Η σύγχρονη χειρουργική μπορεί να κάνει θαύματα για τα προβλήματα των ματιών. Μπορεί να διορθώσει την όρασή σας, να αφαιρέσει τον καταρράκτη, να επιβραδύνει το γλαύκωμα ή να αποκαταστήσει τη βλεφαρόπτωση. Ωστόσο, μετά από μια χειρουργική επέμβαση στα μάτια, πολλοί άνθρωποι ανακαλύπτουν ένα καινούργιο δυσάρεστο πρόβλημα: μια αίσθηση τσουξίματος, τραχύτητας ή και κνησμού (φαγούρας) στα μάτια, γνωστή ως ξηροφθαλμία.
Τι είναι η ξηροφθαλμία;
Η ξηροφθαλμία αφορά την απώλεια της ισορροπίας στο δακρυϊκό φιλμ – τη στιβάδα που καλύπτει την επιφάνεια του οφθαλμού και αποτελείται από τρία στρώματα: ένα βλεννώδες εσωτερικά, ένα αλατούχου ύδατος στη μέση και ένα λιπώδες εξωτερικά. Το δακρυϊκό φιλμ έχει πολλές και σημαντικές λειτουργίες: προστατεύει τους οφθαλμούς από βακτήρια και ερεθιστικούς παράγοντες, βοηθά τα βλέφαρα να γλιστρούν απαλά πάνω από τα μάτια χωρίς να τα ερεθίζουν και εστιάζει το φως για να έχουμε καθαρή όραση.
«Αν αλλάξει κάτι στον τρόπο με τον οποίο τα συστατικά του δακρυϊκού φιλμ παράγονται, διατηρούνται ή παροχετεύονται στην επιφάνεια του οφθαλμού, μπορεί να αναπτύξετε ξηροφθαλμία ή να εμφανίσετε επιδείνωση των συμπτωμάτων μιας ήδη υπάρχουσας ξηροφθαλμίας», αναφέρει η δρ Nandini Venkateswaran, χειρουργός ειδικευμένη στον κερατοειδή και τον καταρράκτη στο συνεργαζόμενο με το Χάρβαρντ Massachusetts Eye and Ear.
Συχνές αιτίες ξηροφθαλμίας είναι η γήρανση, η χρόνια έκθεση σε περιβάλλον με σκόνη, οι ανεπιθύμητες ενέργειες φαρμάκων, οι υποκείμενες παθήσεις, η χρήση φακών επαφής και η συνήθεια του να μην ανοιγοκλείνει κάποιος αρκετά τα μάτια – κάτι που οι περισσότεροι από εμάς κάνουμε όταν κοιτάζουμε σε ηλεκτρονικές οθόνες. Οποιοσδήποτε τύπος οφθαλμολογικής χειρουργικής επέμβασης μπορεί επίσης να προκαλέσει ξηροφθαλμία.
Η σύνδεση με τη χειρουργική επέμβαση
Η χειρουργική επέμβαση μπορεί να διαταράξει τη λεπτή ισορροπία του δακρυϊκού φιλμ με αρκετούς τρόπους. Για παράδειγμα, στη χειρουργική επέμβαση αντικατάστασης ενός θολού οφθαλμικού φακού (καταρράκτη), ο χειρουργός πραγματοποιεί τομές στην επιφάνεια του οφθαλμού, κάτι που μπορεί να ερεθίσει τα νεύρα και να προκαλέσει φλεγμονή, η οποία επηρεάζει την αλληλεπίδραση δακρυϊκού φιλμ και βλεφάρου.
Επίσης, οι πολλές οφθαλμικές σταγόνες που χρησιμοποιούνται πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την οφθαλμολογική χειρουργική επέμβαση μπορεί να προαγάγουν την ξηροφθαλμία. «Κάποιες σταγόνες για τα μάτια περιέχουν συντηρητικά τα οποία μπορεί να συμβάλουν στην ανάπτυξη φλεγμονής στην επιφάνεια του οφθαλμού. Οποιοσδήποτε παράγοντας που αυξάνει τη φλεγμονή στην επιφάνεια του οφθαλμού μπορεί να προκαλέσει σημεία και συμπτώματα ξηροφθαλμίας», εξηγεί η δρ Venkateswaran.
Η ξηροφθαλμία μετά από χειρουργική επέμβαση είναι ακόμη πιο πιθανή αν έχετε ήδη κάποια οφθαλμική πάθηση, όπως γλαύκωμα, αν χρησιμοποιείτε οφθαλμικές σταγόνες με συντηρητικά για πολύ καιρό ή αν έχετε υποβληθεί σε οφθαλμολογικές επεμβάσεις στο παρελθόν.
Ωστόσο, στα περισσότερα άτομα που βλέπει η δρ Venkateswaran, ο κύριος ένοχος είναι απλώς τα μη διαγνωσμένα προβλήματα στο δακρυϊκό φιλμ. «Σε πολλές περιπτώσεις, οι άνθρωποι έχουν ξηροφθαλμία για πολύ καιρό και δεν το γνωρίζουν», επισημαίνει. «Στοιχεία δείχνουν ότι έως και 80% των ατόμων που προσέρχονται στο ιατρείο για επέμβαση καταρράκτη έχουν ξηροφθαλμία».
Τι μπορείτε να κάνετε
Δεν υπάρχει τρόπος να γνωρίζετε εάν η ξηροφθαλμία μετά από οφθαλμολογική επέμβαση θα είναι προσωρινή ή μόνιμη, ιδίως αν είχατε ήδη προβλήματα με το δακρυϊκό φιλμ πριν από την επέμβαση. Η δρ Venkateswaran συνιστά να περιμένετε κάποιον βαθμό ξηροφθαλμίας μετά από μια οφθαλμολογική επέμβαση και να συνεργάζεστε με τον γιατρό σας για την αντιμετώπισή της. «Να είστε προετοιμασμένοι για μια σταδιακή προσέγγιση, που κυμαίνεται από μη συνταγογραφούμενες θεραπείες έως συνταγογραφούμενα φάρμακα, ανάλογα με τη βαρύτητα της ξηροφθαλμίας», αναφέρει.
Πρέπει να επενδύσετε χρόνο και προσπάθεια για τον έλεγχο της ξηροφθαλμίας και για καλύτερη ποιότητα όρασης.
Οι μη συνταγογραφούμενες μέθοδοι περιλαμβάνουν τεχνητά δάκρυα χωρίς συντηρητικά, οφθαλμικές γέλες (τζελ) ή αλοιφές που χρησιμοποιούνται τη νύχτα και θερμές κομπρέσες ή θερμαινόμενες μάσκες ματιών (που ενθαρρύνουν την παραγωγή ελαίων, τα οποία βοηθούν να μειωθεί η τριβή όταν ανοιγοκλείνετε τα μάτια και προφυλάσσουν από την εξάτμιση των δακρύων).
Εάν αυτές οι συντηρητικές προσεγγίσεις δεν ανακουφίσουν από την ενόχληση της ξηροφθαλμίας, οι γιατροί μπορούν να προσφέρουν και άλλες θεραπείες:
Συνταγογραφούμενες οφθαλμικές σταγόνες. Ορισμένες οφθαλμικές σταγόνες μειώνουν τη φλεγμονή. Τέτοια παραδείγματα είναι η κυκλοσπορίνη, η λιφιτεγράστη και τα τοπικά στεροειδή. Άλλες οφθαλμικές σταγόνες, όπως η υπερφθοροεξυλοκτάνη, βοηθούν να μην εξατμίζονται τα δάκρυα.
Συνταγογραφούμενα ρινικά σπρέι. Ρινικά σπρέι όπως η βαρενικλίνη χρησιμοποιούνται για να διεγείρουν την παραγωγή δακρύων.
Εμφυτεύματα. Ο γιατρός σας μπορεί να εισαγάγει βύσματα σιλικόνης στα ανοίγματα των δακρυϊκών πόρων, τα οποία συμβάλλουν στη συγκράτηση των δακρύων στην επιφάνεια του οφθαλμού.
Θερμοθεραπείες. Χρησιμοποιείται ένας ευαίσθητος εξοπλισμός ο οποίος θερμαίνει προσεκτικά τα βλέφαρα και προάγει την παραγωγή ελαίου από τα βλέφαρα.
Οφθαλμικές σταγόνες με βάση το αίμα. Η θεραπεία αυτή προέρχεται από αιμοπετάλια ή ορό από το δικό σας αίμα. Αυτά τα συστατικά του αίματος περιέχουν βιταμίνες, πρωτεΐνες ή αυξητικούς παράγοντες, που μπορεί να μειώσουν τη φλεγμονή στην επιφάνεια του οφθαλμού.
Αμνιακές μεμβράνες. Με μια επέμβαση που πραγματοποιείται στο ιατρείο, ο γιατρός εφαρμόζει μεμβράνες που έχουν ληφθεί από πλακουντικό ιστό. «Οι μεμβράνες αυτές τοποθετούνται στην επιφάνεια του οφθαλμού, διαλύονται με την πάροδο του χρόνου και βοηθούν να μειωθεί η φλεγμονή», εξηγεί η δρ Venkateswaran.
Εχετε υπόψη σας ότι δεν καλύπτονται όλες αυτές οι θεραπείες από την ασφάλιση υγείας (ορισμένες κοστίζουν εκατοντάδες δολάρια που πρέπει να πληρώσετε από την τσέπη σας), καθώς και ότι μπορεί να χρειαστεί χρόνος για να βρείτε το φάρμακο που λειτουργεί καλύτερα σε εσάς.
Προτού συμφωνήσετε για χειρουργική επέμβαση
Προτού υποβληθείτε σε οποιαδήποτε οφθαλμολογική χειρουργική επέμβαση, σταθμίστε τα οφέλη της επέμβασης με τους κινδύνους από την ανάπτυξη ξηροφθαλμίας ή την επιδείνωσή της.
«Ζητήστε από τον γιατρό σας να σας βοηθήσει να αποφασίσετε ποιο πρόβλημα είναι πιο σοβαρό – η ξηροφθαλμία ή ο καταρράκτης, για παράδειγμα. Εάν έχετε περισσότερα συμπτώματα από την ξηροφθαλμία παρά από τον καταρράκτη, ακολουθήστε μια αγωγή που ελέγχει την ξηροφθαλμία πολύ πριν από την επέμβαση, έτσι ώστε η νόσος να παραμείνει καλά ελεγχόμενη μετά», συνιστά η δρ Venkateswaran. «Και θυμηθείτε ότι πρέπει να επενδύσετε χρόνο και προσπάθεια για τον έλεγχο της ξηροφθαλμίας. Εάν είστε πρόθυμοι να κάνετε αυτά που πρέπει, θα έχετε λιγότερη ενόχληση και καλύτερη ποιότητα όρασης».