Φάρμακα για τη νόσο Αλτσχάιμερ

Δείτε ποια είναι τα διαθέσιμα φάρμακα και πώς μπορούν να βοηθήσουν

φάρμακα-για-τη-νόσο-αλτσχάιμερ-563077585

Δεν υπάρχει θεραπεία που να προσφέρει ίαση από τη νόσο Αλτσχάιμερ, αλλά τα φάρμακα μπορούν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση της κατάστασης.

Προς το παρόν, τα κύρια φάρμακα που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση της νόσου Αλτσχάιμερ λειτουργούν ως συμπτωματικές θεραπείες, που σημαίνει ότι ανακουφίζουν από τα συμπτώματα, αλλά δεν αντιμετωπίζουν την αιτία της νόσου. Περιλαμβάνουν τους αναστολείς της χολινεστεράσης και τη μεμαντίνη. Ένα πιο πρόσφατο φάρμακο, η λεκανεμάμπη, ενδέχεται να βοηθά στην επιβράδυνση της εξέλιξης της νόσου.

Προς το παρόν, τα κύρια φάρμακα ανακουφίζουν από τα συμπτώματα, αλλά δεν αντιμετωπίζουν την αιτία της νόσου Αλτσχάιμερ. 

Ας δούμε πώς λειτουργούν αυτά τα φάρμακα. 

Αναστολείς της χολινεστεράσης

Ένας τρόπος με τον οποίο η νόσος Αλτσχάιμερ βλάπτει τον εγκέφαλο είναι μειώνοντας το επίπεδο ενός χημικού αγγελιαφόρου (νευροδιαβιβαστή)ς που ονομάζεται ακετυλοχολίνη και βοηθά στην εγρήγορση, στη μνήμη και στην επεξεργασία της σκέψης. Οι αναστολείς της χολινεστεράσης αυξάνουν την ποσότητα της ακετυλοχολίνης που διατίθεται στα νευρικά κύτταρα, παρεμποδίζοντας τη διάσπασή της στον εγκέφαλο. 

Φάρμακα για τη νόσο Αλτσχάιμερ-1

Τρία φάρμακα αυτής της κατηγορίας είναι εγκεκριμένα από τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) των ΗΠΑ: δονεπεζίλη, γκαλανταμίνη και ριβαστιγμίνη. Μπορούν να συνταγογραφηθούν σε οποιοδήποτε στάδιο της νόσου Αλτσχάιμερ, από την ήπια έως τη σοβαρή νόσο. Τα φάρμακα αυτά λαμβάνονται καθημερινά σε μορφή δισκίου. Η ριβαστιγμίνη διατίθεται επίσης σε διαδερμικό έμπλαστρο. 

Τα εν λόγω φάρμακα μπορούν να γυρίσουν πίσω το ρολόι της απώλειας της μνήμης, αλλά μέχρι κάποιο σημείο. «Μπορούν να αποκαταστήσουν τη μνήμη στο σημείο που ήταν πριν από 6 έως 12 μήνες, αλλά δεν μπορούν να επιβραδύνουν την εξέλιξη της νόσου», δηλώνει ο δρ Andrew Budson, επικεφαλής του Τμήματος Γνωστικής Συμπεριφορικής Νευρολογίας στο σύστημα υγείας βετεράνων της Βοστώνης, που συνεργάζεται με το Χάρβαρντ. «Επίσης, το φάρμακο θα πρέπει να λαμβάνεται συνεχώς, προκειμένου να διατηρείται αυτό το πλεονέκτημα». Συνήθως οι δράσεις του φαρμάκου γίνονται αντιληπτές σε έναν με δύο μήνες. 

Ο δρ Budson λέει ότι τα περισσότερα άτομα ανταποκρίνονται καλά σε οποιονδήποτε από τους αναστολείς της χολινεστεράσης. «Ωστόσο, η μεγαλύτερη εμπειρία υπάρχει με τη δονεπεζίλη, οπότε συνήθως δοκιμάζουμε αυτήν πρώτα», δηλώνει. «Η γκαλανταμίνη είναι γενικά φάρμακο δεύτερης γραμμής». Τα φάρμακα αυτά καλύπτονται από το κρατικό πρόγραμμα Medicare και είναι καλά ανεκτά από τους περισσότερους ανθρώπους. Υπάρχουν, ωστόσο, κάποιες συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες, που περιλαμβάνουν στομαχικές διαταραχές, ναυτία, έντονα όνειρα και χαλαρά κόπρανα. 

Καθώς η ριβαστιγμίνη διατίθεται σε έμπλαστρο, συχνά χρησιμοποιείται για άτομα που δεν μπορούν να ανεχθούν τα χάπια. Επίσης, τα άτομα με ορισμένους τύπους καρδιακών αρρυθμιών δεν πρέπει να πάρουν αναστολείς της χολινεστεράσης, γιατί μπορούν να επιβραδύνουν την καρδιακή συχνότητα. 

Μεμαντίνη

Ένα άλλο φάρμακο συμπτωματικής αντιμετώπισης που είναι εγκεκριμένο για τη μέτρια έως σοβαρή νόσο Αλτσχάιμερ είναι η μεμαντίνη. Λειτουργεί ρυθμίζοντας τις δράσεις του γλουταμινικού οξέος και της ντοπαμίνης, δύο ακόμη νευροδιαβιβαστών (δηλ. χημικών ουσιών μέσω των οποίων επικοινωνούν μεταξύ τους τα νευρικά κύτταρα του εγκεφάλου) που εμπλέκονται ευρέως στις εγκεφαλικές λειτουργίες, συμπεριλαμβανομένης της μνήμης. 

Συνήθως, οι γιατροί συνταγογραφούν τη μεμαντίνη όταν ένα άτομο με νόσο Αλτσχάιμερ αρχίζει να δυσκολεύεται να εκτελέσει τις δραστηριότητες της καθημερινής ζωής, όπως να ντυθεί ή να κάνει μπάνιο.

«Συνταγογραφείται για να βοηθήσει στην επιβράδυνση της εξέλιξης των συμπτωμάτων, κάτι που θα μπορούσε να επιτρέψει σε ορισμένα άτομα να διατηρήσουν κάποιες καθημερινές λειτουργίες για λίγο περισσότερο από ό,τι θα μπορούσαν χωρίς το φάρμακο», εξηγεί ο δρ Budson. 

Το φάρμακο λαμβάνεται σε μορφή δισκίου ή σε υγρή μορφή μία ή δύο φορές την ημέρα. Μπορεί να χρειαστούν έως και τρεις μήνες ή και περισσότερο προκειμένου να παρατηρηθεί κάποια βελτίωση. Στις συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνονται η ζάλη, η κεφαλαλγία, η υπνηλία, η σύγχυση και η διέγερση. 

Λεκανεμάμπη 

Το νέο αυτό φάρμακο, το οποίο εγκρίθηκε από τον FDA τον Ιανουάριο του 2023, λειτουργεί διαφορετικά από τα άλλα φάρμακα για τη νόσο Αλτχάιμερ, καθώς βοηθά να επιβραδυνθεί η εξέλιξη της νόσου. 

Φάρμακα για τη νόσο Αλτσχάιμερ-2

Η λεκανεμάμπη είναι μια ανοσοθεραπεία που στοχεύει την πρωτεΐνη β-αμυλοειδές, ώστε να επιβραδυνθεί η συσσώρευση πλακών αμυλοειδούς στον εγκέφαλο. Οι πλάκες δυσκολεύουν τα εγκεφαλικά κύτταρα να επικοινωνήσουν μεταξύ τους, εμποδίζοντας έτσι τη μνήμη και άλλες νοητικές λειτουργίες.

«Το φάρμακο δεν σταματά τον σχηματισμό νέων πλακών, αλλά μειώνει την ταχύτητα με την οποία συσσωρεύονται», εξηγεί ο δρ Budson. 

Το φάρμακο λειτουργεί μόνο σε άτομα με πρώιμη νόσο Αλτσχάιμερ, δηλαδή άτομα που εμφανίζουν ήπια γνωστική δυσλειτουργία ή ήπια άνοια.

«Πρόκειται για άτομα που έχουν δυσκολίες με τη σκέψη και τη μνήμη και δυσκολεύονται να εκτελέσουν πολύπλοκες εργασίες, όπως να πληρώσουν λογαριασμούς και να κάνουν τα ψώνια της εβδομάδας, αλλά δεν έχουν προβλήματα με τις καθημερινές δραστηριότητες της ζωής», αναφέρει ο δρ Budson. 

Μελέτη που δημοσιεύθηκε στις 5 Ιανουαρίου 2023 στο The New England Journal of Medicine, εξέτασε 1.795 άτομα τα οποία είχαν πλάκες αμυλοειδούς στον εγκέφαλο (όπως επιβεβαιώθηκε με MRI) και ήπια προβλήματα μνήμης. Οι ερευνητές βρήκαν ότι, σε σύγκριση με τα άτομα που λάμβαναν εικονικό φάρμακο, τα άτομα που έλαβαν λεκανεμάμπη για 18 μήνες είχαν βραδύτερο ρυθμό έκπτωσης της γνωστικής λειτουργίας (όπως μετρήθηκε μέσω δοκιμασιών γνωστικής λειτουργίας) και είχαν λιγότερο αμυλοειδές στον εγκέφαλό τους. 

Η λεκανεμάμπη χορηγείται κάθε δεύτερη εβδομάδα μέσω έγχυσης που διαρκεί μία ώρα. Δεν είναι προς το παρόν γνωστό αν ένα άτομο πρέπει να το λαμβάνει επ’ αόριστον. Οι κύριοι κίνδυνοι του φαρμάκου είναι το οίδημα εγκεφάλου και η εγκεφαλική αιμορραγία και, έτσι, η λεκανεμάμπη αντενδείκνυται στα άτομα που λαμβάνουν ισχυρά αντιπηκτικά.

Στους ασθενείς που είναι υποψήφιοι για λήψη της λεκανεμάμπης συνιστάται γενετικός έλεγχος για ένα γονίδιο που αποτελεί παράγοντα κινδύνου για νόσο Αλτσχάιμερ, καθώς τα άτομα που έχουν δύο αντίγραφα του γονιδίου αυτού μπορεί να έχουν τριπλάσιες έως δεκαπλάσιες πιθανότητες για ανεπιθύμητες ενέργειες.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT