Πίσω από μια κλειστή πόρτα, κάνει την παρουσία της αφόρητα αισθητή νιαουρίζοντας ακατάπαυστα, γρατζουνώντας το ξύλο, χώνοντας το τριχωτό της πόδι στα κενά, για να βρει μια χαραμάδα εισόδου, πηδώντας ακόμη πάνω στο πόμολο – που υπό το βάρος της ενίοτε υποχωρεί και της δίνει πρόσβαση στο προσωρινά «άβατο».
Οσοι έχουν γάτα το ξέρουν καλά: Η κλειστή πόρτα δεν είναι κάτι που ανέχεται εύκολα.
Ομως, γιατί;
Η σύντομη απάντηση, λένε οι ειδικοί, είναι λόγω της εξέλιξης, αλλά και των κηδεμόνων της.
Σύμφωνα με τη δρα Κάρεν Σουέντα, κτηνίατρο και ειδική σε θέματα συμπεριφοράς ζώων, η αποστροφή που έχουν οι γάτες για τις κλειστές πόρτες οφείλεται εν μέρει στην περιέργειά τους και στον φόβο τους μη χάσουν κάτι – χαρακτηριστικό που συμπυκνώνεται στο ακρωνύμιο FOMO (Fear Of Missing Out).
«Είναι λίγο FOMO. Του τύπου “δεν ξέρω τι υπάρχει στην άλλη πλευρά και θέλω να πάω να δω και να το ανακαλύψω”» εξηγεί η ίδια.
Οι γάτες είναι από τη φύση τους περίεργα πλάσματα και θέλουν να έχουν τον έλεγχο του τι συμβαίνει στην «επικράτειά» τους, όπως προφανώς εκλαμβάνουν το σπίτι του ιδιοκτήτη τους. Παρότι οι λυσσαλέες αυτές επιθέσεις στις πόρτες ερμηνεύονται από τους ανθρώπους από μυστήριες έως αλλόκοτες, η μανία αυτή ελέγχου του περιβάλλοντός τους βοηθά τις γάτες να επιβιώνουν στην άγρια φύση και στον δρόμο.
«Στις γάτες αρέσει να ελέγχουν την πρόσβαση σε χώρους, τις ζωτικές βασικές ανάγκες και την επικράτειά τους», σημειώνει η σύμβουλος συμπεριφοράς γατών Ινγκριντ Τζόνσον. «Αυτό δεν τις κάνει κακές. Δεν τις κάνει τίποτα άλλο από ένα είδος που είναι παράλληλα θηρευτής και θήραμα που πρέπει να κυνηγήσει για να επιβιώσει, αλλά και να νιώθει ασφάλεια και σιγουριά στο περιβάλλον του».
Επιπλέον, μια κλειστή πόρτα σημαίνει την απώλεια του κεκτημένου προνομίου της… απόλυτης προσοχής από τους κηδεμόνες τους.
Μελέτη του 2017 που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Behavioural Processes αποκαλύπτει πως οι περισσότερες γάτες προτιμούν την ανθρώπινη επαφή από άλλα ερεθίσματα – όπως το φαγητό και τα παιχνίδια. Και δεν καταλαβαίνουν ότι μια κλειστή πόρτα είναι κάτι προσωρινό, εξηγεί η Τζόνσον.
«Αυτό που αντιλαμβάνονται είναι πως ο χώρος που μέχρι πρότινος τούς ήταν προσβάσιμος, ο χώρος όπου νιώθουν ασφαλείς ή τους αρέσει να κοιμούνται, να τρώνε ή ό,τι άλλο, τώρα ξαφνικά τούς αποκλείεται. Και όταν παίρνουμε τον έλεγχο από τις γάτες μας, τους δημιουργούμε άγχος», σύμφωνα με την Τζόνσον.
Μια κλειστή πόρτα εμπίπτει σε αυτό που η ειδική συμπεριφοράς γατών Τζέιν Ερλιχ αποκαλεί «τρία απαίσια C»: «Οι γάτες απεχθάνονται τις αλλαγές (changes), να μην έχουν επιλογές (choices) και να μην έχουν τον έλεγχο (control). Παρότι δεν θέλουν απαραιτήτως να συμμετέχουν, θέλουν να γνωρίζουν ό,τι ακριβώς συμβαίνει πίσω από την κλειστή πόρτα», λέει η ίδια.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, οι κηδεμόνες γατιών πρέπει να διατηρούν μία σταθερότητα και μία συνέπεια στους χώρους του σπιτιού όπου οι γάτες μπορούν να έχουν πρόσβαση. Για παράδειγμα, λέει η Τζόνσον, αν δεν θέλουν τρίχες στην τραπεζαρία, δεν πρέπει να κλείνουν το δωμάτιο για τις γάτες μόνο όταν έχουν επισκέπτες, αλλά σε μόνιμη βάση.
Τέλος, αν και πίσω από τις κλειστές πόρτες συνήθως κάνουν πράγματα αναζητώντας την προσοχή του ιδιοκτήτη τους, κάποιες φορές, προειδοποιούν οι ειδικοί, βιώνουν πραγματική αγωνία, κάτι που εκδηλώνουν με απεγνωσμένους λαρυγγισμούς, μανιώδες νιαούρισμα ή απειλητικό χαμήλωμα των αυτιών τους – συμπεριφορά την οποία πρέπει να ελέγξουν οι κηδεμόνες ώστε να αποκλείσουν τυχόν πρόβλημα υγείας.
Πηγή: LiveScience