Διασχίζοντας την ελληνική ύπαιθρο, συναντά κανείς χωριά που μοιάζουν παγωμένα στον χρόνο. Εγκαταλελειμμένα σπίτια, άδειες πλατείες και κτίρια που αργά αλλά σταθερά υποκύπτουν στη φθορά. Η εικόνα είναι κοινή και επαναλαμβανόμενη σε πολλές περιοχές της Ελλάδας και συνδέεται με ιστορικές, κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις. Οι βασικοί λόγοι εγκατάλειψης ήταν φυσικά η φτώχεια και η αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής.
Μέσα από μικρές επιχειρηματικές πρωτοβουλίες, πολιτιστικές δράσεις και φεστιβάλ, χωριά -«φαντάσματα» αναδεικνύονται ως χώροι συνάντησης, δημιουργίας και ανακάλυψης.
Σήμερα, πολλά από αυτά τα χωριά χαρακτηρίζονται στις μεταξύ μας συζητήσεις ως χωριά-«φαντάσματα». Κι όμως, μέσα σε αυτή την ερήμωση, μερικά από αυτά ξαναβρίσκουν ζωή. Μέσα από μικρές επιχειρηματικές πρωτοβουλίες, πολιτιστικές δράσεις και φεστιβάλ, αναδεικνύονται ως χώροι συνάντησης, δημιουργίας και ανακάλυψης. Αυτά τα χωριά, με τη μοναδική τους ατμόσφαιρα, προσφέρουν στους επισκέπτες μια γέφυρα ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, διατηρώντας τις ρίζες τους ζωντανές.
Χαϊχούτες στην Κω: Μουσική και γεύσεις μέσα στα πέτρινα ερείπια
Μόλις 10 χιλιόμετρα από την πόλη της Κω βρίσκεται το χωριό Χαϊχούτες, το οποίο άρχισε να ερημώνει από τους μόνιμους κατοίκους του τη δεκαετία του ’60. Πλέον τα σπίτια είναι ερειπωμένα και πολλά από αυτά γκρεμισμένα. Παρ’ όλα αυτά ο επισκέπτης κάνοντας λίγα βήματα θα βρεθεί στον προαύλιο χώρο ενός άκρως δημοφιλούς καφενείου, που διαθέτει και έναν αξιόλογο κατάλογο για φαγητό.
Το σκηνικό από μόνο του είναι επιβλητικό, καθώς το καφενείο Χαϊχούτες βρίσκεται στην καρδιά της φύσης, στην πλαγιά του όρους Δίκαιος, κάτω από τα δέντρα και ανάμεσα σε πέτρινα ερείπια. Τα βράδια του καλοκαιριού διοργανώνονται μουσικές βραδιές, ενώ ελάχιστα σπίτια του χωριού έχουν ανακαινιστεί και λειτουργούν ως Airbnb. Ιδιαίτερα φροντισμένη είναι και η εκκλησία του Αγίου Δημητρίου, από όπου μπορεί ο επισκέπτης να απολαύσει την πανοραμική θέα της περιοχής.
Λάστα στην Αρκαδία: Ενα χωριό με δύο κατοίκους και μια πλατεία γεμάτη επισκέπτες
Θα χρειαστεί να διασχίσετε αρκετές στροφές προκειμένου να φτάσετε στο χωριό Λάστα της Αρκαδίας, ένα μέρος όπου οι μόνιμοι κάτοικοί του είναι μόνο δύο. Στην πλατεία του χωριού όμως είναι πολύ πιθανό να συναντήσετε κόσμο: από ελεύθερους κατασκηνωτές, μέχρι και… γλέντια γάμου, η Λάστα αποτελεί σημείο συνάντησης της περιοχής. Απόδειξη αποτελεί το καφενείο «Αη – Γιώργης», που βρίσκεται δίπλα στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, σε ένα κτίσμα που είχε μείνει κατά τη διάρκεια της Επανάστασης ο Ιμπραήμ Πασάς.
Οι επισκέπτες είναι ελεύθεροι να μπουν στην κουζίνα, να φτιάξουν τον καφέ τους και να γευτούν τα κεράσματα που έχουν αφήσει οι προηγούμενοι, αρκεί να τηρήσουν έναν απαράβατο όρο: να αφήσουν τον χώρο ακριβώς όπως τον βρήκαν.
Πρόκειται για έναν αυτοδιαχειριζόμενο χώρο, χωρίς καφετζή ή σερβιτόρο. Οι επισκέπτες είναι ελεύθεροι να μπουν στην κουζίνα, να φτιάξουν τον καφέ τους και να γευτούν τα κεράσματα που έχουν αφήσει οι προηγούμενοι, αρκεί να τηρήσουν έναν απαράβατο όρο: να αφήσουν τον χώρο ακριβώς όπως τον βρήκαν. Οποιος θέλει μπορεί να αφήσει τη συνεισφορά του σε ένα ειδικό κουτί, αφού πρώτα χαζέψει την πολύχρωμη διακόσμηση. Κάδρα με φωτογραφίες κατοίκων, πληροφορίες για το χωριό, ιστορικά κειμήλια, ακόμα και φρέσκα λουλούδια στα βάζα. Ολοι και όλα έχουν μια θέση στο πεντακάθαρο και τακτοποιημένο καφενείο της Λάστα.
Παλιά Βλαχάτα Σάμης στην Κεφαλονιά: Οταν η τέχνη αναγεννά το παρελθόν
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Στα Παλιά Βλαχάτα Σάμης διεξάγεται μια τελείως διαφορετική ιστορία. Αυτό το εγκαταλελειμμένο χωριό της Κεφαλονιάς μπορεί να καταστράφηκε και να ερημώθηκε μετά τον μεγάλο σεισμό του 1953, τα τελευταία 12 χρόνια όμως αποτελεί σημείο αναφοράς του νησιού. Για λίγες ημέρες κάθε καλοκαίρι διεξάγεται εδώ μια μεγάλη γιορτή της τέχνης, με φόντο τα γκρεμισμένα πέτρινα κτίρια. Τα στενά δρομάκια του χωριού, που θυμίζουν λαβύρινθο, γεμίζουν και πάλι κόσμο.
Το έρημο χωριό γίνεται κομμάτι της μαγείας του φεστιβάλ, τα πέτρινα κτίσματα και η φύση δημιουργούν ένα μοναδικό σκηνικό που προσφέρει μια αυθεντική εμπειρία τέχνης σε όσους το επισκέπτονται και το κάνουν κομμάτι τους.
Μουσικοί, εικαστικοί, κινηματογραφιστές, καλλιτέχνες, φίλοι και επισκέπτες του Saristra Festival απ’ όλο τον κόσμο συναντιούνται σε αυτόν τον ιδιαίτερο τόπο όπου το παρελθόν στήνει το σκηνικό του παρόντος. Το έρημο χωριό γίνεται κομμάτι της μαγείας του φεστιβάλ, τα πέτρινα κτίσματα και η φύση δημιουργούν ένα μοναδικό σκηνικό που προσφέρει μια αυθεντική εμπειρία τέχνης σε όσους το επισκέπτονται και το κάνουν κομμάτι τους. Πολιτισμός και περιβάλλον ενώνονται, δημιουργώντας μια μοναδική εμπειρία για τους συμμετέχοντες, που φεύγοντας ανανεώνουν το ραντεβού τους για την επόμενη χρονιά.
Παλιά Περίθεια στη Κέρκυρα: Το χωριό που αναστήθηκε
Το χωριό Παλιά Περίθεια στις πλαγιές του όρους Παντοκράτορας στην Κέρκυρα αριθμούσε περίπου 130 σπίτια και μόλις δύο μόνιμους κατοίκους. Ωστόσο, παρά τη σταδιακή εγκατάλειψη που έφτασε στην ολική ερήμωση στα μέσα του 20ού αιώνα, τα τελευταία χρόνια φαίνεται να αποκτά ξανά ζωή. Μια Ολλανδή και ένας Αγγλος, η Saskia και ο Mark, ανακάλυψαν την Παλιά Περίθεια το 2009, την ερωτεύτηκαν και αποφάσισαν να επενδύσουν εκεί.
Σιγά σιγά οι παλιοί κάτοικοι αποφάσισαν να δώσουν κι αυτή μια ευκαιρία στον τόπο και πλέον το χωριό διαθέτει ξενώνες και ταβέρνες που γεμίζουν από ταξιδιώτες που θέλουν να δουν με τα μάτια τους το χωριό-«φάντασμα». Η Παλιά Περίθεια είναι ένας τόπος κόσμημα, περιτριγυρισμένος από φύση με κτίσματα που διατηρούν τη βενετσιάνικη αρχιτεκτονική τους, χτισμένα από πέτρα ακριβώς όπως και τα καλντερίμια του χωριού. Τόσες δεκαετίες μετά, το χωριό γίνεται ξανά σημείο συνάντησης και γεμίζει ζωή από όσους το αγάπησαν στο παρελθόν και από όσους θα το γνωρίσουν στο παρόν.
Βάστα, στην Αρκαδία: Οι 17 βελανιδιές που προσελκύουν τους επισκέπτες
Το χωριό Βάστα Αρκαδίας στην απογραφή του 2021 εμφανίζεται να έχει 45 κατοίκους, ο μόνιμος πληθυσμός του όμως μετρά γύρω στους 20 με 25. Παρά τους λιγοστούς του κατοίκους πρόκειται για ένα χωριό που είναι γνωστό σε αρκετούς για δύο λόγους: πρώτος είναι για τον ναό της Αγίας Θεοδώρας που προσελκύει πλήθος προσκυνητών, καθώς το σκεπάζουν 17 βελανιδιές των οποίων οι ρίζες δεν φαίνονται, ενώ στα θεμέλιά του αναβλύζουν νερά δημιουργώντας έναν μικρό χείμαρρο. Ο δεύτερος είναι ότι εκεί γεννήθηκε και μεγάλωσε ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου. Είναι άλλωστε το χωριό το οποίο αναφέρεται στο τραγούδι Σφεντόνα.
Ωστόσο το ίδιο το χωριό μοιάζει ερημωμένο, καθώς ο κόσμος που το επισκέπτεται συχνά περιορίζεται σε μια γρήγορη στάση στον ναό. Οι γνώστες όμως της περιοχής δεν παραλείπουν να κάνουν μια στάση στο περίφημο οινοκαφεπαντοπωλείο του Τζίκου, ή αλλιώς στο παραδοσιακό καφενείο του χωριού. Μετράει πάνω από 100 χρόνια ζωής και έχει λειτουργήσει παλαιότερα και σαν ταχυδρομείο, ιατρείο, αλλά και ως τηλεφωνείο.