Η σωματική δραστηριότητα ωφελεί το μυαλό μας, διαπιστώνουν δύο νέες έρευνες. Στη μία από αυτές, οι επιστήμονες μελέτησαν τη ζωή, το DNA και την αντίληψη χιλιάδων ανθρώπων για να καταδείξουν πώς η τακτική άσκηση οδηγεί σε πολύ πιο αιχμηρή σκέψη.
Η δεύτερη έρευνα συνέβαλε στην εξήγηση του γιατί η άσκηση είναι ευεργετική για τον εγκέφαλο. Σε αυτήν, οι ερευνητές διαπίστωσαν πως μόλις έξι λεπτά έντονης σωματικής δραστηριότητας πενταπλασίασε την παραγωγή μιας νευροχημικής ουσίας που είναι γνωστό ότι είναι απαραίτητη για την υγεία του εγκεφάλου.
Οι έρευνες αυτές, που δημοσιεύονται λίγο μετά την πολυσυζητημένη μελέτη που είχε εγείρει αμφιβολίες για το κατά πόσον η άσκηση ενισχύει τη σκέψη και τη μνήμη, ανέλυσαν δεδομένα σχεδόν 350.000 ανθρώπων.
Οι έρευνες ενισχύουν την ιδέα πως «οπωσδήποτε η άσκηση είναι ένα από τα καλύτερα πράγματα που μπορεί να κάνει κανείς» για το μυαλό του, σημειώνει ο Μάθιου Μπουαγκοντιέ, αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Οτάβα και επιβλέπων της μίας από αυτές.
Ερευνα ορόσημο
Η έρευνα από τον Μπουαγκοντιέ και τους συναδέλφους του, που δημοσιεύτηκε την περασμένη εβδομάδα στο Scientific Reports, χρησιμοποιεί ένα καινοτόμο και περίπλοκο τύπο στατιστικής ανάλυσης για υπερβεί την παραδοσιακή έρευνα παρατήρησης και να αποδείξει με βεβαιότητα ότι η άσκηση όντως βελτιώνει τις εγκεφαλικές δεξιότητες.
Στράφηκαν έτσι στο DNΑ και τη Μεντελική τυχαιοποίηση, μια τεχνική χρήσης γενετικών παραλλαγών για τον εντοπισμό συνδέσεων μεταξύ παραγόντων και νοσημάτων.
Ολοι μας γεννιόμαστε με ή χωρίς ορισμένα μέρη του DNA, κάποια από τα οποία συμβάλλουν στην πιθανότητα να είμαστε σωματικά δραστήριοι.
Οι επιστήμονες, διασταυρώνοντας τις γνωστικές βαθμολογίες των ατόμων που έχουν ή δεν έχουν γενετική προδιάθεση στην άσκηση με εκείνες των ατόμων με τις γονιδιακές παραλλαγές που σχετίζονται με τη νόηση, μπορούν να διακρίνουν τον βαθμό στον οποίο η άσκηση συμβάλλει στις δεξιότητες σκέψης.
Από δύο τεράστιες βάσεις δεδομένων στοιχείων υγείας, πήραν γενετικά δεδομένα περίπου 350.000 ανθρώπων κάθε ηλικίας, μαζί με μετρήσεις της σωματικής δραστηριότητας των περίπου 91.000 εξ αυτών και βαθμολογίες γνωστικών δεξιοτήτων από σχεδόν 258.000.
Οι άνθρωποι με γενετική προδιάθεση στην άσκηση συνήθως ασκούνταν και, όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές, είχαν καλύτερες επιδόσεις σε τεστ σκέψης αν η άσκησή τους ήταν τουλάχιστον μέτρια, συγκρίσιμη με το τζόκινγκ.
Η άλλη έρευνα, παρότι συγκριτικά μικρή, ίσως βοηθήσει στην κατανόηση του πώς η σωματική άσκηση διατηρεί το μυαλό υγιές.
Στο πείραμα αυτό, 12 υγιείς νέοι άνθρωποι έκαναν στατικό ποδήλατο σε χαλαρό ρυθμό για 90 λεπτά και στη συνέχεια διαλειμματική άσκηση έξι λεπτών, στην οποία εναλλάσσονταν 40 δευτερόλεπτα πετάλι και 20” ξεκούραση.
Πριν, κατά τη διάρκεια και μετά από κάθε άσκηση οι ερευνητές κατέγραφαν το BDNF (σ.σ.: εγκεφαλικός νευροτροφικός παράγοντας – Βrain Derived Neurotrophic Factor, πρωτεΐνη που συμβάλλει στη δημιουργία και την ωρίμανση νέων εγκεφαλικών κυττάρων και εγκεφαλικών συνάψεων) στο αίμα των ασκούμενων. Επιπλέον μετρούσαν τα επίπεδα γαλακτικού οξέος, το οποίο απελευθερώνουν οι μύες κατά τη διάρκεια της άσκησης, ιδίως της έντονης, και μπορεί να λειτουργήσει ως «καύσιμο» για τον εγκέφαλο.
Παλαιότερες έρευνες σε ποντίκια υποδεικνύουν ότι αυτή η αλλαγή στην τροφοδοσία του εγκεφάλου είναι αυτή που εκκινεί τη δημιουργία του BDNF. Οταν οι εγκέφαλοι των ζώων αρχίζουν να καταναλώνουν γαλακτικό οξύ αντί για ζάχαρη, αρχίζουν να παράγουν περισσότερο BDNF και τα ποντίκια σύντομα εξελίσσονται σε εγκεφαλικά τρωκτικά.
Πλέον, οι ερευνητές βρήκαν ενδείξεις πως κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τους ανθρώπους. Κατά τη διάρκεια της χαλαρής ποδηλασίας, τα επίπεδα γαλακτικού οξέος αυξάνονταν ελαφρά στο αίμα των ανθρώπων έπειτα από περίπου 30 λεπτά, όπως ακριβώς και η ποσότητα BDNF στο αίμα τους. Κατά τη διάρκεια και μετά από έξι λεπτά γρήγορου και έντονου πεταλιού, τόσο το γαλακτικό οξύ όσο και το BDNF εκτινάσσονταν.
Αυτό που καταδεικνύουν τα αποτελέσματα της έρευνας είναι ότι «η άσκηση είναι καλή για τον εγκέφαλό μας και πως η περισσότερη ή εντονότερη δραστηριότητα ίσως μεγιστοποιεί τα οφέλη» λέει ο Τράβις Γκίμπονς, μεταδιδακτορικός ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Okanagan της Βρετανικής Κολομβίας και επικεφαλής της μελέτης.
Πηγή: Washington Post
Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr