Τα τελευταία μηνύματα που αντάλλαξαν με τους αγαπημένους τους
τα-τελευταία-μηνύματα-που-αντάλλαξαν-563122789

Τα τελευταία μηνύματα που αντάλλαξαν με τους αγαπημένους τους

«Καλό ταξίδι, αγόρι μου». «Εφτασα. Ο κήπος ανθισμένος, αλλά το σπίτι άδειο χωρίς εσένα». Τσατ στο messenger, sms που έχουν επιβιώσει από αλλεπάλληλες αλλαγές κινητών, συνομιλίες στο Viber και στο Whatsapp συνθέτουν ένα προσωπικό ψηφιακό αρχείο που ορισμένοι συντηρούν πάση θυσία

Εικονογράφηση: Michael Kirki
Ακούστε το άρθρο

Η Μαρία ήξερε πως η φίλη της η Σοφία ήταν σοβαρά άρρωστη στο νοσοκομείο, δεν γνώριζε όμως λεπτομέρειες για την κατάστασή της. Συνέχισε ωστόσο να της στέλνει μηνύματα, μερικά πιο μακροσκελή και ορισμένα πιο σύντομα, προσδοκώντας έστω και σε μια μικρή απάντηση.

«Είχαμε γνωριστεί πριν από 40 χρόνια στην Ιταλία που σπουδάζαμε. Αμέσως γίναμε οι καλύτερες φίλες. Οταν τελειώσαμε τις σπουδές μας, εγώ έφυγα στην Αμερική και αυτή επέστρεψε στην Ελλάδα. Τότε ξεκινήσαμε να αλληλογραφούμε. Πρώτα με γράμματα, μετά με μέιλ και τα τελευταία χρόνια που εκσυγχρονιστήκαμε ανταλλάσσαμε μηνύματα στο Whatsapp. Κάποια στιγμή μου έγραψε πως είναι στο νοσοκομείο. Ηξερα πως η κατάσταση της υγείας της ήταν επιβαρυμένη. Τα επόμενα μηνύματά μου έμειναν αναπάντητα. Ηρθα σ’ επαφή με την οικογένειά της και έμαθα πως έχει χάσει επαφή με το περιβάλλον, πως έχει μόνο κάποιες μικρές αναλαμπές», αφηγείται. 

Τσατ στο messenger, sms που έχουν επιβιώσει από αλλεπάλληλες αλλαγές κινητών, συνομιλίες στο Viber και στο Whatsapp συνθέτουν ένα προσωπικό ψηφιακό αρχείο που ορισμένοι συντηρούν πάση θυσία

Λίγες μέρες αργότερα η Μαρία άκουσε μέσα στον ύπνο της τον ήχο ειδοποίησης του Whatsapp. Με έκπληξη είδε ένα μακροσκελέστατο μήνυμα από τη φίλη της στην Ελλάδα. «Μου έγραφε πως έχει κουραστεί στο νοσοκομείο και πως ελπίζει μέσα στις επόμενες μέρες να πάρει εξιτήριο. Θυμόταν πως πριν μπει στο νοσοκομείο την είχα προσκαλέσει το καλοκαίρι στην Κάσο και εξέφρασε την ελπίδα της να καταφέρει να ταξιδέψει για να βρεθούμε. Δεν ήταν δύο φράσεις, ήταν μια ολόκληρη παράγραφος και το γεγονός ότι το μήνυμά της ήταν όπως πάντα άψογο, χωρίς ούτε ένα λάθος, μου έδωσε ελπίδες πως η κατάστασή της δεν ήταν τελικά τόσο σοβαρή όσο μου είχαν περιγράψει. Της απάντησα πως ακόμα και αν δεν έχει ανακτήσει τις δυνάμεις της μέχρι το καλοκαίρι να μη στενοχωριέται, θα την επισκεφτώ εγώ όπου και αν βρίσκεται». Η Μαρία επέστρεψε ήρεμη στον ύπνο της, πιστεύοντας πως η φίλη της τουλάχιστον προς το παρόν γλίτωσε τον κίνδυνο. «Ούτε 24 ώρες αργότερα μπήκα στο Facebook και είδα την ανακοίνωση της οικογένειάς της πως έχει πεθάνει. Ελεγα στην κόρη μου, “μα δεν γίνεται, δες το μήνυμα που μου έστειλε μόλις χθες…”».

Τσατ στο messenger, sms που έχουν επιβιώσει από αλλεπάλληλες αλλαγές κινητών, συνομιλίες στο Viber και στο Whatsapp συνθέτουν ένα προσωπικό ψηφιακό αρχείο που ορισμένοι, όπως η Μαρία, το συντηρούν πάση θυσία, ενώ για άλλους, όπως ο Στέφανος, έχει μηδαμινή αξία. «Το μόνο που δεν θέλω να σβηστεί είναι το τελευταίο μήνυμα του πατέρα μου. Αλλά και να το χάσω, δεν θα με πειράξει, γιατί ό,τι και αν γίνει, θα το θυμάμαι». 

«Καλό ταξίδι, αγόρι μου»

Ο Στέφανος με τον πατέρα του είχαν μια αρκετά σύνθετη σχέση, με πολλές εντάσεις. Oταν ο 70χρονος άρχισε να έχει αλλεπάλληλες νοσηλείες στο νοσοκομείο, ο Στέφανος, που ζούσε σε άλλη πόλη, ήρθε αντιμέτωπος με πρακτικά αλλά και ηθικά διλήμματα. «Ο πατέρας μου ήταν μόνος του στη ζωή, χρεοκοπημένος, χωρίς κανέναν που να θέλει ή να μπορεί να του συμπαρασταθεί. Στην πραγματικότητα είχε μόνο εμένα, αλλά και εγώ δεν μπορούσα να παίρνω συνέχεια άδειες από τη δουλειά, για να μην είναι μόνος του». Επί τρεις ολόκληρους μήνες ο Στέφανος έπαιρνε κάθε Παρασκευή το βραδινό ΚΤΕΛ προκειμένου να περνάει μαζί με τον πατέρα του τα Σαββατοκύριακα, είτε στο νοσοκομείο είτε στο σπίτι. «Είχε πρόβλημα στην καρδιά του και με εκνεύριζε το γεγονός ότι δεν ακολουθούσε τις οδηγίες των γιατρών του. Συχνά τσακωνόμασταν και έλεγα από μέσα μου πως δεν θα ξαναπάω. Οταν όμως πλησίαζε το τέλος της εβδομάδας, με έπαιρνε τηλέφωνο και δεν μου πήγαινε η καρδιά να του πω πως δεν θα τον επισκεφτώ».

Εκλεισα τη συσκευή και την αποθήκευσα σε ένα συρτάρι του γραφείου μου, μαζί με κάποιες φωτογραφίες από την παιδική μου ηλικία

Το τελευταίο διάστημα οι επισκέψεις ήταν αποκλειστικά και μόνο στο νοσοκομείο. Ο Στέφανος τα περισσότερα βράδια κοιμόταν σε μια πτυσσόμενη πολυθρόνα και κάποια άλλα βράδια έμενε σε φίλους του. «Το τελευταίο μήνυμα που μου έστειλε ήταν μια Κυριακή βράδυ, την ώρα που έμπαινα στο ΚΤΕΛ. Ενιωθα εξαντλημένος. Χτύπησε το κινητό μου και είδα το μήνυμά του, μου έγραφε “καλό ταξίδι, αγόρι μου”. Ξέρω πως κατέβαλε προσπάθεια για να το γράψει, δεν το ήθελε καθόλου το κινητό, μόνο στο νοσοκομείο άρχισε να το χρησιμοποιεί, και αυτό από ανάγκη. Του απάντησα πως θα του στείλω μόλις φτάσω στην Αθήνα. Δεν μου απάντησε και εγώ δεν του έστειλα όταν έφτασα». Λίγες ημέρες μετά ο 70χρονος έπεσε σε κατατονία και δύο εβδομάδες αργότερα πέθανε. Ο Στέφανος όταν πήρε το κινητό του πατέρα του, είδε πως δεν υπήρχε καμία άλλη συνομιλία στα μηνύματά του, παρά μόνο η δική τους. «Αυτό για κάποιον λόγο με συγκίνησε ακόμα περισσότερο. Εκλεισα τη συσκευή και την αποθήκευσα σε ένα συρτάρι του γραφείου μου, μαζί με κάποιες φωτογραφίες από την παιδική μου ηλικία».

Συνομιλίες 10 ετών

Η Φωτεινή ανήκει σε μια γενιά που η έννοια του τσατ είναι ταυτόσημη με την επικοινωνία. Στο δικό της ψηφιακό αρχείο υπάρχει μία ολόκληρη δεκαετία μηνυμάτων, ενώ στον υπολογιστή της έχει και back up από τις συζητήσεις της με την Ελένη, την παιδική της φίλη την οποία έχασε πριν από επτά χρόνια, όταν οι δυο τους ήταν περίπου 20 χρόνων. «Σπουδάζαμε και οι δύο στην Αγγλία, όταν η Ελένη άρχισε να παραπονιέται για ορισμένους πόνους που ένιωθε. Καθώς είχε ιστορικό καρκίνου, δεν έχασε χρόνο. Γύρισε στην Ελλάδα για να κάνει εξετάσεις και οι γιατροί τής είπαν πως είχε έναν νέο όγκο που έπρεπε να χειρουργηθεί. Κανόνισα με τη σειρά μου να έρθω για τρεις μέρες, να τη δω αμέσως μετά το χειρουργείο». Στο νοσοκομείο η όψη της Ελένης ήταν καταπονημένη, της είπε όμως πως το χειρουργείο είχε πάει καλά, πως ο όγκος είχε αφαιρεθεί, ότι οι γιατροί ωστόσο ήθελαν να την κρατήσουν λίγο ακόμα και πως δεν ήταν ακόμα σε θέση να επιστρέψει στις σπουδές της, αλλά πως τουλάχιστον σε κάποιες ημέρες θα έπαιρνε εξιτήριο.

«Τα νέα δεν μου ακούστηκαν πολύ καλά, ούτε όμως και άσχημα. Οταν όμως βγήκα από το δωμάτιο και πήγα να χαιρετήσω τη μητέρα της, η γυναίκα άρχισε να κλαίει και μου είπε πως η αλήθεια ήταν διαφορετική. Πως το χειρουργείο δεν πέτυχε, γιατί οι γιατροί δεν ήταν σε θέση να αφαιρέσουν τον όγκο, ενώ υπήρχαν και πολλές μεταστάσεις. Ηταν πλέον ήταν ζήτημα χρόνου. Η φίλη μου δεν γνώριζε την πραγματική κατάσταση, γιατί, όπως μου είπε η μητέρα της, ήθελαν προς το παρόν να την κρατήσουν ήρεμη. Επαθα σοκ. Ηθελα να ξαναμπώ στο δωμάτιό της, αλλά με απέτρεψαν. Την επόμενη ημέρα γύρισα στην Αγγλία, δεν ξέρω γιατί, μάλλον είχα πάθει κάποιου είδους άρνηση».

Στο τελευταίο μήνυμα της έγραψα πως την αγαπώ πολύ και πως την περιμένω να πάμε στην αγαπημένη μας παμπ. Μου απάντησε με μία καρδούλα. Της έστειλα πίσω πολλές καρδούλες, σε διάφορα χρώματα. Δεν το είδε ποτέ

Τα τελευταία μηνύματα των δύο κοριτσιών ήταν πολύ δύσκολα, καθώς η Φωτεινή, που πλέον βρισκόταν μακριά, δεν ήξερε τι γνώριζε και τι όχι η φίλη της. «Σε κάποια μηνύματα μου έλεγε πως νιώθει πολύ πρησμένη, πως πονάει, και εγώ της έλεγα να κάνει υπομονή. Ημουν πολύ θυμωμένη, ίσως και οργισμένη, γιατί ένιωθα πως με το να της κρύβουν την αλήθεια τής στερούν τη δυνατότητα να χαιρετήσει τους δικούς της ανθρώπους με τον τρόπο που μπορεί να ήθελε. Τώρα που έχουν περάσει κάποια χρόνια, έχω μαλακώσει, δεν είμαι τόσο κάθετη. Στο τελευταίο μήνυμα της έγραψα πως την αγαπώ πολύ και πως την περιμένω να πάμε στην αγαπημένη μας παμπ. Μου απάντησε με μία καρδούλα. Της έστειλα πίσω πολλές καρδούλες, σε διάφορα χρώματα. Δεν το είδε ποτέ». Για τη Φωτεινή οι συνομιλίες της με τη φίλη της αποτέλεσαν κάποιον είδος ψυχοθεραπείας, καθώς, όπως λέει στην «Κ», πέρασε ατελείωτες ώρες με το να διαβάζει το τι συζητούσαν πριν από χρόνια, όταν ήταν ακόμα μαθήτριες. «Τον πρώτο καιρό με παρηγορούσε να τα διαβάζω, λειτουργούσε ως μια υπενθύμιση της φιλίας μας. Ηθελα να κρατήσω όλες αυτές τις καλές στιγμές, τότε που βγάζαμε σέλφι, ανταλλάσσαμε, αστεία memes, κάναμε βαθιές συζητήσεις ή και πιο ανάλαφρες. Τώρα βέβαια ξέρω πως αυτή η ανάμνηση υπάρχει μέσα μου και πως δεν θα σβήσει, ακόμα και αν κάποια στιγμή σβηστούν τα αρχεία».

«Ο κήπος ανθισμένος, αλλά το σπίτι άδειο χωρίς εσένα»

Η Νίκη με τον σύζυγό της τον Αρη σπάνια αντάλλασσαν μηνύματα, καθώς, όπως λέει, ήταν τις περισσότερες ώρες μαζί. «Του είχα πάρει ένα κινητό, να το έχει για ώρα ανάγκης, αλλά και τα παιδιά και οι φίλοι μας καλούσαν σχεδόν αποκλειστικά στο δικό μου». Το δικό του κινητό όμως εμφανίστηκε στην οθόνη της όταν την πήραν κάποιοι γείτονες από το σπίτι τους στη Χαλκίδα, να την ενημερώσουν πως έπρεπε να μεταβεί άμεσα στο νοσοκομείο. «Πέθανε ξαφνικά, πριν από τρία χρόνια, από ανακοπή καρδιάς στα 65 του. Ηταν από τις λίγες φορές που είχε πάει μόνος του στο εξοχικό, αυθημερόν, να κάνει κάποιες εργασίες στον κήπο. Το πρώτο διάστημα το έχω διαγράψει από τη μνήμη μου. Θυμάμαι πως ζήτησα από τους φίλους μας να ασχοληθούν με όλα τα γραφειοκρατικά, γιατί εγώ ήμουν ανήμπορη να κάνω το οτιδήποτε. Ενα βράδυ αφηρημένη πρόσεξα το κινητό του, κλειστό πάνω στον μπουφέ. Εβαλα να το φορτίσω. Πήγα στα μηνύματα και πάτησα πάνω στη συνομιλία μας».

Η Νίκη ομολογεί πως η κίνησή της φαινομενικά δεν είχε κανένα νόημα, καθώς την τελευταία τους συνομιλία την είχε διαβάσει δεκάδες φορές από το δικό της κινητό. «Του είχα στείλει τι σπόρους λουλουδιών να πάρει για τον κήπο, και αυτός μου είχε απαντήσει με κεφαλαία γράμματα ΟΚ. Είχε όμως γράψει ένα ακόμα μήνυμα το οποίο ίσως νόμιζε πως μου το είχε στείλει, αλλά δεν είχε πατήσει ποτέ αποστολή. Εγραφε: «Εφτασα. Ο κήπος ανθισμένος, αλλά το σπίτι άδειο χωρίς εσένα». Η Νίκη ομολογεί πως ανατρέχει συχνά στα λιγοστά μηνύματα που είχε ανταλλάξει με τον Στέφανο. «Τα περισσότερα είναι διεκπεραιωτικά, του έστελνα συχνά τι να πάρει από το σούπερ μάρκετ, γιατί πάντα ξεχνούσε τι του είχα πει να αγοράσει. Κάποια άλλα όμως ξεχειλίζουν από τρυφερότητα, όπως αυτό το τελευταίο που μου είχε γράψει. Εκείνη την πρώτη φορά που το διάβασα, άρχισα να κλαίω, και μέσα στα δάκρυα πάτησα αποστολή και μου το έστειλα. Και για λίγα δευτερόλεπτα τον ένιωσα πάλι δίπλα μου».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT