Σε πρόσφατο άρθρο του στους New York Times, ο Κινέζος δημοσιογράφος Γουφέι Γιου χαρακτήρισε την επιδημία του κορωνοϊού «εκδίκηση των παγκολίνων». Πρόκειται για επαπειλούμενο είδος μυρμηγκοφάγου με χαρακτηριστικές, κεράτινες φολίδες, που ζει σε τροπικές περιοχές της Αφρικής και της Ασίας. Στην Κίνα αποτελεί περιζήτητο εμπόρευμα, καθώς το κρέας του θεωρείται ντελικατέσεν και πολλοί πιστεύουν ότι οι φολίδες του έχουν θεραπευτικές ιδιότητες. Κατά μία εκδοχή, ο κορωνοϊός πέρασε για πρώτη φορά σε ανθρώπους στην επαρχία Γουχάν της Κίνας μέσω της πώλησης παγκολίνων σε υπαίθρια αγορά ζωντανών ζώων (wet market). Οι εν λόγω αγορές είναι παράνομες στην Κίνα, αλλά όλο και κάποιοι βρίσκονται να αψηφούν τους νόμους σε απομονωμένες περιοχές της ενδοχώρας.
Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς γιατί ο Γουφέι Γιου δελεάστηκε να δει την επιδημία του κορωνοϊού ως καρμική εκδίκηση των υπό εξαφάνιση παγκολίνων για τη συστηματική εξόντωσή τους από τους ανθρώπους. Γεγονός είναι ότι οι επιστήμονες δεν έχουν ακόμη καταλήξει σε ασφαλή εκτίμηση για την ιχνηλάτηση του ιού COVID-19, καθώς άλλες εικασίες θεωρούν πιθανότερο να μεταδόθηκε από νυχτερίδες ή ερπετά. Οι αμφιβολίες των ειδικών δεν εμπόδισαν, ωστόσο, την εμφάνιση κύματος αντικινεζικής υστερίας σε περιοχές της Δύσης που έχουν πληγεί σκληρά από τον κορωνοϊό, αναγορεύοντας σε υγειονομική βόμβα για τον πλανήτη τις διατροφικές συνήθειες των Κινέζων. «Ολοι έχουμε δει Κινέζους να τρώνε ποντίκια», εξεμάνη ο Λούκα Ζάια, περιφερειάρχης στο Βένετο της Ιταλίας και πρώην υπουργός του Μπερλουσκόνι.
Κρίκος μιας αλυσίδας
Οπως επισημαίνει, όμως, η αρθρογράφος της Le Monde Diplomatique Σόνια Σαχ, παρόμοιες τοποθετήσεις, που εστιάζουν στα ζώα, κρύβουν ένα πολύ βαθύτερο πρόβλημα: τη συστηματική καταστροφή βιότοπων στις συνθήκες της πλανητικής οικολογικής κρίσης, γεγονός που καθιστά ολόκληρη την ανθρωπότητα περισσότερο ευάλωτη σε μέχρι χθες άγνωστες επιδημίες ή και πανδημίες. Υπό αυτό το πρίσμα, ο COVID-19 δεν αποτελεί παρά τον τελευταίο, μέχρι στιγμής, κρίκο μιας αλυσίδας που έχει πλούσιο παρελθόν και θα έχει, αν δεν αλλάξει ριζικά ο τρόπος ζωής μας, ακόμη πιο πλούσιο μέλλον.
Ηδη τον Ιανουάριο του 2019, δηλαδή ένα χρόνο πριν από την κρίση του νέου κορωνοϊού, το περιοδικό The Scientist φιλοξενούσε άρθρο της Καταρίνα Ζίμερ, το οποίο περιείχε μια δυσοίωνη προειδοποίηση: «Καθώς τα τροπικά δάση αποψιλώνονται με ανησυχητικό ρυθμό σε παγκόσμια κλίμακα, οι επιστήμονες φοβούνται ολοένα και περισσότερο ότι οι πανδημίες του μέλλοντος μπορεί να προέλθουν από την ανθρώπινη δραστηριότητα που καταστρέφει τα δάση». Η αρθρογράφος παρέθεσε αρκετές έρευνες, οι οποίες τεκμηριώνουν ισχυρή συσχέτιση ανάμεσα στην αποψίλωση δασών και στην έκρηξη ιογενών νόσων σε γειτονικές περιοχές. Μία από τις πιο χαρακτηριστικές ήταν η επιδημία ελονοσίας που έπληξε το Βόρνεο το 2002. Προς μεγάλη τους έκπληξη, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι δεν επρόκειτο για τον συνηθισμένο ιό που μεταδίδεται από κουνούπια, αλλά για έναν άλλο ιό, ο οποίος μέχρι τότε εντοπιζόταν σε πιθήκους και κατάφερε να περάσει στον άνθρωπο. Το Βόρνεο είναι ένα από τα σημεία του πλανήτη όπου η καταστροφή τροπικών δασών έχει πάρει δραματικές διαστάσεις.
Ευνοϊκές συνθήκες
Ασφαλώς η στατιστική συσχέτιση δεν τεκμηριώνει από μόνη της σχέση αιτίου- αποτελέσματος ανάμεσα στην αποψίλωση των δασών και στη διάδοση δυνητικά φονικών ιών. Ωστόσο, αν συνυπολογίσει κανείς την καταστροφή βιότοπων, τη φρενήρη αστικοποίηση που φέρνει ανθρώπους και καλλιέργειες κοντά σε άγρια δάση, αλλά και τις άκρως ανθυγιεινές συνθήκες στις εγκαταστάσεις της βιομηχανοποιημένης κτηνοτροφίας, η εικασία αναδύεται ισχυρότατη: το επικρατούν μοντέλο της πυρετικής «ανάπτυξης» δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για να έρθουν οι παθογόνοι οργανισμοί πιο κοντά στους ανθρώπους, να μεταλλαχθούν και να προκαλέσουν εντέλει φονικές επιδημίες ή και πανδημίες.
Στα τελευταία 80 χρόνια, έχουν εμφανιστεί εκατοντάδες παθογόνοι οργανισμοί σε περιοχές όπου ήταν μέχρι τότε άγνωστοι. Ενδεικτικά: ο ιός HIV, που εμφανίστηκε στις ΗΠΑ το 1981, ο Ebola που εντοπίστηκε στο νότιο Σουδάν και στο Κονγκό το 1976, ο Zika, που έπληξε την αμερικανική ήπειρο το 2015, ο ιός του Δυτικού Νείλου που ήρθε στην Αμερική το 1999 και ο SARS που ξεκίνησε από το Φοσάν της Κίνας το 2002. Σε ποσοστό 60%, οι εν λόγω ιοί προέρχονταν από ζώα.
Ωστόσο, δεν είναι τα ζώα, αλλά δικές μας δραστηριότητες που πρέπει να ενοχοποιηθούν για την ανησυχητική πύκνωση του φαινομένου. Οι ειδικοί βεβαιώνουν ότι στη μεγάλη πλειονότητα των περιπτώσεων τα ζώα συμβιώνουν με τα μικρόβια χωρίς να παθαίνουν κάτι ιδιαίτερο. Τα προβλήματα αρχίζουν όταν, για παράδειγμα, οι νυχτερίδες που θρέφονται με φρούτα αναγκάζονται να φύγουν από τον αποψιλωμένο τους βιότοπο και φτάνουν μέχρι το σπίτι ή τη φάρμα που φτιάξαμε εκεί δίπλα, αφήνουν το σάλιο τους στο καρποφόρο δένδρο μας, για να μολυνθούμε κι εμείς στη συνέχεια από τον μεταλλαγμένο ιό τους. Ή όταν στις ανοιχτές αγορές ζωντανών ζώων βρίσκονται δίπλα δίπλα είδη που ουδέποτε θα διασταυρώνονταν στο φυσικό περιβάλλον. Ή ακόμη όταν χιλιάδες πουλερικά ή χοίροι συνωστίζονται υπό εντελώς απαράδεκτες συνθήκες, ενώ περιμένουν τη σφαγή τους, σε κτηνοτροφικές μονάδες που ευνοούν τη μετάδοση και μετάλλαξη ασθενειών.
Ο κορωνοϊός ως ευκαιρία
Σύμφωνα με το Κέντρο Ενεργειακών και Ατμοσφαιρικών Ερευνών του πανεπιστημίου του Ελσίνκι, η οικονομική επιβράδυνση στην Κίνα λόγω κορωνοϊού είχε ως αποτέλεσμα να μειωθεί η εκπομπή ρύπων που ενοχοποιούνται για την κλιματική αλλαγή κατά 25%. Σε παγκόσμια κλίμακα, η κρίση στην αεροπορική βιομηχανία και στη βιομηχανία πετρελαίου, όπως και άλλων κατεξοχήν ρυπογόνων κλάδων, αναμένεται να έχει αντίστοιχες συνέπειες. Πρόκειται για ένα παράπλευρο κέρδος από το δράμα του κορωνοϊού, κάτι ανάλογο με αυτό που συνέβη στη διεθνή οικονομική κρίση του 2008.
Το ερώτημα που τίθεται, βέβαια, είναι κατά πόσον το όφελος θα αποδειχθεί μόνο μια αναγκαστική ανάπαυλα που θα δώσει τη θέση της σε ακόμη περισσότερο φρενήρη «ανάπτυξη», όπως έγινε και με την κρίση του 2008. Γεγονός είναι ότι ο κορωνοϊός έδειξε πως οι κυβερνώντες μπορούν να πάρουν και οι λαοί να αποδεχθούν αποφασιστικά μέτρα όταν πρόκειται για ένα θέμα ζωής ή θανάτου. Κι αν αυτό συνέβη με τον COVID-19, που έχει στοιχίσει μέχρι στιγμής τη ζωή λίγων χιλιάδων ανθρώπων στον πλανήτη, γιατί δεν μπορεί να συμβεί για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, η οποία, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη που επικαλείται η Deutsche Welle, προκαλεί 4,5 εκατομμύρια θανάτους κάθε χρόνο; Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε ωστόσο ριζική αλλαγή του αναπτυξιακού μοντέλου και του ίδιου του τρόπου ζωής μας, κάτι που είναι απίθανο να γίνει πραγματικότητα από ένα και μόνο σοκ, όσο ισχυρό κι αν είναι αυτό.