Πρόλαβα κι εγώ τις μαγικές βιτρίνες των παλιών αθηναϊκών καταστημάτων. Θυμάμαι την οικογενειακή τελετουργία κάθε Παραμονή Πρωτοχρονιάς στα τέλη της δεκαετίας του ’70, όταν «ανεβαίναμε» από τα νότια της Αθήνας στο διώροφο, προπολεμικό σπίτι της θείας μου, στην οδό Μιχαήλ Βόδα, για το ρεβεγιόν της τελευταίας νύχτας του χρόνου.
Ηταν μια διαδρομή που στα παιδικά μου μάτια έπαιρνε κινηματογραφικές διαστάσεις. Κολλούσα το πρόσωπο στο τζάμι του αυτοκινήτου του πατέρα μου και ρουφούσα αχόρταγα τις εικόνες της χριστουγεννιάτικης Αθήνας. Το πιο συναρπαστικό κομμάτι αυτής της γιορταστικής βόλτας ήταν οι βιτρίνες των μεγάλων αθηναϊκών πολυκαταστημάτων στο κέντρο. Πρωταγωνιστούσε το μαγικό τρίγωνο που σχημάτιζαν οι φωταγωγημένοι μαγνήτες της παιδικής φαντασίας, από το «Μινιόν» στην Πατησίων στον «Δραγώνα» της πλατείας Κοτζιά και από τον «Λαμπρόπουλο» και τον «Κατράντζο Σπορ» στα Χαυτεία μέχρι την αγαπημένη μου «Πανελλήνιο Αγορά» βορειότερα στην οδό Σταδίου.
Και ξαφνικά ήταν σαν κάποιος να τράβηξε το καλώδιο από την πρίζα. Μαζί με τις παιδικές Πρωτοχρονιές έσβησε και η χρυσή εποχή του αθηναϊκού εμπορίου. Δεν ήταν η εφηβεία με τον κυνισμό της που απομυθοποίησε την ανάμνηση εκείνων των Χριστουγέννων αλλά η αφύπνιση της εγχώριας τρομοκρατίας. Θυμάμαι ακόμα τη μητέρα μου να μας λέει ένα βράδυ, λίγο πριν από τις γιορτές του 1980, ότι «καίγεται το “Μινιόν” και ο “Κατράντζος”». Ακούγαμε, με τον αδελφό μου, με ανοικτό το στόμα, δύο εννιάχρονα παιδιά που αδυνατούσαν ακόμα να συμβιβαστούν με μια πιο σύνθετη ανάγνωση της ανθρώπινης κατάστασης.
Αν και όλα αυτά τα έμαθα πολύ αργότερα, την ευθύνη για εκείνους τους εμπρησμούς ανέλαβε η νεοεμφανιζόμενη «Επαναστατική Οργάνωση Οκτώβρης 80». Η προκήρυξή της συνοψίζει καθ’ υπερβολήν τις βασικές ιδεοληψίες της μεταπολιτευτικής Ελλάδας σε σχέση με την επιχειρηματικότητα: «Τα αφεντικά εκμεταλλεύονται την ανάγκη των προλετάριων να έχουν ένα εισόδημα για να ζήσουν και τους στριμώχνουν στο μεροκάματο, την αλλοτρίωση και τη μιζέρια», έγραφε, ανάμεσα σε άλλα.
Το τελειωτικό χτύπημα στο αθηναϊκό εμπόριο δόθηκε το καλοκαίρι του 1981. Στις 3 Ιουνίου πυρπολούνται τα πολυκαταστήματα «Κλαουδάτος» και «Ατενέ», ενώ στις 4 Ιουλίου καίγεται ο «Δραγώνας» και τρεις μέρες αργότερα ο «Λαμπρόπουλος» του Πειραιά.
Μέσα σε λιγότερο από οκτώ μήνες αφανίστηκαν οι βασικοί πυλώνες του εγχώριου εμπορίου, μια ελληνική τραγωδία για την οποία μιλήσαμε ελάχιστα. Και οι παιδικές μας αναμνήσεις είναι λίγο σαν να μην υπήρξαν ποτέ, σαν να τις φανταστήκαμε. Αλλά αυτό είναι το λιγότερο.