Αναβαθμίστε τον για να δείτε σωστά αυτό το site. Αναβαθμίστε τον browser σας τώρα!
Κάρολος Ντίκενς
Τοιχογραφία μιας εποχής και μιας χώρας −της Αγγλίας του πρώτου μισού του 19ου αιώνα−, ο «Όλιβερ Τουΐστ» εκδόθηκε το 1838, έναν μόλις χρόνο μετά τη στέψη της βασίλισσας Βικτώριας. Η ιστορία του μικρού Όλιβερ −καθώς εξελίσσεται με αριστοτεχνικό τρόπο και λεπτό χιούμορ− ξεναγεί τον αναγνώστη σε έναν κόσμο μεγάλων αντιθέσεων. Από τη μια η ανείπωτη φτώχεια, τα άσυλα, τα ορφανοτροφεία, τα μισογκρεμισμένα και ανήλιαγα σπίτια, τα άθλια πανδοχεία, και από την άλλη ο «καθώς πρέπει» κόσμος των εύπορων και των αριστοκρατών. Από τη μια το μίσος, η φιλαργυρία, η κλεψιά, η πονηριά, και από την άλλη η αγάπη, η καλοσύνη, η ανθρωπιά, τα αγνά αισθήματα. Σε αυτόν τον κόσμο εξελίσσονται οι περιπέτειες του Όλιβερ, που γεννήθηκε σε άσυλο, έζησε σε ορφανοτροφείο και εργάστηκε σε έναν εργολάβο κηδειών πριν καταφύγει στο Λονδίνο. Εκεί θα γνωρίσει τον κόσμο των κλεφτών και των απατεώνων αλλά και καλοσυνάτους ανθρώπους, μεγάλες ταλαιπωρίες αλλά και πολλή αγάπη, ώσπου αυτή η τελευταία θα θριαμβεύσει...
«Φοβούμαι ότι έχει πάρα πολύ ταλέντο για τη μεγαλοφυΐα του. Πρόκειται για μια φοβερή ατμομηχανή στην οποία είναι δεμένος και δεν μπορεί ούτε να ελευθερωθεί από αυτήν ούτε να ηρεμήσει». Με αυτά τα λόγια αναφερόταν ο Έμερσον στον Κάρολο Ντίκενς (1812-1870), έναν από τους κορυφαίους −για πολλούς, τον κορυφαίο− μυθιστοριογράφους. Πολυγραφότατος ως συγγραφέας αλλά και πολυσύνθετος ως άνθρωπος, ο Ντίκενς γοητεύει σχεδόν δύο αιώνες τους αναγνώστες με τα μυθιστορήματά του, που αναδεικνύουν μιαν ανεξάντλητη φαντασία και μυθοπλαστική ικανότητα, και καλύπτουν ευρύτατο φάσμα θεμάτων, καταστάσεων και ανθρώπινων χαρακτήτων. Στα έργα του, πλάι στον «Όλιβερ Τουΐστ» στέκονται ο «Δαβίδ Κόπερφιλντ», τα «Δύσκολα χρόνια», τα «Χριστουγεννιάτικα κάλαντα», η «Ιστορία δύο πόλεων», ο «Νίκολας Νίκλεμπυ», οι «Μεγάλες προσδοκίες» και αρκετά άλλα.
Στο διάβα των χρόνων, η ιστορία του Όλιβερ και μέσα από άλλες διαδρομές - κινηματογραφικές, εικονογραφικές, θεατρικές και μουσικοχορευτικές- φαντάζει μια πραγματικότητα πολυτροπικής παράστασης που, τηρουμένων των αναλογιών, διαρκώς εικόνες της «παίζoνται», ιδιαίτερα στις μέρες μας με την οικονομική και πολιτισμική κρίση.
Το μυθιστόρημα Όλιβερ Τουΐστ του Τσαρλς Ντίκενς ήταν το αγαπημένο μας και πλέον περιζήτητο βιβλίο των μεγάλων τάξεων του Δημοτικού, σ’ ένα χωριό της Κεφαλονιάς, όταν ανέλπιστα ήρθε στα χέρια μας από κάποιον συγχωριανό μας. Περιδιαβαίνοντας ο ήρωάς του, ο μικρός Όλιβερ, τις γειτονιές μας και συντροφεύοντάς μας στις πρώτες μας αναγνωστικές πτήσεις, έγινε ο παιδικός μας φίλος, παράξενα κοντινός, αν και οι εμπειρίες του μάς ήταν ξένες. Kατά τη διάρκεια της ανάγνωσης, ζούσα σαν σε παραμύθι την αγωνία του, τη δραματική του διαδρομή από το άσυλο που γεννήθηκε ως στο σπίτι της κυρίας Μαν και την άδικη τιμωρία που του επέβαλαν στο άσυλο, όταν επανήλθε και όταν μια μέρα ζήτησε παραπάνω φαγητό. Κι ήταν εννέα χρόνων! Παρακολουθούσα με ένταση την πορεία του για το Λονδίνο όπου κατατρεγμένος έπεσε στο διεφθαρμένο περιβάλλον της συμμορίας του Φάγκιν, ο οποίος εκμεταλλευόταν τα παιδιά, ώσπου να καταλήξει στο σπίτι του φιλεύσπλαχνου κυρίου Μπράουνλοου. Ένας αδιόρατος φόβος, πλανιόταν κάθε φορά που τα απρόοπτα τύλιγαν τον Όλιβερ κι ένιωσα μεγάλη χαρά, όταν βρήκε την πραγματική του οικογένεια. Αλλά, πάντα μού έμεινε, και αργότερα, όταν παρακολούθησα την κινηματογραφική μεταφορά, μια στενάχωρη εικόνα: ο άδικος θάνατος της Νάνσυ, μιας τραγικής φιγούρας, όργανου της συμμορίας, τυπικοού δείγματος της γυναικείας θυματοποίησης στη βικτωριανή κοινωνία, η οποία βοήθησε ώστε να σωθεί ο Όλιβερ και να βρει την αγάπη που του έλειψε.
Στο διάβα των χρόνων, η ιστορία του Όλιβερ και μέσα από άλλες διαδρομές - κινηματογραφικές, εικονογραφικές, θεατρικές και μουσικοχορευτικές- φαντάζει μια πραγματικότητα πολυτροπικής παράστασης που, τηρουμένων των αναλογιών, διαρκώς εικόνες της «παίζoνται», ιδιαίτερα στις μέρες μας με την οικονομική και πολιτισμική κρίση. Ο Όλιβερ, παρά το ότι «κομίζει» μια παιδική ηλικία άλλης εποχής με τα ενήλικα σημαινόμενά της, ως ήρωας, ήταν και είναι πάντα επίκαιρος, ένας εσαεί νέος με ηθικό ανάστημα, εντιμότητα και συνάμα μαχητικότητα, που διαπερνώντας τις εποχές, μας υπενθυμίζει ανάμεσα στ’ άλλα, την αξία και τη δυναμική της νεότητας «ως αιμάτινης στιγμής πληρωμής του ήλιου, που αχρηστεύει τον θάνατο», όπως θα έλεγε ο Ελύτης.
Το βιβλίο εκδόθηκε το 1838 ενώ, παράλληλα, δημοσιευόταν σε περιοδικό κατά το διάστημα 1837-1839. Αποτελεί «απάντηση» σε σχετικό νόμο της εποχής (1834) για την αντιμετώπιση της φτώχειας. Ο συγγραφέας του πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια μέχρι να ορθοποδήσει. Ο Τέρι Ήγκλετον, σημειώνει ότι γενικά στο έργο του αποτύπωσε τις αντιφάσεις της μεσοαστικής τάξης από την οποία προερχόταν και ο ίδιος. Αγαπήθηκε όσο λίγοι στην εποχή του, μα και στο πέρασμα των δεκαετιών, ασκώντας επίδραση σε πολλούς συγγραφείς με τη φήμη του διεθνώς να μεγαλώνει ακόμα και ως σήμερα, μέσα από θετικές αλλά και από αρνητικές απόψεις, για το έργο του και την ιδεολογία που αυτό αποτυπώνει.
Aλλά, νομίζω, είναι βέβαιο ότι ο Ντίκενς με το συγκεκριμένο κοινωνικό μυθιστόρημά του, στην ουσία ανέδειξε και ταυτόχρονα επέκρινε την οικονομική, κοινωνική και ηθική ατμόσφαιρα της εποχής του. Διείσδυσε στον σαφώς διαχωρισμένο κόσμο της βικτωριανής κοινωνίας των πλουσίων με την υπέρμετρη ευγένεια και τη φιλευσπλαχνία ορισμένων αλλά και των φτωχών με τους σκληρά εργαζόμενους στα χωριά ή στις πόλεις με την άνοδο της βιομηχανίας μέχρις εκείνων του υποκόσμου, βγάζοντας στην επιφάνεια, με ανάγλυφο τρόπο, εκείνα τα ατομικά και κοινωνικά στοιχεία που συναντώνται κατά περίπτωση σε όλες τις εποχές. Για να υπερισχύσει το πνεύμα του καλού, όπως άλλωστε το πίστευε και ο ίδιος.
Αλλά, το σπουδαιότερο όλων είναι πως τον Όλιβερ Τουΐστ, πρωτίστως ως ανάγνωσμα είτε στο πρωτότυπο είτε στις διασκευές, τον απολαμβάνουμε και σήμερα, μικροί και μεγάλοι.
Επίκ. καθηγητής ΤΕΠΑΕΣ Πανεπιστημίου Αιγαίου Γιάννης Σ. Παπαδάτος, - κριτικός παιδικής λογοτεχνίας