Περίπου 10% των Αμερικανών θα αναπτύξουν καρδιακή ανεπάρκεια στη διάρκεια της ζωής τους, ποσοστό που αυξάνεται πολύ μετά την ηλικία των 65 ετών. Ακόμη πιο ανησυχητικό, όμως, είναι ίσως το γεγονός ότι το ποσοστό των Αμερικανών που πεθαίνουν από καρδιακή ανεπάρκεια είναι υψηλότερο σήμερα σε σχέση με πριν από 25 χρόνια, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο τεύχος Ιουνίου 2024 του JAMA Cardiology.
«Προσπαθούμε να κατανοήσουμε τι προκάλεσε αυτή την αλλαγή, η οποία καθιστά τη λήψη προληπτικών μέτρων κατά της καρδιακής ανεπάρκειας πιο σημαντική από ποτέ», δηλώνει ο καρδιολόγος δρ Mandeep R. Mehra, καθηγητής Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ και εκτελεστικός διευθυντής του Κέντρου για την Προχωρημένη Καρδιοπάθεια στο συνεργαζόμενο με το Χάρβαρντ Brigham and Women’s Hospital.
Τι είναι η καρδιακή ανεπάρκεια;
Αντίθετα με ό,τι υπονοεί η ονομασία της, η καρδιακή ανεπάρκεια δεν σημαίνει ότι η καρδιά σταματά ξαφνικά, αλλά ότι δεν λειτουργεί ως αντλία για το αίμα τόσο αποτελεσματικά όσο θα έπρεπε.
Το πρόβλημα μπορεί να αφορά ολόκληρη την καρδιά ή μόνο τη μία πλευρά – την αριστερή ή τη δεξιά. Τα περισσότερα περιστατικά αφορούν προβλήματα στην αριστερή πλευρά: η αριστερή κοιλία (η μεγαλύτερη κοιλότητα της καρδιάς) είναι πολύ αδύναμη ή δύσκαμπτη για να προωθήσει αποτελεσματικά το αίμα. Η αριστερή καρδιακή ανεπάρκεια ταξινομείται σε δύο τύπους, ανάλογα με το κλάσμα εξώθησης της καρδιάς (EF) – δηλαδή, το ποσοστό του αίματος που βρίσκεται εντός της αριστερής κοιλίας προωθείται προς τα έξω με κάθε σύσπαση.
Τα άτομα με EF τουλάχιστον 50% έχουν καρδιακή ανεπάρκεια με διατηρημένο κλάσμα εξώθησης. Τα άτομα με EF κάτω από 40% έχουν καρδιακή ανεπάρκεια με μειωμένο κλάσμα εξώθησης. Τα άτομα με EF 40 έως 49% τείνουν να έχουν μεικτή εικόνα, αλλά μοιάζουν με τα άτομα με μειωμένο κλάσμα εξώθησης ως προς την ανταπόκριση στις θεραπείες.
Και οι δύο τύποι αριστερής καρδιακής ανεπάρκειας έχουν παρόμοια συμπτώματα, όπως κόπωση, λαχάνιασμα ή συριγμό κατά την προσπάθεια ή όταν το άτομο είναι ξαπλωμένο, επίμονο βήχα και οίδημα (πρήξιμο) στα πόδια και στους αστραγάλους. Καθώς το οίδημα αυξάνεται, οι πάσχοντες μπορεί να εμφανίσουν αιφνίδια και σημαντική αύξηση βάρους.
«Οι άνθρωποι μπορεί να αγνοήσουν πολλά από αυτά τα συμπτώματα, ιδίως αν δεν επηρεάζουν την καθημερινή τους ζωή, και να τα συσχετίσουν γενικότερα με τη γήρανση. Ωστόσο, θα έπρεπε να εξετάζονται ακόμη και αν τα συμπτώματα μοιάζουν ήπια ή έρχονται και φεύγουν», δηλώνει ο δρ Mehra. Ο τυπικός έλεγχος για την πιθανολογούμενη καρδιακή ανεπάρκεια περιλαμβάνει εξετάσεις αίματος, ηλεκτροκαρδιογράφημα (ΗΚΓ), ακτινογραφία θώρακος και υπερηχοκαρδιογράφημα (υπερηχογράφημα καρδιάς).
Η πρόληψη είναι το καλύτερο φάρμακο
Τι μπορείτε να κάνετε για να μειώσετε τον κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας; «Η καλύτερη πρόληψη είναι να αντιμετωπίσετε τους κύριους υποκείμενους παράγοντες που συμβάλλουν στην καρδιακή ανεπάρκεια, όπως είναι η υψηλή αρτηριακή πίεση, το παθολογικό επίπεδο λιπιδίων αίματος και η αύξηση βάρους», αναφέρει ο δρ Mehra. «Αντιμετωπίζοντας αυτούς τους παράγοντες κινδύνου, μπορείτε επίσης να προστατευθείτε από την ανάπτυξη στεφανιαίας νόσου και διαβήτη, δύο από τις κύριες παθήσεις που προκαλούν καρδιακή ανεπάρκεια».
Η καλύτερη πρόληψη είναι να αντιμετωπίσετε παράγοντες όπως είναι η υψηλή αρτηριακή πίεση, το παθολογικό επίπεδο λιπιδίων αίματος και η αύξηση βάρους.
Η υψηλή αρτηριακή πίεση αναγκάζει την καρδιά να δουλέψει πιο σκληρά για να προωθήσει το αίμα στο σώμα. Με την πάροδο του χρόνου, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε πάχυνση του τοιχώματος και διόγκωση της αριστερής κοιλίας της καρδιάς. Το παθολογικό επίπεδο λιπιδίων αίματος, ιδίως η υψηλή LDL (κακή) χοληστερόλη, μπορεί να οδηγήσει σε ανάπτυξη λιπωδών εναποθέσεων (αθηρωματικής πλάκας) στις στεφανιαίες αρτηρίες, μια πάθηση γνωστή ως στεφανιαία νόσος. Αυτό με τη σειρά του μπορεί να προκαλέσει επίμονη μείωση της παροχής αίματος στο μυοκάρδιο ή μείζονα καρδιακή προσβολή: και τα δύο αυτά μπορούν να οδηγήσουν σε καρδιακή ανεπάρκεια.
Το παραπανίσιο βάρος αυξάνει τον όγκο αίματος του σώματος και κάνει την καρδιά να δουλεύει πιο σκληρά για να καταφέρει το αίμα να κυκλοφορεί σύμφωνα με τις ανάγκες του οργανισμού. Με την πάροδο του χρόνου, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε διόγκωση του μυοκαρδίου. Το υπερβάλλον βάρος μπορεί επίσης να διαταράξει άμεσα τη λειτουργία του μυοκαρδίου, κάτι που μειώνει περαιτέρω τη λειτουργία του ως αντλίας. Μελέτες έχουν βρει ότι ένας δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ) 30 και άνω (ταξινομείται ως παχυσαρκία) συνδέεται με υψηλό κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας. «Όμως, ακόμη και ένας ΔΜΣ 25 έως 29,9, όπου το άτομο θεωρείται υπέρβαρο, θέτει και πάλι κάποιους ανθρώπους σε κίνδυνο», δηλώνει ο δρ Mehra.
Συνδυασμός διατροφής και άσκησης
Η πρόληψη της καρδιακής ανεπάρκειας ξεκινά πάντα με δύο βήματα: διατροφή υγιεινή για την καρδιά και τακτική άσκηση. Τα βήματα αυτά μπορεί επίσης να βοηθήσουν στην απώλεια βάρους.
Μελέτες έχουν δείξει ότι η κατά βάση φυτοφαγική δίαιτα DASH (Διατροφικές Προσεγγίσεις για την Αντιμετώπιση της Υπέρτασης) βοηθά στη μείωση της αρτηριακής πίεσης. Η δίαιτα DASH δίνει έμφαση στα φρούτα, στα λαχανικά, στα δημητριακά ολικής άλεσης, στα γαλακτοκομικά προϊόντα με χαμηλά λιπαρά, στα πουλερικά, στα ψάρια και στους ξηρούς καρπούς, ενώ ελαχιστοποιεί την κατανάλωση αλατιού, ζάχαρης και κόκκινου κρέατος. Η δίαιτα DASH και άλλοι παρόμοιοι, κατά βάση φυτοφαγικοί τύποι διατροφής, όπως η μεσογειακή διατροφή, έχουν επίσης υψηλή περιεκτικότητα σε ίνες, που βοηθούν στη μείωση της χοληστερόλης. Οι ίνες δεσμεύουν τη χοληστερόλη στο λεπτό έντερο και την εμποδίζουν να εισέλθει στην κυκλοφορία του αίματος.
Επιπλέον, μελέτη που δημοσιεύθηκε στις 28 Νοεμβρίου 2023 στην ηλεκτρονική έκδοση του European Journal of Clinical Nutrition βρήκε ότι οι υπέρβαροι ενήλικες που ακολουθούσαν μια φυτοφαγική κατά βάση διατροφή η οποία αποτελούνταν κυρίως από φρούτα, λαχανικά, δημητριακά και όσπρια έχασαν κατά μέσο όρο περίπου 6 κιλά σε 16 εβδομάδες.
Σχετικά με την άσκηση, ο δρ Mehra λέει ότι τα τουλάχιστον 30 λεπτά αεροβικής δραστηριότητας ημερησίως είναι καλή άσκηση για την υγεία της καρδιάς και, επομένως, μπορούν να μειώσουν τον κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας. Οποιοδήποτε είδος δραστηριότητας είναι χρήσιμο, όπως το τρέξιμο, η κολύμβηση, η ποδηλασία, το pickleball και το περπάτημα. Μελέτη που δημοσιεύθηκε στις 21 Φεβρουαρίου 2024 στο JAMA Cardiology βρήκε ότι τα άτομα που περπατούσαν μόλις 3.600 βήματα την ημέρα –περίπου 2,5 χιλιόμετρα– σε κανονικό ρυθμό είχαν μειωμένο κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας κατά 26% σε σύγκριση με τα άτομα που έκαναν λιγότερα βήματα. «Το σημαντικό είναι να είστε συνέχεια δραστήριοι», δηλώνει ο δρ Mehra.
Συνιστά, επίσης, να ελέγχετε τακτικά την αρτηριακή σας πίεση και το επίπεδο της LDL χοληστερόλης. Αν οποιοδήποτε από τα δύο είναι πάνω από τον στόχο, ο γιατρός σας πιθανότατα θα σας συστήσει διατροφικές αλλαγές, αυξημένη άσκηση και, αν χρειάζεται, φαρμακευτική αγωγή, όπως ένα διουρητικό, έναν αναστολέα ΜΕΑ ή έναν αποκλειστή των υποδοχέων αγγειοτασίνης για την αρτηριακή πίεση και μια στατίνη για τη μείωση της LDL χοληστερόλης.
Καρδιακή ανεπάρκεια και γενετική
Τα γονίδιά σας παίζουν επίσης ρόλο στον κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας. Η ύπαρξη ενός γονέα με καρδιακή ανεπάρκεια αυξάνει τον κίνδυνο έως και 70% σε σύγκριση με κάποιον χωρίς οικογενειακό ιστορικό, σύμφωνα με τον δρα Mandeep R. Mehra, καρδιολόγο στο Brigham and Women’s Hospital. Εάν η καρδιακή ανεπάρκεια είναι μια πάθηση που συναντάται στην οικογένειά σας, προτείνει να κάνετε μια γενετική αξιολόγηση προκειμένου να καθοριστεί εάν έχετε κληρονομήσει κάποιον γενετικό κίνδυνο. Επίσης, μην αγνοείτε τα πρώιμα συμπτώματα καρδιακής ανεπάρκειας, όπως τους πρησμένους αστραγάλους ή μια απρόσμενη μείωση της ικανότητάς σας για άσκηση. «Αναζητήστε ιατρική αξιολόγηση και, αν η αιτία είναι η ήπια καρδιακή ανεπάρκεια, η άμεση αντιμετώπιση της πάθησης μπορεί να αποτρέψει την επιδείνωσή της», λέει ο δρ Mehra.