Μάρτιν Σκορσέζε: Ο τελευταίος σοφός και το πρώτο του γουέστερν – Στο περιοδικό «Κ» αυτή την Κυριακή με την «Καθημερινή»

Μάρτιν Σκορσέζε: Ο τελευταίος σοφός και το πρώτο του γουέστερν – Στο περιοδικό «Κ» αυτή την Κυριακή με την «Καθημερινή»

1' 55" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Η δυαδική υπόσταση του Χριστού στάθηκε για μένα πάντα βαθύ, ανεξερεύνητο μυστήριο· η λαχτάρα, η τόσο ανθρώπινη, η τόσο υπεράνθρωπη, να φτάσει ο άνθρωπος έως τον Θεό – ή, πιο σωστά, να επιστρέψει ο άνθρωπος στον Θεό και να ταυτιστεί μαζί του· η νοσταλγία αυτή, η τόσο μυστική και συνάμα τόσο πραγματική, άνοιγε μέσα μου πληγές και πηγές μεγάλες».

Αυτά είναι βέβαια τα λόγια του Νίκου Καζαντζάκη, οι πρώτες γραμμές της εισαγωγής του Τελευταίου πειρασμού, λόγια που ο Μάρτιν Σκορσέζε δανείστηκε στα πρώτα πλάνα της μεταφοράς του βιβλίου στο σινεμά το 1988, αλλά κυρίως είναι λόγια που παραπέμπουν σε έναν βασικό προβληματισμό του Αμερικανού σκηνοθέτη για την ανθρώπινη φύση. Γι’ αυτό και επέμεινε να γυρίσει τη συγκεκριμένη ταινία, παρά τις δυσκολίες της χρηματοδότησης και τις ενστάσεις του περίγυρού του, οι οποίες αποδείχθηκαν δικαιολογημένες.

Οι αντιδράσεις υπήρξαν έντονες, οργανώθηκαν διαμαρτυρίες από προσβεβλημένους πιστούς (και στην Ελλάδα), σε κάποιες χώρες το φιλμ δεν πήρε διανομή, ο ίδιος δέχτηκε απειλές για τη ζωή του και κυκλοφορούσε με σωματοφύλακες για χρόνια. Με διαφορετικά υλικά, πάντως, ο Σκορσέζε γυρίζει αυτή την ταινία σε όλη του τη ζωή: τόσοι και τόσοι χαρακτήρες του βρίσκονται σε μια σύγκρουση κατ’ αντιστοιχία με αυτήν του καζαντζακικού Χριστού, υποφέροντας από τον πειρασμό της ύλης.

Εφτασε πολλές φορές κοντά στο να σταματήσει, να τα παρατήσει. Υπάρχουν αφηγήσεις για το πώς συγκρούστηκε με τα μεγάλα στούντιο (π.χ. όταν γύριζε το «Aviator» το 2004) για τους σφιχτούς χρόνους και τα μπάτζετ, τον κυνικό τρόπο με τον οποίο τα έσοδα έκριναν την επιτυχία μια ταινίας.

Για τον Σκορσέζε το σινεμά είναι τέχνη. Ο Ρίτσαρντ Μπρόντι σχολίασε στο New Yorker ότι αυτό που τον απελευθέρωσε από τις αγκυλώσεις της κινηματογραφικής βιομηχανίας ήταν το Οσκαρ που κέρδισε το 2007 για τον «Πληροφοριοδότη», το πρώτο του έπειτα από επτά υποψηφιότητες (ακολούθησαν άλλες έξι), αφού στο εξής δεν είχε τίποτα να αποδείξει σε κανέναν. Μπορούσε να κάνει σινεμά με τον δικό του τρόπο και για τους δικούς του καλλιτεχνικούς και φιλοσοφικούς λόγους.

Η τελευταία του ταινία «Οι δολοφόνοι του ανθισμένου φεγγαριού», ξεκινά το ταξίδι της στις ελληνικές αίθουσες στις 19/10. Το «Κ» παρακολούθησε την πρεμιέρα της στις Κάννες την περασμένη άνοιξη, μοιράζεται εντυπώσεις, καθώς και όλα όσα χρειάζεται να ξέρετε για το φιλόδοξο νέο πρότζεκτ του Σκορσέζε.

Διαβάστε περισσότερα στο νέο τεύχος του «Κ» που κυκλοφορεί την Κυριακή 15 Οκτωβρίου με την «Καθημερινή».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT