Αναβαθμίστε τον για να δείτε σωστά αυτό το site. Αναβαθμίστε τον browser σας τώρα!
Πηνελόπη Δέλτα
Αν και γράφτηκε πριν από έναν αιώνα, το 1911, το Παραμύθι χωρίς όνομα έχει μεγάλες αναλογίες με τη σημερινή περίοδο. Παρουσιάζει μια χώρα που κατέρρευσε οικονομικά αλλά και σε επίπεδο αξιών, λόγω της αστόχαστης πολιτικής ηγεσίας και της ιδιοτέλειας των αξιωματούχων, οι οποίοι χρησιμοποίησαν τον πλούτο της προς όφελός τους. Η κατάσταση οδήγησε πολλούς κατοίκους, ιδιαίτερα νέους, στα ξένα και διευκόλυνε τους γείτονες που επιβουλεύονταν τη Χώρα των Μοιρολάτρων, όπως την ονομάζει η Δέλτα. Το Βασιλόπουλο, όμως, με τη βοήθεια της Γνώσης, της κυρα-Φρόνησης, της αδελφής του Ειρηνούλας και πολλών ανώνυμων συμπατριωτών του θα βρει τον τρόπο να αλλάξει τη μοίρα της χώρας, εμφυσώντας στους κατοίκους της πνεύμα δημιουργικότητας, θάρρους, εργατικότητας και προσφοράς στο κοινό καλό.
Από τις πιο γνωστές Ελληνίδες συγγραφείς, η Πηνελόπη Δέλτα (1874-1941) σημάδεψε με την παρουσία της τα ελληνικά γράμματα στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα.
Γεννημένη στην Αλεξάνδρεια, παντρεύτηκε έναν πλούσιο επιχειρηματία και το 1916 μετακόμισε οριστικά στην Αθήνα, όπου ο πατέρας της εξελέγη δήμαρχος.
Οι προσωπικές και οικογενειακές της σχέσεις με σημαντικά πολιτικά πρόσωπα σφράγισαν την πορεία της αλλά και το έργο της, που σε μεγάλο βαθμό αφορά ιστορικά μυθιστορήματα για παιδιά.
Τα κυριότερα πεζογραφήματά της είναι: Για την πατρίδα, Στα μυστικά του Βάλτου, Τον καιρό του Βουλγαροκτόνου, Τρελαντώνης, Μάγκας και Η ζωή του Χριστού.
Πιστεύει στο όραμα της εθνικής αναδιοργάνωσης ενώ έχει ήδη γνωρίσει τον υποπρόξενο στην Αλεξάνδρεια, τον Ίωνα Δραγούμη, έχει συνδεθεί μαζί του και θεωρεί ότι αυτός μπορεί να αναδιοργανώσει την Ελλάδα
Όλοι όσοι γράφουμε για παιδιά θεωρούμε ότι είμαστε μακρινοί συγγενείς της Πηνελόπης Δέλτα. Η Άλκη Ζέη, η Λότη Πέτροβιτς και όλοι οι συγγραφείς της γενιάς που μεγάλωσε μετά τον πόλεμο τη θεωρούν την πνευματική τους μητέρα. Ίσως γιατί η Δέλτα έδειξε στους Έλληνες τι σημαίνει γράφω λογοτεχνία και για παιδιά. Παιδί της Ελληνικής παροικίας της Αλεξάνδρειας μεγαλώνει κι εκείνη με έντονες επιρροές από τη λογοτεχνία που γραφόταν στην Ευρώπη για παιδιά στα τέλη του 19ου αιώνα. Δεν είχε εγκατασταθεί ακόμη στην Ελλάδα όταν συνειδητοποίησε ότι τα ελληνόπουλα δεν έχουν ανάλογα κείμενα με τα παιδιά της Ευρώπης. Αναλαμβάνει να καλύψει εκείνη αυτό το κενό, με ιδιαίτερη σύνεση και ταπεινότητα. Το 1909 γράφει στον Φώτη Φωτιάδη « Σας έστειλα την περασμένη εβδομάδα ένα βιβλιαράκι μου για παιδιά, το έγραψα μ’ ένα και μόνο σκοπό: να δώσω στα παιδιά μας να διαβάσουν κάτι ελληνικό, όπου διασκεδάζοντας να μάθουν και λίγη ιστορία, ήθη και έθιμα Ελληνικά, κάτι που να μην είναι «μετάφρασις εκ του Γαλλικού» ή «Αγγλικού» ή «Γερμανικού», αλλά γνήσιο Ελληνικό.» Εκτός από παραμύθια γράφει και ιστορικά μυθιστορήματα για μεγαλύτερα παιδιά. Η ίδια σε μια επιστολή προς τον Παλαμά σημειώνει « Κάμνω τα δυνατά μου να πω του ελληνόπουλου μερικά ιστορικά γεγονότα που δεν μπορεί να μάθει αλλού.»
Κι ενώ λοιπόν δεν έχει εγκατασταθεί ακόμη οριστικά στην Ελλάδα, εκδίδει το πρώτο βιβλίο της, το «Για την πατρίδα» το 1909 και αμέσως μετά το δεύτερο «Παραμύθι χωρίς όνομα» το 1910 στο Λονδίνο. Η Ελλάδα μόλις έχει βγει τσακισμένη από τον πόλεμο του 1897. Έχει γίνει το κίνημα στο Γουδί κι η Δέλτα έχει απογοητευτεί από τη στάση του Κωνσταντίνου. Πιστεύει στο όραμα της εθνικής αναδιοργάνωσης ενώ έχει ήδη γνωρίσει τον υποπρόξενο στην Αλεξάνδρεια, τον Ίωνα Δραγούμη, έχει συνδεθεί μαζί του και θεωρεί ότι αυτός μπορεί να αναδιοργανώσει την Ελλάδα. Αυτόν έχει στο μυαλό της όταν γράφει για τον Πρίγκιπα Συνετό τον Β’. Αλληγορικό παραμύθι με φιλοσοφικά και ηθικά στοιχεία.Στη χώρα των Μοιραλάτρων βασιλεύει ο Αστόχαστος ο οποίος έχει οδηγήσει τη χώρα σε διάλυση. Όταν όλοι οι κάτοικοι θέλουν να φύγουν αλλά ο πρίγκιπας Συνετός αποφασίζει να μείνει και να αγωνιστεί για την αναδιοργάνωση, αγγίζοντας το φιλότιμο του λαού ειδικά μετά την προσβολή των άλλων γειτονικών βασιλείων που αντί βοήθειας στέλνουν μια Γαϊδουροκεφαλή και αποφασίζουν να επιτεθούν.
Με την πίστη που εμπνέει ο Συνετός πείθει το λαό να πολεμήσει με θάρρος και ενθουσιασμό και να νικήσει στήνοντας μια δίκαιη και οργανωμένη χώρα από την αρχή. Η Δέλτα ίσως να μην είχε επίγνωση της διαχρονικότητας του κειμένου της, ούτε του πόσο επίκαιρο θα ήταν 106 χρόνια μετά την πρώτη έκδοσή του. Σίγουρα δεν θα φανταζόταν από τότε πόσοι Αστόχαστοι έχουν πάρει την εξουσία και πόσες Γαϊδουροκεφαλές μας έχουν στείλει οι ξένοι. Το μόνο που ίσως θα κατάλαβε, μετά από όσα έζησε έως το 1941, είναι το πόσο λίγοι είναι οι Συνετοί και πόσο πολύ τους κατατρέχουν για να τους εξοντώσουν.
Εκτός από το δυνατό μήνυμα μέσα από την αλληγορία, η γραφή του σε μια γλώσσα δημοτική που ρέει αβίαστα, η ενδιαφέρουσα πλοκή, και κυρίως η θεατρικότητα των διαλόγων, το έχουν κάνει ένα από τα πιο αγαπημένα βιβλία για παιδιά όλων των εποχών
Βαγγέλης Ηλιόπουλος - Συγγραφέας
Στη χώρα των Μοιρολάτρων και στο βασίλειο του Αστόχαστου επικρατεί απόλυτο χάος, καθώς η αλόγιστη διακυβέρνησή του, η διαφθορά και η εκμετάλλευση έχει οδηγήσει το κράτος στη χρεωκοπία και το λαό στο δρόμο της ξενιτιάς. Μέχρι που το νεαρό βασιλόπουλο αποφασίζει να ανακόψει την προδιαγεγραμμένη πορεία προς την καταστροφή αναδιοργανώνοντας την άμυνα, ανασυγκροτώντας την παραγωγική βάση και ανανεώνοντας την πίστη στις ξεχασμένες αξίες της φιλοπατρίας και της εργασίας.
Το Παραμύθι χωρίς όνομα γράφτηκε από την Πηνελόπη Δέλτα στα 1910 σε μια προσπάθεια να προσφέρει στα Ελληνόπουλα ένα γνήσιο ελληνικό κείμενο, που θα μιλούσε στη γλώσσα τους, θα περιέγραφε με τρόπο αλληγορικό την κατάσταση που επικρατούσε σε μια δύσκολη εποχή για τη χώρα, αλλά συγχρόνως θα κατάφερνε να μεταδώσει ένα ελπιδοφόρο μήνυμα διδάσκοντας στους μικρούς αναγνώστες την αγάπη για την πατρίδα και την υπεροχή του εθνικού καλού έναντι του ατομικού συμφέροντος. Η ίδια η Δέλτα το χαρακτηρίζει παραμύθι, ίσως γιατί έχει κάποια από τα ειδολογικά του χαρακτηριστικά, όπως ευτυχισμένο τέλος, μονοδιάστατους χαρακτήρες με ομιλούντα ονόματα (π.χ. Συνετός, Πικρόχολη, Πανουργάκος, Κακομοιρίδης) και κλασικό σχήμα πλοκής. Ίσως πάλι ο όρος ‘παραμύθι’ να αναφέρεται απλώς στην υπέρμετρη αισιοδοξία ενός κειμένου που παρουσιάζει την έξοδο από μια βαθιά οικονομική και ηθική κρίση ως μια μάλλον εύκολη διαδικασία.
Με μια ‘προσέγγιση κρεμμυδιού’, όπου ο καθένας αφαιρεί όσα στρώματα/ επίπεδα μπορεί και εισχωρεί στο κείμενο σε βάθος διαφορετικό, είναι εκπληκτικό πώς το ίδιο βιβλίο προσφέρεται για πλουραλιστικές....
Το αφήγημα με τον καιρό απέκτησε το στάτους του ‘κλασικού’, αφού αντιστάθηκε στην αδηφάγο μανία του χρόνου και διαβάστηκε με ενδιαφέρον από πολλές γενιές. Παράλληλα, γρήγορα διείσδυσε σε ένα μεγάλο μέρος του πολιτισμού μας και κατέστη προσβάσιμο μέσω αρκετών ‘πυλών εισόδου’, εκτός της αρχικής του ως βιβλίου. Η πλέον αναγνωρίσιμη θα πρέπει να αναζητηθεί στο θέατρο και στο ομώνυμο έργο του Καμπανέλλη, που ενώ πρωτοπαίχθηκε στα 1959, εξακολουθεί να παραμένει δημοφιλές μέχρι σήμερα καθώς προσεγγίζει με πικρό χιούμορ τη σύγχρονη νεοελληνική πραγματικότητα.
Το παραμύθι χωρίς όνομα κατορθώνει, κυρίως όταν διατηρεί τα εκδοτικά χαρακτηριστικά των πρώτων του εκδόσεων, να εστιάζει στη σχέση του με το χθες αναδεικνύοντας το ιστορικό πλαίσιο μιας ιστορίας που είναι στενά συνδεδεμένη με τα πρώτα βήματα του ελληνικού κράτους, το γλωσσικό ζήτημα και τα εκπαιδευτικά θέματα των αρχών του προηγούμενου αιώνα. Από την άλλη όμως, αποκτά διαχρονικότητα μέσω μιας αξιοθαύμαστης επικαιροποίησης, αφού η ιστορία που περιγράφει θα μπορούσε να είναι απολύτως σημερινή. Ίσως γι’ αυτό το Παραμύθι της Δέλτα να μην έχει όνομα, αφού, καθώς οι καιροί αλλάζουν, είναι προφανές ότι επιδέχεται διαφορετικούς χωροχρονικούς προσδιορισμούς.
Μάλιστα το βιβλίο της Πηνελόπης Δέλτα καθίσταται ιδιαίτερα ενδιαφέρον αν διαβαστεί όχι μόνο από τα παιδιά, αλλά και από τους σημερινούς ενήλικους που το είχαν πρωτογνωρίσει χρόνια πριν ως παιδιά. Με μια ‘προσέγγιση κρεμμυδιού’, όπου ο καθένας αφαιρεί όσα στρώματα/ επίπεδα μπορεί και εισχωρεί στο κείμενο σε βάθος διαφορετικό, είναι εκπληκτικό πώς το ίδιο βιβλίο προσφέρεται για πλουραλιστικές, κάποιες φορές αντικρουόμενες, αναγνώσεις: ως παραμυθικό κείμενο για περιπέτειες σε κόσμους μαγικούς, μυθιστόρημα ενηλικίωσης, κριτική εναντίον της πατριαρχικής δομής της κοινωνίας και της βασιλικής εξουσίας, αλλά και ως λόγος υποστηρικτικός για τον χαρισματικό ηγέτη και τον πολιτικό μεσσιανισμό. Και επιπλέον διαβάζεται ως ιστορικό κείμενο μιας άλλης εποχής με εμφανή τη νωπή απήχηση γνωστών πολιτικών γεγονότων, αλλά και ως διαχρονική παρατήρηση για την ψυχολογία του Έλληνα και μια εντελώς επίκαιρη αναφορά στην τρέχουσα κρίση.