Η Νατάσσα Μπλάτσιου γράφει από το σπίτι για το τελετουργικό της πασχαλινής εξόρμησης στο κοντινό, αγαπημένο νησί.
Καμία άλλη εκδρομή δεν έχει την ιεροτελεστία της πασχαλινής. Το αυτοκίνητο ετοιμάζεται βάσει πρωτοκόλλου, προκειμένου την πιο σκιερή, την πιο δροσερή και την πιο άνετη θέση να εξασφαλίσει το σοκολατένιο κουνέλι. Γύρω του τοποθετούνται ευλαβικά τα πασχαλινά κουλουράκια, τα «καλά» ρούχα της Ανάστασης, τα καινούργια παπούτσια της νονάς, δύο παιδικά ποδήλατα, ένα σακίδιο πλάτης, ένα κουτί με playmobil και παιδικά βιβλία. Γύρω του στριμωχνόμαστε και όλη η οικογένεια, κρατώντας την ανάσα μας σε κάθε λακκούβα. Πρέπει πάση θυσία το χαμογελαστό πλάσμα του αγρού να φτάσει σώο και αβλαβές στον προορισμό του.
Μεγάλη Πέμπτη πρωί, περιμένουμε υπομονετικά τη σειρά μας για το «Μακεδών». Η πρωινή υγρασία, ανακατεμένη με μυρωδιές από τα ανοιξιάτικα αγριολούλουδα στο λιμάνι του Λαυρίου, μας κάνει να ψελλίσουμε τα πρώτα καλοκαιρινά σχέδια. Το πλοίο είναι γεμάτο. Γνωστές φυσιογνωμίες. Ντόπιοι που επιστρέφουν, επισκέπτες με σπίτια στο νησί, εκδρομείς… και πολλοί σκύλοι! Πάντα αυτό το πλοίο έχει πολλούς σκύλους. Σε όλη τη διαδρομή ένα κομμάτι της σκέψης μου βρίσκεται κοντά στο κουνέλι. Πόση θερμοκρασία θα έχει στο γκαράζ; Θα τα καταφέρει; Περνάμε τη μία ώρα ταξιδιού στην κουπαστή, να γεμίσει το πρόσωπο αλμύρα.
Όλα στη θέση τους. Όπως πέρυσι. Στο λιμάνι μάς περιμένει η αγαπημένη μου φίλη Marcie Mayer, η διασημότερη δημιουργός μπισκότων του κόσμου (για μένα). Τα μπλε κουτιά με τα βελανιδομπισκότα παίρνουν θέση γύρω από το κουνέλι. Στο καφενείο του Τζίμη, το γαλακτομπούρεκο και ο ελληνικός καφές έχουν ακριβώς την ίδια γεύση. Τα κορίτσια παίζουν στη μικρή παραλία του λιμανιού και πηγαινοέρχονται στην παιδική χαρά, κι εμείς καταστρώνουμε –για την ακρίβεια αναμασάμε– το σχέδιο των διακοπών, αφού στην πραγματικότητα παραμένει απαράλλακτο όσες χρονιές κι αν περάσουμε Πάσχα στο νησί.
Μεγάλη Πέμπτη. Εγκατάσταση στο σπίτι και αναμονή της παρέας, που για κάποιο λόγο πάντα φτάνει μετά από εμάς. Βαφή αυγών. Κουνέλι τσεκ! Μάζεμα λουλουδιών. Κι άλλη αναμονή. Η μεγάλη συνάντηση. Από τέσσερις γινόμαστε δεκατέσσερις. Αυτό το πρώτο μας κοινό γεύμα στην ταβέρνα του Ρολάνδου, στο λιμάνι, θα είναι πιο αργόσυρτο και από το γιορτινό της Κυριακής. Πόσα νέα!
Από τη Μεγάλη Παρασκευή μέχρι και τη Δευτέρα του Πάσχα, το δικό μας πασχαλινό δράμα κορυφώνεται μέσα από τα έθιμα και το περπάτημα. Παρασκευή πρωί, Επιτάφιος στον Άγιο Σπυρίδωνα της Ιουλίδας και περπάτημα μέχρι τον Λιόντα, το σκαλισμένο πέτρινο λιοντάρι του 6ου αιώνα π.Χ., σήμα κατατεθέν του οικισμού. Μεσημεριανό στο παραθαλάσσιο ταβερνάκι του Χριστόφορου, στις Πήσσες. Το βράδυ θα κατέβουμε στο λιμάνι, όπου συγκεντρώνονται όλοι οι Επιτάφιοι. Πραγματική μυσταγωγία.
Το Μεγάλο Σάββατο η περιπατητική διαδρομή πρέπει να μεγαλώσει. Αφήνουμε το αυτοκίνητο μετά τη βρύση του Βενιαμίν και κατηφορίζουμε στον Οτζιά. Φαγητό στην Ταβέρνα της Άννας και ατελείωτες ώρες στην παραλία. Είναι η ιδανική στιγμή για το πρώτο μπάνιο – τουλάχιστον για τους τολμηρούς. Ανάσταση στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, στην είσοδο της Χώρας. Οι άντρες της παρέας «ξεφεύγουν», αναλαμβάνοντας με χαρά τους άτακτους μικρούς, συνοδεία τσίπουρου, λίγο πιο κάτω, στο καφέ Εν Λευκώ. Το τραπέζι της Ανάστασης είναι από καιρό κλεισμένο στο Στέκι των Καλοφαγάδων, στην κεντρική πλατεία. Τέλεια άπλα παιχνιδιού για τους μικρούς, πεντανόστιμη μαγειρίτσα για τους μεγάλους.
Κυριακή πρωί, έτοιμοι για τη μεγαλύτερη μέρα του χρόνου σε φαγητό, ποτό, παιχνίδι και τηλεφωνήματα. Αρκεί να ξυπνήσεις καλά… Ένας σαματάς αντηχεί από το σαλόνι. «Το κουνέλι!», σπαράζει μια παιδική φωνούλα. Κρύβομαι κάτω από το μαξιλάρι. Όχι για πολύ. Μπροστά μου εμφανίζεται το ακέφαλο πλάσμα. «Το έβαλα στο παράθυρο», κλαψουρίζει απαρηγόρητη, «να βλέπει τα λουλούδια». Θα φάμε το υπόλοιπο, την καθησυχάζω.
Αδύνατον να παρηγορηθεί! Η μέρα θα συνεχιστεί με πονοκέφαλο μέχρι να φτάσει βάλσαμο το πρώτο τσίπουρο. Η τέλεια χώνεψη από την πασχαλινή γιορτή έρχεται με έναν σύντομο περίπατο από το Βουρκάρι μέχρι τον Φάρο του Αγίου Νικολάου, συνοδεία των πιο όμορφων εικόνων του λιμανιού. Στην επιστροφή επιβάλλεται μια στάση για κοκτέιλ μαργαρίτα στο μπαρ Βινύλιο.
Το περιπατητικό μας δράμα κορυφώνεται τη Δευτέρα του Πάσχα. Το πιο όμορφο μονοπάτι του νησιού βρίσκεται σε ένα από τα πλέον παρθένα και άθικτα οικιστικά τοπία και οδηγεί από τον Άγιο Αθανάσιο στην αρχαία Καρθαία. Κατηφορίζοντας με θέα στην Κύθνο, μπροστά μας ξεπροβάλλει η λοφοσειρά της άσπρης Βίγλας, με την εκκλησία της Παναγίας της Μυρτιδιώτισσας, και ο ναός της Αθηνάς.
Καθώς γράφω αυτές τις σειρές, σκέφτομαι πως αυτό που με δυσκολεύει περισσότερο φέτος είναι η απουσία αυτής της επανάληψης. Δεν έχω πατήματα. Δεν υπάρχουν αναμνήσεις από εγκλεισμό. Πρωτόγνωρα πράγματα. «Βέβαια, κάθε πέρυσι και καλύτερα», διακόπτει τις μεμψίμοιρες σκέψεις μου η φωνή της γιαγιάς μου, που δεν άντεχε τις εξιδανικευμένες αναπολήσεις. «Μια χαρά είμαστε. Όρθιοι. Χαμογέλα!»
Σηκώνω το βλέμμα μου από τον υπολογιστή και κοιτάζω το σοκολατένιο πλάσμα να μου χαμογελά με αυτοπεποίθηση από τον πάγκο της κουζίνας. Αχ, κουνελάκι, του λέω. «Εγώ πάντως φέτος δεν λιώνω με τίποτα», μου κόβει κι αυτό τον αέρα. «Αυτό το Πάσχα είναι η δική μου σειρά να χαμογελάσω».