Η ελληνική έκδοση της μελέτης του Βρετανού ελληνιστή Ρόντερικ Μπίτον για τον Λόρδο Βύρωνα αποτελεί γεγονός. «Ο πόλεμος του Βύρωνα: Ρομαντική εξέγερση, Ελληνική Επανάσταση» κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη σε μετάφραση της Κατερίνας Σχινά. Υπάρχουν πολλά που μπαίνουν στη θέση τους σε σχέση με τον θρύλο του Βύρωνα, όπως για παράδειγμα η θέση του Μπίτον ότι ο εμβληματικός φιλέλληνας του Αγώνα δεν πολέμησε ποτέ του στην πραγματικότητα.
Στέκομαι, ωστόσο, στο ταξίδι του Βύρωνα στην Αθήνα. Ο Μπάιρον είδε για πρώτη φορά με τα μάτια του την πόλη ανήμερα τα Χριστούγεννα του 1809. «Φαίνεται ότι το θέαμα τον εντυπωσίασε και συνάμα τον κατέθλιψε», σημειώνει ο Ρόντερικ Μπίτον. Η Αθήνα εκείνης της εποχής, μάς θυμίζει, ήταν μια περιτοιχισμένη πόλη περίπου 12.000 κατοίκων, χτισμένη στις βόρειες κλιτύες του φυσικού φρουρίου της Ακρόπολης και εκτεινόταν, αρκετά περιορισμένα είναι αλήθεια, προς τα βόρεια και τα δυτικά.
«Στην Αθήνα», γράφει ο Μπίτον, «οι ταξιδιώτες κατέλυσαν σε δύο εφαπτόμενα κτίρια στην οδό Θέκλας, ιδιοκτησίας δύο αδελφών, η μία από τις οποίες ήταν χήρα ενός Ελληνα, πρώην προξένου της Βρετανίας. Εικάζεται ότι ο Μπάιρον ερωτοτρόπησε και με τις τρεις έφηβες κόρες της χήρας Μακρή. Στη μικρότερη, τη δωδεκάχρονη Τερέζα, αφιέρωσε ένα ποίημα, το οποίο της διασφάλισε φήμη για το υπόλοιπο της μακράς ζωής της: “Κόρη των Αθηνών, πριν χωριστούμε…”. Η επωδός του ποιήματος είναι γραμμένη στα νέα ελληνικά. Από αυτήν φαίνεται είτε ότι η σχέση του Μπάιρον με τη γλώσσα ήταν επισφαλής, είτε ότι δεν είχε μεγάλη εγγύτητα με την αγαπημένη, ώστε να της απευθύνεται με οικειότητα (“σας αγαπώ” της λέει στην επωδό του ποιήματος)».
Ειδική μνεία κάνει ο Ρόντερικ Μπίτον στη φήμη πως ο Μπάιρον δεν έδειχνε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα ερείπια της αρχαιότητας. «Για τον Μπάιρον, τα αρχαία ερείπια, όπως τα πρωτοείδε, ήταν τόσο δεμένα με τον θάνατο και τη φθορά του ανθρώπου, ώστε δεν μπορούσε να συμμεριστεί τον ενθουσιασμό του φίλου του και να θελήσει να τα εξερευνήσει».
Και ο λόγος για τον οποίο αντιτάχθηκε τόσο βίαια και τόσο δημόσια στον λόρδο Ελγιν δεν ήταν ο ίδιος με τον λόγο που αναπτύσσουμε σήμερα οι σημερινοί Ελληνες. «Αυτό που είχε διαπράξει ο Ελγιν, και εξακολουθούσαν να διαπράττουν άλλοι, ήταν, στα μάτια του Μπάιρον, ιεροσυλία, σκύλευση των νεκρών. Με εξαίρεση τον ίδιο τον Ελγιν, τον οποίο δεν είχε γνωρίσει και αργότερα θα απέφευγε να συναντήσει, ο Μπάιρον δεν έτρεφε καμία εχθρότητα προς τα πρόσωπα που εμπλέκονταν σε αυτές τις ληστρικές πρακτικές».