντήσω τον Μπιλ Σιάνη, σημερινό ιδιοκτήτη του μαγαζιού, ρίχνω μια ματιά στα αποκόμματα εφημερίδων στους τοίχους. Φτάνουν μέχρι και το 1934, όταν ο Βασίλης Σιάνης άνοιξε το πρώτο Billy Goat Tavern απέναντι από το τότε Στάδιο του Σικάγο. Το μάτι μου πέφτει σε ένα δημοσίευμα του 1944 που φέρει τον τίτλο «Δεν σερβίρουμε σε Ρεπουμπλικάνους» και από την πληροφορία αυτή ξεκινά η συζήτησή μας με τον Μπιλ σχετικά με την ιστορία του μαγαζιού και τη σύνδεσή του με την πολιτική ζωή των ΗΠΑ. Βασικός πρωταγωνιστής της ιστορίας είναι ο θείος του, Βασίλης Σιάνης, ο οποίος τόλμησε το 1944 να προκαλέσει τους Ρεπουμπλικάνους αναρτώντας την παραπάνω επιγραφή έξω από το κατάστημά του. Το αποτέλεσμα ήταν να τους κάνει να διεκδικούν με πείσμα το ποτό τους στην μπάρα του Billy Goat Tavern και εγκαινίασε, κατά κάποιον τρόπο, μια διαχρονική σχέση του μαγαζιού με τους πολιτικούς. 

Στην πιο θρυλική «ελληνική» ταβέρνα του Σικάγου-2
Οι τοίχοι είναι γεμάτοι με χαρακτηριστικές φωτογραφίες από την ίδρυση του μαγαζιού, το 1934, μέχρι και σήμερα. 

Obama burger και κονκάρδες του Νίξον

Εκτός από τους Ρεπουμπλικάνους, πολλοί υποψήφιοι γερουσιαστές και δήμαρχοι έχουν επιδιώξει να βρεθούν και να φωτογραφηθούν στο μαγαζί, επειδή ακριβώς συχνάζουν εδώ άνθρωποι όλων των κοινωνικών προφίλ. Στον τοίχο υπάρχει μάλιστα και μια γελοιογραφία της εφημερίδας Chicago Sun-Times που σατιρίζει τον Τζορτζ Μπους, απεικονίζοντάς τον προβληματισμένο για το ποιο κρασί θα ταίριαζε καλύτερα με το μπέργκερ του. Αγαπημένη επιλογή πολλών θαμώνων, όπως εξηγεί ο Μπιλ, αποτελεί το «Obama burger», το μπέργκερ με διπλό τυρί, αυγό, μπέικον και ψητό κρεμμύδι, που έτρωγε αργά το βράδυ το επιτελείο του Μπαράκ Ομπάμα κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του 2008. 

Ανάμεσα στα κειμήλια στις προθήκες του Billy Goat Tavern περιλαμβάνονται και αμέτρητες κονκάρδες προεκλογικών εκστρατειών, από αυτήν του Τζον Κένεντι και του Τζίμι Κάρτερ μέχρι εκείνη του Λίνκολν και μία ακόμα που αντί για το όνομα κάποιου πολιτικού, φέρει πάνω της τις λέξεις «beat the machine». Ζητώ τη βοήθεια του Μπιλ για να καταλάβω τι σημαίνει το σύνθημα αυτό και εκείνος μου εξηγεί ότι αναφέρεται στην αγανάκτηση των Αμερικανών της δεκαετίας του 1960 με πολιτικούς που διόριζαν σε καίριες θέσεις τους γνωστούς τους, χωρίς αυτοί να είναι απαραίτητα ικανοί να αντεπεξέλθουν στα καθήκοντά τους. Ανταλλάσσουμε ένα συνωμοτικό χαμόγελο, πριν διαπιστώσουμε άλλη μία απρόσμενη ομοιότητα ανάμεσα στην αμερικανική και την ελληνική πραγματικότητα: την αφόρητη πίεση που ασκεί σε μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας η διαρκής άνοδος του κόστους ζωής. 

Στην πιο θρυλική «ελληνική» ταβέρνα του Σικάγου-3
Ο Μπιλ Σιάνης, ιδιοκτήτης τρίτης γενιάς, μπροστά στους πίνακες που φιλοτέχνησε ο ίδιος.

Το Billy Goat Tavern έχει, ωστόσο, καθιερωθεί ως χώρος στον οποίο οι άνθρωποι έρχονται για να περάσουν καλά. Η μπριόζικη ατμόσφαιρα του μαγαζιού ενέπνευσε τον κωμικό Τζον Μπελούσι να φτιάξει ένα σκετσάκι για τη δημοφιλή τηλεοπτική εκπομπή Saturday Night Live, το 1978. Το σκετς ξεκινά με τον Έλληνα ταμία να φωνάζει φουριόζικα στον ψήστη «τσίζμποργκερ, τσίζμποργκερ, τσίζμποργκερ!» για κάθε νέα παραγγελία που παίρνει, ενώ οι Αμερικανοί πελάτες παρακολουθούν αλαφιασμένοι, προσπαθώντας να καταλάβουν αν τους βρίζει.

Το σκετς συνεχίζεται με άλλα στιγμιότυπα τυπικά του έντονου μεσογειακού ταμπεραμέντου του μαγαζιού και εξακολουθεί να αποτελεί σημείο αναφοράς για τους οπαδούς του Billy Goat Tavern – θα το βρείτε ακόμα και στην ιστοσελίδα του μαγαζιού, billygoattavern.com. Το δε προσωπικό του καταστήματος φροντίζει πάντα να κρατάει την παράδοση του «τσίζμποργκερ» ζωντανή, προκαλώντας ενθουσιασμό στους επισκέπτες που τη βιώνουν για πρώτη φορά και νοσταλγία στους μόνιμους θαμώνες του. Στα βίντατζ τραπέζια της δεκαετίας του ’60 παρατηρώ ανθρώπους όλων των προφίλ: έναν ηλικιωμένο κύριο που έφερε για πρώτη φορά τα εγγόνια του στο στέκι του, μια οικογένεια ταξιδιωτών από γειτονική πολιτεία, ένα ζευγάρι που πίνει την μπίρα του στο μπαρ.  

Στην πιο θρυλική «ελληνική» ταβέρνα του Σικάγου-4
H Χίλαρι Κλίντον, ως Πρώτη Κυρία, στο Billy Goat Tavern, το 1996, με τον θρύλο των Chicago Cubs Έρνι Μπανκς.

Πολιτική συζήτηση στην μπάρα

Στην άλλη άκρη της μπάρας κάθεται ένας κύριος που παρακολουθεί εδώ και ώρα τη συζήτησή μας με τον Μπιλ. Και, μέσα στην ατμόσφαιρα οικειότητας που δημιουργεί ένας φιλόξενος χώρος, με ρωτά στα ελληνικά αν θα με ενδιέφερε να ακούσω την άποψή του. «Η κατάσταση στην Αμερική είναι πλέον κάτι παραπάνω από δύσκολη», λέει. Ανταλλάσσουμε μια χειραψία. Είναι 50 χρονών, δικηγόρος. Επισημαίνει ότι η επιλογή μεταξύ Ντόναλντ Τραμπ και Κάμαλα Χάρις δεν είναι τόσο απλή όσο δείχνει. «Δεν είναι μόνο οι “τρελοί” εκείνοι που θα ψηφίσουν τον Τραμπ, αλλά και πολλοί άνθρωποι που φοβούνται σχετικά με την πορεία της οικονομίας της χώρας. Ανάμεσά τους και αρκετοί ομογενείς», προσθέτει. «Η κατάσταση είναι τοξική τόσο σε πολιτικό, όσο και σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Ανεξάρτητα από το ποιος θα βγει, είναι εντελώς αβέβαιο το τι θα ακολουθήσει. Ίσως για πρώτη φορά μεταπολεμικά το μέλλον των παιδιών μας προδιαγράφεται χειρότερο από το δικό μας», καταλήγει και κάνει νόημα ζητώντας μία ακόμα μπίρα. 

Ρωτώ τον Μπιλ πώς αφουγκράζεται ο ίδιος το πολιτικό βαρόμετρο μέσα από τις συζητήσεις που ακούει στο μαγαζί του και απαντά με αφοπλιστική ηρεμία ότι για την πλειονότητα μάλλον δεν έχει ιδιαίτερη σημασία το αν θα επικρατήσουν οι Δημοκράτες ή η Ρεπουμπλικάνοι. «Σίγουρα υπάρχουν κάποιοι που έχουν ακραίες απόψεις και επιδιώκουν να τραβούν την προσοχή υποστηρίζοντας ένθερμα ένα από τα δύο κόμματα, αλλά οι περισσότεροι άνθρωποι ενδιαφέρονται κυρίως για το αίσθημα ασφάλειας και ηρεμίας», προσθέτει. «Πολλές φορές οι ειδήσεις θέλουν να μας δώσουν την εντύπωση ότι επικρατεί διχασμός, αλλά αυτό που θέλουν στ’ αλήθεια οι Αμερικανοί είναι να νιώσουν ενωμένοι», καταλήγει.

Στην πιο θρυλική «ελληνική» ταβέρνα του Σικάγου-5
Το διάσημο Obama Burger.

Αμερικανικό όνειρο σε κρίση

Στο άτυπο μουσείο που αποτελούν οι τοίχοι του Billy Goat Tavern ξεχωρίζουν και αρκετά στοιχεία σχετικά με το πώς βίωσαν το αμερικανικό όνειρο οι τρεις διαφορετικές γενιές της οικογένειας. Η ιστορία του «παππού Βασίλη», όπως αποκαλεί ο Μπιλ τον θείο του, ξεκίνησε το 1912, όταν και πρωτοήρθε στην Αμερική σε ηλικία 16 ετών, με αποταμίευση μόλις πέντε δολαρίων. Ο ευρηματικός πιτσιρικάς από την ορεινή Αρκαδία κέρδισε τα πρώτα του χρήματα δουλεύοντας ως λούστρος και πωλητής εφημερίδων και εξελίχθηκε σε διορατικό επιχειρηματία ο οποίος, με την ανακοίνωση της λήξης της ποτοαπαγόρευσης, ξεκίνησε να ψάχνει για το σωστό σημείο για να ανοίξει ένα tavern, ένα κατάστημα που σερβίρει δηλαδή αλκοόλ και απλό φαγητό. Η πληθωρική του προσωπικότητα τον έκανε ιδιαίτερα δημοφιλή, ενώ η διάθεσή του να διασκεδάζει τους πελάτες του φαίνεται ξεκάθαρα μέσα από την ασπρόμαυρη φωτογραφία στην οποία, ντυμένος «στην πένα», κρατάει στην αγκαλιά του ένα κατσίκι. Πρόκειται για το ζωντανό που βρέθηκε τυχαία μια μέρα μπροστά στην πόρτα του μαγαζιού του, την εποχή που οι δρόμοι του Σικάγο ήταν γεμάτοι από φορτηγά που κατευθύνονταν στα σφαγεία. Ο Σιάνης άδραξε την ευκαιρία να το υιοθετήσει και να το μετατρέψει σε μασκότ, αφήνοντας μάλιστα και ο ίδιος γενάκι σαν εκείνο του τράγου. «Ο παππούς Βασίλης έκανε μάρκετινγκ πριν ακόμα καθιερωθεί ο όρος!», επισημαίνει ο Μπιλ. 

Στην πιο θρυλική «ελληνική» ταβέρνα του Σικάγου-6
Ο Τζορτζ Μπους γευματίζει στο διάσημο στέκι τον Δεκέμβριο του 1991.

Πέρα από την ικανότητά του να διασκεδάζει τους πελάτες του με διάφορα ευρήματα, κεντρικό στοιχείο της επιτυχίας του Βασίλη Σιάνη ήταν η πηγαία του επιθυμία να τους περιποιείται και, εφόσον υπήρχε ανάγκη, να τους βοηθά. Οι ίδιες αξίες χαρακτηρίζουν και τον ενενηντάχρονο πλέον πατέρα του Μπιλ, ο οποίος κατάφερε στη δική του θητεία να επεκτείνει το Billy Goat Tavern σε επτά ακόμα σημεία στο Σικάγο. Όπως έγραψε γι’ αυτόν ο βραβευμένος με Πούλιτζερ δημοσιογράφος Μάικ Ρόικο, «ο Σιάνης είναι όλα όσα αντιπροσωπεύει το αμερικανικό όνειρο – και ταυτόχρονα, τόσο καλός και πιστός φίλος όσο θα μπορούσε κανείς να ελπίζει». 

Το αμερικανικό όνειρο αποδεικνύεται βέβαια κάπως πιο ζόρικο στη σημερινή εποχή. Ο κλάδος της εστίασης στις ΗΠΑ δυσκολεύτηκε να ανακάμψει από τις καραντίνες της πανδημίας, ενώ η συνεχής άνοδος στις τιμές των πρώτων υλών και τα εργατικά κόστη έχουν αναγκάσει πολλά μικρά εστιατόρια να κλείσουν. Το προσωπικό πλέον είναι κυρίως λατινοαμερικανικής καταγωγής, αφού τα περισσότερα παιδιά των 250.000 ομογενών του Σικάγο έχουν σπουδάσει στο πανεπιστήμιο και ακολουθούν διαφορετικού είδους καριέρα. Ο ίδιος ο Μπιλ είναι πτυχιούχος αρχιτεκτονικής ενώ, αντίστοιχα, ένα από τα αδέρφια του είναι δικαστής και ένα άλλο ορκωτός λογιστής. Παρά τις σπουδές του, επέλεξε συνειδητά να αφοσιωθεί στην οικογενειακή επιχείρηση. «Μέσα σε αυτόν τον χώρο μεγάλωσα από μικρό παιδί. Το βλέπω περισσότερο σαν σπίτι μου, παρά σαν δουλειά», εξηγεί.

Στην πιο θρυλική «ελληνική» ταβέρνα του Σικάγου-7
Στις προθήκες περιλαμβάνονται και αμέτρητες κονκάρδες προεκλογικών εκστρατειών, από αυτήν του Τζον Κένεντι και του Τζίμι Κάρτερ μέχρι εκείνη του Λίνκολν. 

Τα λόγια του πιστοποιούν και οι τρεις καλαίσθητοι ζωγραφικοί πίνακες που κρέμονται στον τοίχο της πλαϊνής σάλας. Σε έναν από αυτούς, ο Σωτήρης Σιάνης απεικονίζεται πίσω από την μπάρα, παρέα με επιφανείς θαμώνες, μεταξύ των οποίων και ο Μάικ Ρόικο. Σε έναν άλλο, ο Βασίλης Σιάνης προσπαθεί να μπει στο γήπεδο των Chicago Cubs μαζί με το κατσίκι του, για να φέρουν γρουσουζιά στην αντίπαλη ομάδα. Στους πίνακες αυτούς, ζωγραφισμένους από τον ίδιο τον Μπιλ, αποτυπώνεται ο γοητευτικός τρόπος με τον οποίο το ελληνικό πνεύμα προσαρμόστηκε στα δεδομένα της Αμερικής, αλλά και γενικότερα μια εποχή για τις ΗΠΑ που φαίνεται να έχει πια τελειώσει.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT