Δεν ξέρω αν έχει τύχει να διαβάσετε το μυθιστόρημα του Τζακ Κέρουακ «Στο Δρόμο», αλλά αν μου ζητήσετε να σας περιγράψω με μια εικόνα αυτή την πανέμορφη, μικρή, φτωχική και πολυβασανισμένη χώρα της νοτιοανατολικής Ασίας, θα σας δώσω την εικόνα ενός δρόμου. Και αυτός ο δρόμος είναι αρχικά ο υδάτινος, του ποταμού Mekong, που τη διασχίζει για 1.900 χλμ. από βορρά προς νότο, και στη συνέχεια ο χωμάτινος και ο ασφάλτινος, μέχρι τα νότια σύνορά της με την Ταϊλάνδη και την Καμπότζη.
Στο Λάος, και συγκεκριμένα στην πόλη Huay Xàiθα φτάσω με το λεωφορείο από τη βόρεια Ταϊλάνδη και την πόλη Chiang Mai, μετά από τέσσερις ώρες σε καλό ασφαλτοστρωμένο δρόμο. Βίζα θα βγάλω επιτόπου με 82$. Την επόμενη μέρα, στις 8 το πρωί, θα επιβιβαστώ στο ποταμόπλοιο μαζί με άλλους 200, κατά βάση τουρίστες, με κατεύθυνση τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη, το Luang Prabang, διασχίζοντας αργά τον Mekong. Οι εικόνες που βλέπω είναι ονειρικές – βουβάλια που λιάζονται στην άμμο στις όχθες του ποταμού, χωριουδάκια με ως επί το πλείστον ψάθινες καλύβες, γυναίκες που κάνουν την μπουγάδα τους στο ποτάμι, άντρες που ψαρεύουν με τα κανό τους, παιδιά ξυπόλυτα που μας χαιρετάνε. Αίσθηση γαλήνης και ξεγνοιασιάς, αναμφισβήτητα και φτώχειας. Το 59% του πληθυσμού της χώρας ζουν με λιγότερο από 3,20$ τη μέρα…
Στη Luang Prabang θα μείνω τέσσερις βραδιές, για να επισκεφτώ το Μουσείο Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO – 30 από τους πιο σημαντικούς βουδιστικούς ναούς της που άρχισαν να χτίζονται τον 16ο αιώνα με την επικράτηση του βουδισμού. Απόλαυση είναι και το σουλάτσο στο κέντρο της πόλης, με το ιδιαίτερο πάντρεμα γαλλικής και λαοτινής αρχιτεκτονικής -το Λάος ήταν γαλλική αποικία από το 1893 έως το 1953-, τα πολυάριθμα εστιατόρια, καφέ, μπαράκια, αλλά και καταστήματα με εξαιρετικής αισθητικής ρούχα και κοσμήματα που συναγωνίζονται σε τιμές τα ευρωπαϊκά. Τα βραδάκια θα με βρουν στη νυχτερινή αγορά της πόλης, με τα άπειρα μικρά κιόσκια-φαγάδικα, όπου απολαμβάνω φαγητό που μου ψήνουν εκείνη τη στιγμή και αποτελείται από καλαμάκια με πατάτες, κολοκυθάκια, μελιτζάνες, μανιτάρια, κοτόπουλο, καλαμαράκι και χταπόδι, και όλα αυτά για 3,5€.
Το τελευταίο απόγιομα θα με βρει, μετά από 340 σκαλοπάτια ανάβασης, να απολαμβάνω το ηλιοβασίλεμα στα 100 μέτρα υψόμετρο πάνω από την πόλη, σε έναν μικρό ναό. Βλέπω να συναντιέται ο Mekong με τον παραπόταμό του Năm Khan, τη γραμμή από τις βουνοκορφές να σχηματίζουν ένα στεφάνι, και τον ήλιο να βουτάει στο κρεβάτι του πίσω από τις οροσειρές, χαρίζοντας το τελευταίο του φωτεινό αγκάλιασμα στον Mekong. Στη συνέχεια, μουσικοχορευτική παράσταση στο βασιλικό θέατρο, τμήμα του παλιού παλατιού που έγινε Μουσείο το 1975 επί κομμουνιστικού καθεστώτος, που έστειλε τον βασιλιά και την οικογένειά του σε στρατόπεδο «επανεκπαίδευσης». Και το «κλου» της βραδιάς, μασάζ για τα ταλαιπωρημένα από το περπάτημα και την ανάβαση πόδια μου (5€ η ώρα).
Hit the road Jack… Δρόμο παίρνω, δρόμο αφήνω, με κατεύθυνση το κεντρικό Λάος και την πόλη Phonsavan, το Stonehenge του Λάος, με την Κοιλάδα των Αμφορέων που ανάγονται στη δική τους Εποχή του Σιδήρου (500 πΧ-500 μΧ), αλλά και με αναφορά στο σήμερα και τον «μυστικό πόλεμο» που εξαπέλυσαν οι ΗΠΑ κατά της χώρας (1964-1973) λόγω της συνεργασίας των κομμουνιστών του Λάος με τους Βιετναμέζους κομμουνιστές και τον Hồ Chí Minh.
Συγκλονιστική ήταν η διαδρομή με το βαν, με το οποίο κάναμε 100χλμ. σε 5 ώρες, σαν να ήμασταν σε τραμπολίνο. Καθόμασταν 20 άτομα σε έναν χώρο κανονικά για 15, με τις βαλίτσες μας, τα σακίδια, κούτες και κλουβιά με κότες που φορτώθηκαν στη σχάρα από πάνω.
Ανεβήκαμε και κατεβήκαμε βουνά και σχεδόν κάθε 100 μέτρα υπήρχε λακκούβα και ο οδηγός έπρεπε να κόψει ταχύτητα και να πάει στο πλάι, κινδυνεύοντας να πέσει στο χαντάκι. Στον δρόμο κυκλοφορούσαν αποκλειστικά φορτηγά και νταλίκες, που σήκωναν σκόνη σαν ομίχλη και σε πήγαιναν καροτσάκι μέχρι να καταφέρεις να τα ξεπεράσεις. Για να ανοίξεις παράθυρο ούτε λόγος και το air con προβληματικό. Μπροστά χρειαζόσουν μπουφάν και πίσω έσκαγες. Η σκόνη κάλυπτε τα πάντα έξω, και δέντρα και φυτά από πράσινα είχαν γίνει καφέ. Δεν απορείς που οι άνθρωποι στα χωριά φτύνουν συνέχεια, καθώς με τα σπίτια τους χτισμένα πάνω στον δρόμο ρουφούν τη σκόνη με τη σέσουλα.
Οι εικόνες συγκλονιστικές… Χωριά ολόκληρα «ζουν» πάνω στον δρόμο, τα παιδιά από νήπια κυκλοφορούν ελεύθερα δίπλα στα οχήματα, το ίδιο και τα ζώα, κυρίως τα γελάδια. Παιδιά πάνε στο σχολείο με τις πεντακάθαρες στολές τους – άσπρα πουκάμισα κορίτσια και αγόρια, μαύρα παντελόνια τα αγόρια και μαύρες φούστες με μπορντούρα με λαϊκά μοτίβα τα κορίτσια. Δύο στοιχεία κοινωνικού διαχωρισμού διέκρινα, όταν κάποια παιδιά αντί για ποδήλατο γύριζαν από το σχολείο με σκουτεράκι, και στα σπίτια, καθώς τα φρεσκοχτισμένα ήταν από τούβλα, που αντικατέστησαν το ξύλο και τις ψάθες. Το τοπίο των βουνών γύρω μας ήταν υπέροχο και αυτό σε έκανε να αντέξεις την ενδιαφέρουσα, πλην κουραστική διαδρομή.
Στο Phonsavan θα έχω μια ξεχωριστή εμπειρία: θα παρακολουθήσω στο μεγάλο στάδιο της πόλης τον ερχομό της νέας χρονιάς μαζί με την εθνότητα των Hmong του Λάος και των ΗΠΑ. Μια εθνότητα με καταγωγή από την Κίνα, που κυνηγήθηκε από τους Χαν και διασκορπίστηκε σε όλη τη νοτιοανατολική Ασία με επίκεντρο το Βιετνάμ και το Λάος, όπου έκαναν την «κακή» επιλογή να συνεργαστούν με τη CIA, με αποτέλεσμα πολλοί να εκδιωχθούν από τους κομμουνιστές και να καταφύγουν στις ΗΠΑ, τον Καναδά, την Αυστραλία και τη Γαλλία. Βρέθηκα σε μια πανδαισία χρωμάτων, σχημάτων και ομορφιάς. Πρόσωπα χαμογελαστά, με μια απέραντη αίσθηση περηφάνειας και χαράς. Οι Hmong των ΗΠΑ, αναγνωρίζοντάς με ως ξένη, μου έπιασαν την κουβέντα και μου διηγήθηκαν την ιστορία τους, καθώς εγώ παρακολουθούσα να παρελαύνουν μπροστά μου νέες κοπέλες με φούστες «μαζορέτας», λευκές η χρωματιστές, μαύρες κάλτσες ως το γόνατο και σανδάλια με ψηλά τακούνια που τις δυσκόλευαν στον χωμάτινο δρόμο με τα χαλίκια. Οι μπλούζες τους ήταν κυρίως μαύρες, από βελούδο, με μακρύ μανίκι. Το πιο εκπληκτικό ήταν τα 5-6 διαφορετικά καλύμματα κεφαλιού, κάποια με πολλά φλουριά, όπως πολλά ήταν τα φλουριά και στις μπλούζες τους, στις ζώνες και στα ανδρικά γιλέκα. Οι ελάχιστοι άντρες που είχαν ντυθεί παραδοσιακά φορούσαν μαύρο βελούδινο κουστούμι με μπορντούρα κόκκινη, άσπρο πουκάμισο και γιλέκο με φλουριά. Όλοι τους πόζαραν με χαρά στον φακό μου.
Επόμενος σταθμός μου η πόλη Savannakhet στο νότιο Λάος, στις όχθες του Mekong, όπου οι Γάλλοι άρχισαν να εγκαθίστανται από το 1920 και μετά, μαζί με Κινέζους και Βιετναμέζους εμπόρους, εξαιτίας της στρατηγικής θέσης της κοντά στα σύνορα με την Ταϊλάνδη και το Βιετνάμ, φτιάχνοντας στρατιωτική βάση 30χλμ. έξω από αυτήν. Χαίρεσαι να χάνεσαι στα στενά δρομάκια του κέντρου της πόλης, που από το 1920 ως το 1940 ήταν ένα κοσμοπολίτικο κέντρο που διέθετε κινηματογράφους και θέατρα και όπου τα κτήρια συνδυάζουν το γαλλικό αρχιτεκτονικό στυλ (τσιμέντο και τούβλα στο ισόγειο) με το τοπικό (κολόνες και ξύλο στους πάνω ορόφους και τη στέγη). Εδώ θα σταθώ και στον ιδιαίτερο χαρακτήρα που έχει η τέχνη του δρόμου, με στοιχεία λαϊκά και μια νοσταλγία για το παλιό…
Θα συνεχίσω νοτιότερα προς το Champasak, που μέχρι το 1946 ανήκε στην Καμπότζη, για να επισκεφτώ το Wat Phụ, ένα σύμπλεγμα ναών, ινδουιστικών και μετέπειτα βουδιστικών, που ανάγονται στον 5ο αιώνα μΧ και μετά και θεωρούνται μικρογραφία του Angkor Wat της Καμπότζης. Δεν θα παραλείψω και το εκπληκτικό θέαμα του μεγαλύτερου καταρράκτη της Νοτιοανατολικής Ασίας και τρίτου μεγαλύτερου στον κόσμο, του Khone Phapheng, με ύψος 21 μέτρα, πλάτος 10.783 μέτρα και ροή νερού 11.000 κυβικά ανά δευτερόλεπτο.
Τελευταίος μου σταθμός το νησάκι Dοn Khon, ένα από τα ελάχιστα κατοικήσιμα του συμπλέγματος των 4.000 νησιών του Mekong. Εδώ θα απολαύσω πεζοπορίες με την ανατολή του ηλίου και τα ηλιοβασιλέματα, σκηνές βουκολικής ζωής, χαλαρούς ρυθμούς και θα αναλογιστώ τι ήταν αυτό που τελικά με γοήτευσε στο Λάος: ότι διατηρεί ακόμα σε πολλά μέρη την αυθεντικότητά του, παρόλη τη φτώχεια και την ανέχεια, καθώς και το ότι «κουβαλάει» μια τραγική ιστορία. Θα τα ξαναπούμε Λάος και λαοτινοί μου…
TIPS
- Μην ξεχάσετε: για τη βίζα στο Λάος δέχονται μόνο «κολλαριστά» και ατσαλάκωτα χαρτονομίσματα.
- Είστε τύποι που τους αρέσουν οι δραστηριότητες και διαθέτετε το αντίστοιχο πορτοφόλι; Τότε περάστε κάποιες μέρες και στην Vàng Viếng για κανόε καγιάκ, tubing με μεγάλες κουλούρες στο ποτάμι, paragliding (κάτι σαν αλεξίπτωτο πλαγιάς) και hot air ballooning (είδος αερόστατου). Επίσης, είναι το ιδανικό μέρος για να παρτάρετε.
- Αν, αντίθετα, σας ελκύει η ηρεμία, σας συνιστώ το Muang Ngồi, ένα μικρό χωριό πάνω στον Mekong, στο βόρειο Λάος, και το ακόμα πιο αυθεντικό Banna, μία ώρα με τα πόδια από το προηγούμενο.
- Για εισαγωγή στην τέχνη του batik, επισκεφτείτε το Moon Love Batik στο Luang Prabang.
- Βιώστε μια μοναδική εμπειρία μασάζ από τυφλούς -που έχουν εξαιρετικά αναπτυγμένη την αίσθηση της αφής- στη Savannakhet.
- Παρακολουθήστε την πρωινή προσφορά φαγητού (6 η ώρα, με την Ανατολή) στους βουδιστές μοναχούς, στο Pakse.
- Με τίποτα μην επισκεφθείτε τα κέντρα περίθαλψης ελεφάντων. Για τη δική σας βόλτα με τον ελέφαντα, το ζώο κακοποιείται.
- Δεν μπορείτε να μπείτε σε ναό με σορτς και αμάνικη μπλούζα και εννοείται ότι βγάζετε τα παπούτσια.
- Για τις μικρές μετακινήσεις σας προτιμήστε καλύτερα τουκ τουκ (τρίκυκλα) μετά από παζάρι και τα ποδαράκια σας.
- Καλύτερη εποχή για να πάτε στο Λάος είναι από τον Νοέμβρη ως τα τέλη του Φλεβάρη.
- Φεύγοντας από το Λάος μην πάρετε μαζί σας kịp (το τοπικό νόμισμα). Δεν σας το αλλάζουν πουθενά.
- Μην παραλείψετε να δοκιμάσετε την μπίρα Lao, την καλύτερη της Ασίας.