Ολο και πιο έντονα επεισόδια ατμοσφαιρικής ρύπανσης αναμένεται να προκαλούνται στο μέλλον εξαιτίας της κλιματικής κρίσης, με αποτέλεσμα οι πολίτες να υποφέρουν πολύ περισσότερο από την έκθεση σε τοξικά σωματίδια, υποστηρίζουν οι επιστήμονες που εξειδικεύονται στην ατμοσφαιρική ρύπανση.
Το παραπάνω συμπέρασμα ενισχύεται από μια νέα έρευνα που εκπόνησε ομάδα Ελλήνων επιστημόνων και η οποία δημοσιεύθηκε από τον επιστημονικό εκδοτικό οίκο Elsevier. Οι επιστήμονες ανέλυσαν την έκθεση των Αθηναίων στην αφρικανική σκόνη και στον καπνό από φωτιά και κατέληξαν σε σημαντικά συμπεράσματα για την ποιότητα του αέρα που αναπνέουμε αλλά και το είδος των σωματιδίων.
Ο Αθανάσιος Νένες, καθηγητής και διευθυντής του Εργαστηρίου Ατμοσφαιρικών Διεργασιών και των Επιπτώσεών τους (LAPI) στο Πολυτεχνείο της Λωζάννης (EPFL) και συνδεδεμένος ερευνητής και συνδιευθυντής του Κέντρου Μελέτης της Ποιότητας Αέρα και Κλιματικής Αλλαγής (C-STACC) στο Ιδρυμα Τεχνολογίας και Ερευνας στην Πάτρα, είναι εκ των συγγραφέων της μελέτης που εκπόνησαν τα δύο εργαστήρια σε Ελλάδα και Ελβετία, σε συνεργασία με το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και το ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος.
Ο ίδιος εξηγεί στην «Κ» τα αποτελέσματα της έρευνας και μιλάει γενικότερα για τα επεισόδια σκόνης και καπνού που συμβαίνουν όλο και πιο τακτικά στην Ελλάδα.
«Το βασικό συμπέρασμα της έρευνας είναι πως κάθε είδος σωματιδίων που εισπνέουμε έχει και διαφορετική τοξικότητα και κατά συνέπεια επίδραση στην υγεία», αναφέρει ο ίδιος.
Εξηγώντας πως μέχρι στιγμής η επιστημονική κοινότητα και οι επιδημιολογικές μελέτες λαμβάνουν υπόψη μόνο τη μάζα των σωματιδίων που εισπνέουμε (και όχι την τοξικότητά τους), ο καθηγητής επισημαίνει πως αν και η μάζα είναι σημαντικότατος παράγοντας, από μόνος του δεν αρκεί.
«Στη μελέτη μας λάβαμε υπόψη τόσο την ποσότητα των σωματιδίων που υπάρχουν όσο και την τοξικότητά τους (που εκφράζεται ως “οξειδωτικό στρες” που μπορούν να προκαλέσουν), όταν στην Αθήνα υπήρχαν επεισόδια σκόνης και καπνού από πυρκαγιές, και είδαμε πως η επίδραση της φωτιάς στην υγεία του πληθυσμού είναι εντονότερη απ ότι τα επεισόδια σκόνης, παρότι οι συγκεντρώσεις της σκόνης ήταν πολύ υψηλότερες από ό,τι του καπνού από τις πυρκαγιές», εξηγεί ο κ. Νένες.
Από την έρευνα διαπιστώθηκε πως στην Αθήνα τα σωματίδια από τον καπνό της φωτιάς έχουν τρεις φορές παραπάνω τοξικότητα από τη σκόνη. Ωστόσο υπάρχουν σωματίδια που είναι ακόμη πιο τοξικά. Αυτά είναι τα σωματίδια υποβάθρου, τα οποία προκαλούνται από διάφορες δραστηριότητες, όπως την εκτεταμένη χρήση Ι.Χ., ΜΜΜ ή από την καύση ξύλων κ.ά.
«Τα σωματίδια υποβάθρου προέρχονται από όλες τις πηγές που υπάρχουν, φυσικές και ανθρωπογενείς. Αυτά τα σωματίδια ήταν ακόμη πιο τοξικά από αυτά του καπνού ή της σκόνης, αλλά αυτό που μας “σώζει” είναι ότι βρίσκονται σε πολύ μικρότερη συγκέντρωση στην ατμόσφαιρα, διότι αραιώνονται συνεχώς όσο παραμένουν εκεί», εξηγεί ο κ. Νένες, προσθέτοντας πως τα σωματίδια υποβάθρου έχουν τέσσερις φορές παραπάνω τοξικότητα από τα σωματίδια σκόνης.
Βλαβερό μιξ ρύπων
Στην ερώτηση αν υπάρχει κάποιο «βλαβερό μιξ ρύπων» που να είναι πιο επικίνδυνο για την υγεία μας, ο κ. Νένες απαντάει «ναι». Σύμφωνα με τον ίδιο, όταν η ρύπανση αναμειχθεί με σκόνη, τότε ελευθερώνει τα βαρέα μέταλλα που έχει από τη φύση της η σκόνη και την καθιστά ακόμη πιο επιβλαβή για την υγεία. Στις πόλεις δε, όπως και στην Αθήνα, η ελευθέρωση μεταλλικών νανοσωματιδίων από τα δισκόφρενα των ΜΜΜ εμπλουτίζει όποια σωματίδια σκόνης υπάρχουν με επιπρόσθετα μέταλλα και τα κάνει ακόμη πιο τοξικά. Ωστόσο υπάρχουν και άλλα βλαβερά μιξ – όπως ο καπνός από πυρκαγιές και τζάκια που εκτίθεται σε όζον ή άλλα οξειδωτικά που έχει η ατμόσφαιρα και τα καθιστά πιο τοξικά.
Την ίδια ώρα είναι αποδεδειγμένο πως τόσο ο καπνός όσο και η σκόνη επηρεάζουν την υγεία και όταν η ατμόσφαιρα είναι επιβαρυμένη από ακραία φαινόμενα πυρκαγιών και σκόνης, τότε οι επιπτώσεις είναι πιο έντονες.
«Πιστεύουμε πως η έκθεση του πληθυσμού της Ευρώπης σε σωματιδιακή ρύπανση είναι υπεύθυνη για περίπου 400.000 πρόωρους θανάτους κάθε χρόνο. Μάλιστα την περίοδο εκδήλωσης πυρκαγιών εκτός από την ατμοσφαιρική ρύπανση αυξάνονται ταυτόχρονα και άλλα ακραία φαινόμενα – όπως το θερμικό στρες λόγω των πολύ υψηλών θερμοκρασιών, που επιβαρύνει ακόμη περισσότερο την υγεία των πολιτών», επισημαίνει ο καθηγητής.
Λύσεις
Οσο για το τι πρέπει να κάνουμε για να μετριάσουμε τις επιπτώσεις και του καπνού και της σκόνης στην ποιότητα του αέρα και τη δημόσια υγεία, οι περισσότερες λύσεις είναι γνωστές.
Οι σωστές πολιτικές διαχείρισης των κινδύνων της πυρκαγιάς, η μείωση του καψίματος των αγροτικών αποβλήτων και η μείωση της χρήσης των τζακιών, εκτός από τις περιπτώσεις που είναι απολύτως αναγκαία, είναι μερικές γνωστές λύσεις, που όμως πρέπει να τηρούνται. Επίσης υπάρχουν τακτικές διαχείρισης για τη μείωση των εκπομπών σκόνης από ανθρωπογενείς παράγοντες. Παραδείγματος χάριν, οι βιομηχανίες μεταφορικών μέσων μπορούν να αντικαταστήσουν τα μεταλλικά δισκόφρενα με άλλα υλικά που δεν εκπέμπουν τοξικά σωματίδια.
«Τις ημέρες που υπάρχουν έντονα φαινόμενα να χρησιμοποιούμε μάσκα όταν είμαστε έξω και να φιλτράρουμε τον αέρα σε εσωτερικούς χώρους για να αποφύγουμε όσο γίνεται την εισπνοή σωματιδίων», συμβουλεύει ο καθηγητής Αθανάσιος Νένες.