Κρήτη: Στους καφενέδες του Ηρακλείου όλοι γίνονται μια παρέα

Κρήτη: Στους καφενέδες του Ηρακλείου όλοι γίνονται μια παρέα

Οι καφενέδες του Ηρακλείου διατηρούν τη γοητεία τους και ανανεώνουν το κοινό τους

8' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο ήλιος έχει αρχίσει να πέφτει. Ένα ανεπαίσθητο αεράκι ίσα που με ανακουφίζει από τον καύσωνα. Ο σερβιτόρος στήνει με φούρια τα τελευταία τραπέζια στον μικρό περιποιημένο πεζόδρομο της Μονοφατσίου. Οι γείτονες από τα γύρω σπίτια –κάτι παλιές μονοκατοικίες και άχαρα τριώροφα– «κόβουν κίνηση». Ο Μήτσος ρυθμίζει τα φώτα και με χαιρετάει υψώνοντας το χέρι του από το βάθος. Ένα ζευγάρι μεσηλίκων κάθεται στο διπλανό τραπέζι και μια ομάδα εικοσάρηδων έχει πιάσει το μεγάλο. Έχουν βγει για να γιορτάσουν την αποφοίτησή τους από την Ιατρική. Έχει και μουσικούς η παρέα: έναν λυράρη και δύο λαουτιέρηδες που έχουν ήδη αρχίσει να κουρδίζουν τα όργανά τους. 

Βρισκόμαστε στον καφενέ του Καγιαμπή, ένα από τα πιο κλασικά στέκια του Ηρακλείου. Το άνοιξε το 2001 ο Μήτσος Καγιαμπάκης ή αλλιώς Καγιαμπής, στη φιλοσοφία του παραδοσιακού καφενέ. Χαίρει εκτίμησης ως φυσιογνωμία μεταξύ των ντόπιων ο Μήτσος και το μαγαζί του γράφει τη δική του ιστορία ως ένα από τα αγαπητά της πόλης. Στους τοίχους του ξετυλίγεται ένα μεγάλο μέρος της ιστορίας της Αριστεράς, μέσα από αφίσες, φωτογραφίες, προγράμματα από παραστάσεις, αποκόμματα εφημερίδων και περιοδικών. Έχει ακόμη δεκάδες έργα τέχνης και φωτογραφίες από τους αγαπημένους του ποιητές και καλλιτέχνες. Πρόκειται για ένα ιδιοσυγκρασιακό αρχείο που θέλεις τουλάχιστον δύο μέρες για να το δεις διεξοδικά. 

Ορμητικός στον λόγο και με συγκεκριμένη απόψη για τα πράγματα ο Καγιαμπής, όλοι όμως, ανεξαρτήτως πολιτικών πεποιθήσεων, μαζεύονται στο καφενείο του και περνάνε καλά. «Θα κάνουμε μια παρέα απόψε», μου λέει ο Στέφανος, ένας από την ομάδα των εικοσάρηδων. Που σημαίνει ότι θα μαζευτούν στο καφενείο και θα διασκεδάσουν. «Οι παρέες στήνονται αυθόρμητα στην Κρήτη, δεν το κανονίζουμε», προσθέτει η Δροσιά. «Η έξοδος στο καφενείο είναι μια συνήθεια που πήραμε από τους γονείς μας και τη συνεχίζουμε. Και όχι μόνο θα πιούμε, θα φάμε κιόλας. Η ρακή δεν κατεβαίνει σκέτη. Θέλει τον μεζέ της».

Κρήτη: Στους καφενέδες του Ηρακλείου όλοι γίνονται μια παρέα-1
Ρακή, μεζεδάκια και καλή διάθεση στο Παλιό καφέ, στην οδό Καγιαμπή.

Από την Τουρκοκρατία στο σήμερα

Τα καφενεία στο Ηράκλειο, όπως και σε όλη την Κρήτη, είναι θεσμός. Κουβαλάνε ιστορία αιώνων, είναι κομμάτι του πολιτιστικού ιστού και αποτελούν πυρήνες κοινωνικοποίησης.

Πρωτοεμφανίστηκαν τα χρόνια της Τουρκοκρατίας και «δεν υπάρχει αντίρρηση ότι το σημερινό καφενείο είναι η εξέλιξη των πρώτων αυτοσχέδιων καφενέδων που είχαν αναπτυχθεί στα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας», όπως γράφει η Έφη Ψιλάκη στο βιβλίο Τα καφενεία της Κρήτης. Τότε υπήρχαν άλλα καφενεία για τους χριστιανούς και άλλα για τους μουσουλμάνους. Χαρακτηριστική είναι η σκηνή από τον Καπετάν Μιχάλη του Καζαντζάκη: «Ο καπετάν Μιχάλης πάει στο τούρκικο καφενείο, μπαίνει έφιππος και με απειλές και φωνές το αδειάζει για να πιει τον καφέ μόνος του». Καταγραφές περιηγητών του 17ου αιώνα αναφέρουν ότι κοντά στη Φορτέτσα του Ηρακλείου υπήρχαν 60 καφενέδες και ότι στον Χάνδακα χτίστηκαν 10 καφενεία στα οποία δόθηκε αμέσως άδεια λειτουργίας για να συχνάζουν οι στρατιώτες. 
 
Γύρω στο 1900, τα τουρκικά καφενεία αρχίζουν να φθίνουν στο Ηράκλειο, στη θέση τους όμως ανοίγουν πολλά καινούργια σε πλατείες, σε κεντρικούς δρόμους και κοντά σε πολυσύχναστα σημεία, όπως μια στάση λεωφορείου. Το καφενείο ήταν και παραμένει μέρος συνάντησης στα αστικά κέντρα και έγινε συνήθεια και στα χωριά για τον ίδιο λόγο. Είναι ένα ιδιότυπο φαινόμενο και σίγουρα όχι ένα μέρος για να πιεις μόνο τον καφέ σου, γιατί σχεδόν πάντα προσφέρει ρακή και μεζέ. Στον αστικό χώρο υπήρχε ο διαχωρισμός ανάμεσα στο μαγειρείο, το καφενείο και το ταβερνείο. Στα χωριά πάλι μπορούσες να βρεις καφενείο-παντοπωλείο, καφενείο-κρεοπωλείο, ακόμη και κουρείο! Εκεί αναπτύσσονταν παρέες, εκεί μαζεύονταν για να συζητήσουν και να πληροφορηθούν τα νέα.

Μεταπολεμικά, τα καφενεία έπαιξαν τεράστιο ρόλο στην εξέλιξη του Ηρακλείου. Δεν υπήρχε ούτε ένας δρόμος χωρίς τον καφενέ του κι όποιος ερχόταν από το χωριό ή από μια άλλη πόλη το πρώτο πράγμα που θα έκανε ήταν να καθίσει στο μαγαζί της προτίμησής του. Κόσμος πήγαινε κι ερχόταν, οι συζητήσεις έδιναν κι έπαιρναν, και ο χώρος έγινε εκ των πραγμάτων ένας άτυπος «κόμβος» επικοινωνίας και κοινωνικής δικτύωσης. Εκτός από πολιτικές κουβέντες, γίνονταν και εμπορικές συναλλαγές. Δημιουργούνταν ανθρώπινες σχέσεις, γιατί το κρασί και η ρακή έδεναν τους ανθρώπους. Στα χρόνια μετά τη δικτατορία, τα καφενεία έγιναν πιάτσες των προβληματισμένων νέων. Στην πλατεία Δασκαλογιάννη, μέχρι τη δεκαετία του 1990 βρίσκονταν τα πιο πολλά ονομαστά καφενεία της πόλης και σέρβιραν ρακές και χοχλιδάκια – άσπρα σαλιγκαράκια, εκλεκτός μεζές των Κρητικών. 

Κρήτη: Στους καφενέδες του Ηρακλείου όλοι γίνονται μια παρέα-2
Καφενεία βρίσκεις σε κάθε γειτονιά του Ηρακλείου.

Τα χρόνια που ακολούθησαν, τα περισσότερα καφενεία του Ηρακλείου έκλεισαν ή μεταλλάχθηκαν και έγιναν καφετέριες, αν και κάποια συνοικιακά κρατούν τον παλιό χαρακτήρα τους μέχρι σήμερα. Τα μαγαζιά αυτά απευθύνονται σε όσους θέλουν να έρθουν με την παρέα τους να πιουν κρασί ή ρακή πιο ήρεμα, χωρίς βιασύνη. Στα καφενεία θα δει ακόμη κανείς λόγιους, συγγραφείς και καλλιτέχνες. Είναι ελκυστικό και φιλικό το κλίμα και δημιουργεί καλή διάθεση στους θαμώνες. Ο καφετζής και η καφετζίνα –έτσι λένε οι Κρητικοί την καφετζού– κάνουν χρόνια τη δουλειά τους, γνωρίζουν την ιστορία του καφενείου και ξέρουν πώς να φροντίσουν τον πελάτη. 

«Αυτό που ξεχωρίζει το καλό καφενείο είναι τα καλά πιώματα! Αν δεν έχει καλή ρακή, δεν πάει κανείς», λέει ο Αντώνης Πασπαράκης, ιδιοκτήτης του καφενείου Φυγόκεντρος στο κέντρο του Ηρακλείου. Η ρακή στην Κρήτη σερβίρεται πάντα με μεζέ. Μπορεί να είναι κάτι απλό, όπως ένα πιατάκι με ελιές και παξιμάδι ή με στραγάλια, καρύδια, σταφίδες και φιστίκια ή ντομάτα με μπόλικο λάδι, ακόμη και κουκιά βρασμένα ή λούπινα. Μπορεί να είναι και μικρές μερίδες φαγητού, όπως πατάτες οφτές στη χόβολη, χοχλιοί βραστοί ή τηγανητοί, μικρά ψαράκια στα κάρβουνα ή ντάκος. Κάθε μαγαζί έχει το γευστικό στίγμα του. Στη Φυγόκεντρο χρησιμοποιούν εποχικά υλικά και ψάχνουν την πρώτη ύλη. Έχουν τυρομάλαμα (φρέσκο τυρί από αιγοπρόβειο γάλα με πλούσια γεύση, που σπάνια το βρίσκεις σε άλλα μαγαζιά), κρεμμυδοκαλίτσουνα (πιτάκια τηγανιού γεμιστά με κρεμμύδι), βλίτα, αλατσοελιές και προζυμένιο ψωμί δικό τους. Στο καφενείο Σμάρι, όπου μαζεύεται η νεολαία του Ηρακλείου, σερβίρουν μια πεντανόστιμη ομελέτα τηγανισμένη σε στάκα, που της δίνει απίστευτη γεύση. Το Σμάρι είναι ένα από τα πιο παλιά καφενεία του Ηρακλείου και βρίσκεται απέναντι από το κηποθέατρο Καζαντζάκη, πολύ κοντά στον τάφο του. Το άνοιξε ο Κώστας Φανιουδάκης το 1955. Είχε καταγωγή από το χωριό Σμάρι και ήθελε να τιμήσει τον τόπο του. Πλέον το «τρέχει» η τέταρτη γενιά. Εκεί σερβίρουν και το καπρικό – έναν σπάνιο μεζέ από χοιρινό κρέας ψημένο για ώρες στον ξυλόφουρνο με την πέτσα του.

Κρήτη: Στους καφενέδες του Ηρακλείου όλοι γίνονται μια παρέα-3
Στου Καγιαμπή οι μεζέδες από τα χέρια της Χαράς είναι κορυφαίοι.

Παρότι τα καφενεία στην Κρήτη τα έφεραν οι Οθωμανοί, ανιχνεύουμε και τη δυτική επιρροή: σε κάποιες παλιές πινακίδες, αντί να γράφουν το καφενείο με ένα φ, το γράφουν «καφφενείο» από το ιταλικό «caffe». Καφφενείο Σαρανταυγάς διαβάζουμε στην πινακίδα του πιο ιστορικού καφενέ της πόλης, στην κεντρική αγορά του Ηρακλείου, που λειτουργεί από το 1924. Στα πράσινα τραπεζάκια του Σαρανταυγά έχει ζέστη το καλοκαίρι, αλλά η σκιά, το δροσερό αεράκι από τη θάλασσα και η παγωμένη μπίρα τα κάνουν όλα πιο υποφερτά. Οι σημερινοί ιδιοκτήτες, Στέφανος Διάκος, Νίκος Καρασάββας και Μάκης Βούρβαχης, που ανέλαβαν το 2020, έχουν κρατήσει το μαγαζί όπως ακριβώς ήταν και τους αρέσει πολύ να διηγούνται την ιστορία του. Ο αρχικός ιδιοκτήτης Γιώργης Σταθάκης, όταν ήταν παιδί, πήγαινε με τον παπά πατέρα του από σπίτι σε σπίτι για να κάνει αγιασμό. Σε κάθε σπίτι, τον κέρναγαν από ένα αυγό. Στο τελευταίο, πετάχτηκε ο πατέρας του και είπε: «Σαράντα έχει φάει σήμερα, αφήστε τον», και του έμεινε το παρατσούκλι «Σαρανταυγάς». «Το βασικό μας μέλημα ήταν να κρατήσουμε τη φιλοσοφία και να το πάμε και λίγο παρακάτω, σερβίρουμε γύρω στους 40 μεζέδες», λέει ο Στέφανος όσο περιμένει τον συνέταιρό του και μάγειρα Νίκο να του περάσει τα πιατάκια. Το μαγαζί είναι παραδοσιακό με το τεζιάκι του (ο πάγκος του καφετζή, ο προσωπικός του χώρος, που είναι άβατο για τους πελάτες). 

«Είμαι γέννημα θρέμμα καφετζίνα», λέει η Στέλλα, που έχει το Παλιό καφέ λίγο πιο κάτω, στην οδό Καγιαμπή, το γραφικό δρομάκι με τα παραταγμένα καφενεία όπου τα βράδια επικρατεί το αδιαχώρητο. «Έχω μεγαλώσει στο καφενείο της μαμάς μου στις Μάκρες. Εκεί τρώγαμε και περνούσαμε τη μέρα μας. Δούλευα στο καφενείο ως φοιτήτρια και όταν τελείωσα, συνέχισα και τελικά το αγόρασα. Δεν είμαστε τυποποιημένο μαγαζί. Παρόλο που βρισκόμαστε στο κέντρο του Ηρακλείου, όλοι συναντιούνται εδώ χωρίς τηλέφωνο και χωρίς ραντεβού. Έχουμε κάνει σχέσεις ζωής. Φέρνουμε πράγματα από το χωριό. Ακούμε τα κρητικά μας. Η παλιά γενιά και η νέα συναντιούνται εδώ. Έχουμε το τραπεζάκι το στρογγυλό, την καρέκλα την παραδοσιακή. Δεν θέλουμε να χαθεί η παράδοση και προσπαθούμε να τη μεταδώσουμε στους νεότερους». 

Κρήτη: Στους καφενέδες του Ηρακλείου όλοι γίνονται μια παρέα-4
Οι νέοι ιδιοκτήτες του Kαφφενείου Σαρανταυγά έχουν διατηρήσει τη διακόσμηση, αλλά έχουν εξελίξει τις γεύσεις με σεβασμό στην παράδοση.

Η εξέλιξη ήταν πάντα μέρος της ταυτότητας των καφενείων. Στο Ηράκλειο βρίσκουμε νέα μαγαζιά που έχουν δημιουργήσει τον δικό τους χαρακτήρα και έχουν αποκτήσει το κοινό τους. Στο Καλλιτεχνικό Καφενείο στο κέντρο της πόλης μπορεί κάποιος να ακούσει Billie Holiday και να χαζέψει τους πίνακες του ιδιοκτήτη, που είναι εικαστικός, ενώ πίνει ποιοτική ρακή και τρώει νόστιμους μεζέδες. Στο καφενείο Λακκούβα μπορεί να απολαύσει ασιατικούς μεζέδες, γιατί η μαγείρισσα είναι από τις Φιλιππίνες και της αρέσει να φτιάχνει ντάμπλινγκ στους πελάτες της. Έχει και εκτός κέντρου καφενεία στο Ηράκλειο. Στην περιοχή της Νέας Αλικαρνασσού σερβίρουν κυρίως ψάρια και θαλασσινά, στις λαϊκές γειτονιές Πατέλες, Δειλινά και Καμίνια –τη γειτονιά του ΟΦΗ– κάποιος μπορεί να δει εικόνες απλές, καθημερινές και τύπους αυθεντικούς που έχουν τον καφενέ σαν δεύτερο σπίτι τους, κάθονται εκεί αμέριμνοι, παίζουν το χαρτάκι τους και απλώς αφήνουν τον χρόνο να κυλάει.

Πίσω στου Καγιαμπή

Έχει βραδιάσει για τα καλά και ο καφενές έχει γεμίσει. Η παρέα των εικοσάρηδων έχει στήσει κανονικό γλέντι και όλοι το διασκεδάζουν. Η ρακή ρέει άφθονη και οι μεζέδες που έρχονται συνέχεια από την κουζίνα δεν χωράνε πλέον στα τραπέζια. Η ανιαρή γειτονιά έχει μετατραπεί σε τόπο χαράς και κεφιού. «Υπάρχει μια τάση επιστροφής στα καφενεία και η νέα γενιά τα προτιμά», λέει ο κύριος Βαγγέλης από το διπλανό τραπέζι. Μια νέου τύπου προσήλωση στην παράδοση, την οποία οι νέοι στηρίζουν πολύ. Ο λυράρης από την παρέα των εικοσάρηδων έχει πιάσει τα ερωτικά. Η παρέα χωρίζεται σε χορευτές και θεατές. Τσουγκρίζουν, γελάνε, τραγουδάνε, διασκεδάζουν. «Με το που πέφτει η πρώτη νότα στη λύρα, κάτι με πιάνει, αρχίζουν και με κατακλύζουν συναισθήματα», λέει ο νεαρός Γιάννης και γελάει. 

Η ρακή, το φαγητό, οι άνθρωποι, η ιστορία του καφενείου δένουν ωραία μεταξύ τους και δημιουργούν μια ατμόσφαιρα που μου αρέσει. Απολαμβάνω τον αυθορμητισμό, τις συναντήσεις χωρίς προσυνεννόηση και το γεγονός ότι σε όποιο καφενείο του Ηρακλείου και να πας, θα καταλήξεις με παρέα.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT