της Ηλιαλένας Λυσικάτου – Κλινική Διαιτολόγος – Διατροφολόγος/ nevronas.gr
Η άνοια είναι μια διάγνωση που περιλαμβάνει όλα τα είδη γνωστικής δυσλειτουργίας. Η νόσος του Alzheimer, η άνοια του Lewy σώματος και η αγγειακή άνοια είναι οι κύριοι τύποι άνοιας με διάφορες αιτίες. Η ραγδαία αύξηση του επιπολασμού της γνωστικής δυσλειτουργίας σε άτομα με προχωρημένη ηλικία είναι αναμενόμενη, ωστόσο, παρατηρείται σε όλες τις ηλικίες.
Η «αναστρέψιμη άνοια» είναι μια κατάσταση που μπορεί να σχετίζεται με γνωστικά συμπτώματα ή συμπεριφορικά συμπτώματα που μπορούν να επιλυθούν μόλις αντιμετωπιστεί η πρωτογενής αιτιολογία. Έχει εντοπιστεί ένας μεγάλος αριθμός πιθανών αιτιών που μπορεί να οδηγήσουν σε αναστρέψιμη βλάβη της νευρογνωστικής λειτουργίας σε ένα ηλικιωμένο άτομο. Υπάρχει κάποια σύγχυση σχετικά με τον όρο «αναστρέψιμη άνοια», καθώς πολλές μεταβολικές αιτίες άνοιας έχουν αλληλεπικαλύψεις με παραλήρημα. Επιπλέον, οι περιπτώσεις των λεγόμενων θεραπεύσιμων νόσων μπορεί να είναι ακατάλληλες μετά από καθυστέρηση στη διάγνωση (Butler & Radhakrishnan, 2012). Το κοινό χαρακτηριστικό μεταξύ όλων των πιθανών αιτιών της άνοιας, για να ονομάζονται αντιστρέψιμες είναι ότι η θεραπεία έχει ως αποτέλεσμα τη βελτίωση της γνωστικής λειτουργίας.
Ο επιπολασμός της άνοιας εκτιμάται ότι ανέρχεται σε 24 εκατομμύρια παγκοσμίως και αναμένεται να διπλασιαστεί κάθε 20 χρόνια μέχρι το 2040. Επιπλέον, η ήπια γνωστική δυσλειτουργία (MCI), που αποτελεί κίνδυνο πρόκλησης άνοιας, είναι μια συνήθης κατάσταση στα άτομα ηλικίας ≥65 ετών και εκτιμάται ότι το 15% έως 42% έχει MCI. Παράλληλα, κάθε χρόνο, το 5% έως 15% αυτών, προχωρούν σε άνοια (Hoon Moon, 2016).
Αν και πολλοί ερευνητές έχουν προσπαθήσει να αναπτύξουν αποτελεσματικές θεραπευτικές μεθόδους ή φάρμακα, δεν υπάρχει ακόμα αποτελεσματική πρόληψη ή ανάκτηση από τη γνωστική εξασθένηση. Οι παράγοντες κινδύνου για τη γνωστική εξασθένηση έχουν πολλαπλασιαστεί και η βιβλιογραφία σχετικά με τους μεταβολικούς παράγοντες ενδοκρινικού κινδύνου, για τη γνωστική εξασθένηση, έχει επεκταθεί από την επιδημιολογία και τη μοριακή παθογένεση έως και στην θεραπευτική αντιμετώπιση.
Η αναστρέψιμη άνοια συνήθως οφείλεται σε δυσλειτουργίες κάποιου συστήματος του οργανισμού. Η άνοια μπορεί να οφείλεται σε δομικές αλλοιώσεις του κεντρικού νευρικού συστήματος όπως η υδροκεφαλία και οι μαζικές βλάβες (Clarfield., 2003). Επίσης, μπορεί να οφείλεται σε συστηματικές διαταραχές όπως ανεπάρκεια φυλλικού οξέος, πελάγρα, ανεπάρκεια βιταμίνης Β 12 και θειαμίνης (Levy & Degnan, 2014).
Επιπλέον, η άνοια μπορεί να οφείλεται σε διαταραχές του ενδοκρινικού συστήματος όπως η ανεπάρκεια των οιστρογόνων ή η ανάπτυξη δυσλειτουργιών θυρεοειδούς και παραθυρεοειδούς, ειδικά σε εγκεφαλικές περιοχές όπως ο ιππόκαμπος (Gan & Pearce, 2012). Επίσης, οι ασθένειες κολλαγόνου και η αγγειίτιδα μπορούν να οδηγήσουν σε μειωμένη γνωστική ικανότητα. Οι μολυσματικές ασθένειες μπορούν να προκαλέσουν άνοια που είναι αναστρέψιμη. Μερικές από αυτές είναι η χρόνια μηνιγγίτιδα, η ασθένεια Whipple, η ασθένεια Lyme και το AIDS. Ακόμα, η αλκοολική άνοια μπορεί να εμφανιστεί σε αλκοολικά άτομα μετά από μεγάλη χρονική περίοδο κατάχρησης.
Ωστόσο, υπάρχουν και άλλες περιπτώσεις που μπορεί να υπάρχει έκπτωση της γνωστικής λειτουργίας, όπως οι νεοπλασματικές ασθένειες και η λομβική εγκεφαλίτιδα.
Επίσης, σε κάποιες μελέτες φάνηκε ότι το ροχαλητό και η άπνοια, κατά την διάρκεια του βραδινού ύπνου, αποτελούν παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση μειωμένης γνωστικής ικανότητας στους ηλικιωμένους.
Επιπρόσθετα, μερικές ψυχιατρικές διαταραχές εμφανίζουν συσχέτιση με την μειωμένη γνωστική ικανότητα. Το μεγαλύτερο ποσοστό των περιστατικών άνοιας, λόγω ψυχιατρικών διαταραχών, εμφανίζονται στην κατάθλιψη και μπορεί να εκδηλωθεί με το κλινικό πρότυπο συνδρόμου άνοιας (Piccini et al., 1998). Παράλληλα, έχει παρατηρηθεί γνωστική εξασθένηση λόγω δηλητηρίασης από τα ναρκωτικά και από τοξικές ουσίες (π.χ. βαρέα μέταλλα) και στα άτομα που εκτίθενται στο μαγγάνιο π.χ. οι ανθρακωρύχοι που παρουσιάζουν αλλαγές στην μαγνητική απεικόνιση και στη συνέχεια εμφανίζουν γνωστική εξασθένηση (Degnan & Levy, 2014). Τα ευρήματα απεικόνισης σε πολλές άλλες εκθέσεις δεν είναι καθιερωμένες και οι κατάλληλες εργαστηριακές έρευνες παραμένουν ο ακρογωνιαίος λίθος αξιολόγησης αυτών των μορφών προοδευτικής άνοιας.
Συμπερασματικά, από την πλειονότητα των μελετών φαίνεται ότι υπάρχει ισχυρή συσχέτιση μεταξύ της δυσλειτουργίας κάποιου συστήματος του οργανισμού και της γνωστικής εξασθένησης. Ακόμα, η ηλικία, η προδιάθεση για ψυχολογικές διαταραχές, η εκπαίδευση και η γονιδιακή προδιάθεση του πληθυσμού έχουν καθοριστικό ρόλο στην αύξηση της συσχέτισης (Petersen et al., 2014). Συστήνεται η εύρεση νέων διαγνωστικών τεστ με έγκυρα αποτελέσματα για γρήγορη διάγνωση και αντιμετώπιση. Τέλος, κρίνεται αναγκαίο να διεξαχθούν καλύτερες μεθοδολογικά σχεδιασμένες μελέτες και με μεγαλύτερο δείγμα ατόμων ώστε να δοθούν νέα δεδομένα στην πρόληψη της άνοιας.