Ιδανικός προορισμός για όσους αποζητούν την επιστροφή στην αθωότητα, την απόλυτη ξεγνοιασιά, τις βουτιές στα γαλαζοπράσινα νερά της.
Βράδυ 21ης Αυγούστου. Επιστρέφω με το πλοίο στον Πειραιά έπειτα από ένα διάλειμμα τεσσάρων ημερών, και αποφασίζω να κλείσω την ημέρα και τις σύντομες διακοπές μου με ένα ποτό στο αθηναϊκό μπαρ όπου συχνάζω. Φτάνω εκεί, κάθομαι στην μπάρα και ξαφνικά έρχεται η Ναταλία, μία από τις κοπέλες του προσωπικού, και με ρωτάει αν είμαι η μικρότερη αδερφή της Ελίνας, γιατί μοιάζουμε πολύ. Και αυτή ακριβώς είναι η επίδραση που μπορεί να έχει πάνω σου η Κίμωλος. Λίγες μέρες εκεί ήταν αρκετές για να γυρίσω πίσω ανανεωμένη και γεμάτη ζωή, αλάτι, φαγητό και εικόνες πλούσιες σε χρώμα, κόντρα στο αναμενόμενο κυκλαδίτικο τρίπτυχο του «λευκού, μπλε, καφέ». Ίσως το ευχαριστήθηκα τόσο, επειδή γνώρισα την Κίμωλο μέσα από τα μάτια της φίλης μου, που περνά από παιδί όλα τα καλοκαίρια της εκεί. Που μου έμαθε ότι πρέπει να ξυπνάω νωρίς το πρωί για να προλάβω τις τοπικές λιχουδιές στον φούρνο πριν εξαντληθούν. Γιατί μπορεί η Νάπολη να υπερηφανεύεται για την πίτσα Μαργαρίτα, αλλά η Κίμωλος έχει τη λαδένια, καταγεγραμμένη ως μία από τις παλαιότερες μορφές πίτσας, φτιαγμένη μονάχα από ζύμη, ντομάτα, κρεμμύδι και ελαιόλαδο. Μια απλή πίτσα που δεν φτιάχτηκε προς τιμήν μιας Ιταλίδας βασίλισσας, αλλά από τα χέρια μιας νησιώτισσας γιαγιάς για την οικογένειά της. Τόσο νόστιμη, ώστε να βάζεις ξυπνητήρι στις 9 κάθε πρωί, λίγες μόνο ώρες αφότου έχεις επιστρέψει από τα πεζούλια στο σοκάκι του Χωριού που βρίσκονται αρμονικά όλα τα μπαρ, το ένα δίπλα στο άλλο.
Η Κίμωλος δεν έχει Χώρα, έχει Χωριό, και μία βόλτα στο Mεσαιωνικό Kάστρο του είναι ένα ταξίδι στον χρόνο, καθώς σε αρκετά σπίτια υπάρχουν ακόμη οικόσημα και υπέρθυρα με χρονολογίες από τους ανθρώπους που τα έχτισαν και τα έζησαν. Στην Κίμωλο θα αποκτήσεις άλλη σχέση με τον χρόνο. Αν είσαι 16 χρόνων, περνάς τις μέρες σου περιμένοντας να έρθει η ώρα για το απογευματινό ραντεβού με το αγόρι ή το κορίτσι που σου αρέσει στο προαύλιο της μικρής εκκλησίας της Γέννησης του Χριστού, το σημείο συνάντησης για τα εφηβικά καλοκαιρινά ειδύλλια, όλοι το ξέρουν αυτό.
Αν είσαι μεγαλύτερος, μπορείς να παρατηρήσεις πώς ο χρόνος και το κύμα σμιλεύουν τη σπηλιά στη Γερακιά και να θαυμάσεις τον γηραιότερο θαλάσσιο οργανισμό, τα κοράλλια, που στολίζουν τον βυθό της. Να βγάλεις αναμνηστικές φωτογραφίες στις σπηλιές στο Ρέμα που λειτουργούν ως καταφύγια για τις φώκιες το καλοκαίρι και για τις βάρκες των ψαράδων τον χειμώνα. Να μετρήσεις πόση ώρα θα σου πάρει μέχρι να αποφασίσεις να βουτήξεις από τον ψηλό βράχο εκεί, γνωστό και ως «ελέφαντα» λόγω του σχήματός του, ή πόση ώρα με τα πόδια είναι το μονοπάτι που φτάνει στο «Σκιάδι», έναν τεράστιο βράχο από μαλακό πέτρωμα που οι ισχυροί άνεμοι σμιλεύουν τόσα χρόνια, μεταμορφώνοντάς τον σε μανιτάρι.
Να σπαταλήσεις χρόνο μόνο όταν θα χρειαστείς αρκετή ώρα για να διαλέξεις ανάμεσα στα πράσινα νερά και τα λευκά βράχια στον Καρά, τη λευκή άμμο στα Πράσα ή τη χρυσή στην Μπονάτσα (δυνατό κίνητρο για την Μπονάτσα είναι και ο κόκορας με χειροποίητα μακαρόνια, που μπορείς να απολαύσεις μετά σε ταβέρνα κοντά στην παραλία). Εγώ ό,τι και να έκανα εκεί, στο τέλος κράτησα ότι το γηροκομείο της Κιμώλου έχει θέα στο νεκροταφείο. Και πως είναι ένα νησί που τα νιάτα του, η Εύα, η Ζαμπέτα, ο Βατίστας, το αγαπάνε και το επισκέπτονται κάθε καλοκαίρι, ακόμη κι αν δεν έχουν σπίτι δικό τους εκεί. Είναι ένα νησί που σε μαθαίνει να αγαπάς τη ζωή και που ο χρόνος κυλάει υπέρ σου και όχι εναντίον σου.