μια-μικρή-βηρυτός-στην-αθήνα-563167279

Μια μικρή Βηρυτός στην Αθήνα

Τα τελευταία τέσσερα χρόνια όλο και περισσότεροι Λιβανέζοι έρχονται για να ζήσουν στην ελληνική πρωτεύουσα αναζητώντας ένα νέο ασφαλές και γνώριμο «σπίτι» στην Ευρώπη. Η «Κ» συνάντησε μερικούς από αυτούς

Εικονογράφηση: Loukia Kattis / Φωτογραφίες: Νίκος Κοκκαλιάς

Μια νέα κοινότητα Λιβανέζων μπορεί να βρει κανείς πλέον στην Αθήνα, καθώς η ζωή στον Λίβανο είναι εξαιρετικά δύσκολη και απροσδόκητη και οι υπόλοιπες Ευρωπαϊκές πρωτεύουσες δεν είναι πλέον τόσο φιλόξενες. Αυτή η μικρή κοινότητα αποτελείται τόσο από κατόχους Golden Visa, όσο και από επιχειρηματίες και ελεύθερους επαγγελματίες που επέλεξαν τη χώρα μας για να ζήσουν μια ειρηνική ζωή. Οι άνθρωποι αυτοί, οι οποίοι είχαν την οικονομική δυνατότητα να φύγουν από τη χώρα τους, επιλέγουν την Ελλάδα για την ασφάλεια της, τις ευκαιρίες που τους δίνει, αλλά και γιατί τους φαίνεται ιδιαίτερα οικεία.

Είναι αξιοσημείωτο πως την τριετία 2021-2023 παρατηρείται σημαντική αύξηση στη χορήγηση Χρυσής Βίζας σε υπηκόους χωρών της Μέσης Ανατολής, όπως η Τουρκία, ο Λίβανος, το Ιράν, η Αίγυπτος και το Ισραήλ. Η χώρα μας κατατάσσεται στην 8η θέση παγκοσμίως ως προς την προσέλκυση πλούσιων μεταναστών και φέτος ήρθαν περίπου 1.200. Οι περισσότεροι είναι Κινέζοι, ενώ ακολουθούν Τούρκοι και Λιβανέζοι.

Υπολογίζεται πως πάνω από 500.000 Λιβανέζοι άφησαν τον Λίβανο από το 2019 έως το 2023. Στη χώρα μας ζουν 10.000 Λιβανέζοι. Πολλοί από αυτούς επέλεξαν την Ελλάδα σαν τόπο διαμονής τους ανάμεσα σε πολλές άλλες πόλεις, όπως το Παρίσι ή το Λονδίνο. Στην Ελλάδα, βρήκαν μια αγκαλιά, φίλους, κοινές αξίες, και ένα αίσθημα ασφάλειας που είχαν χάσει στον Λίβανο αλλά και στις ευρωπαϊκές και αραβικές πρωτεύουσες όπου συχνάζουν τα τελευταία χρόνια. Οι περισσότεροι από αυτούς είδαν την πατρίδα τους να καταστρέφεται. Μετά το «τελικό χτύπημα», όπως αποκαλούν την έκρηξη στο λιμάνι στις 4 Αυγούστου του 2020, στον χώρο αποθήκευσης πυροτεχνημάτων, ανατινάχτηκαν και οι τελευταίες ελπίδες. Ενώ ο Λίβανος απειλείται με έναν ακόμη πόλεμο στην ευρύτερη περιοχή, η «Κ» συνάντησε κάποιους από αυτούς που βρήκαν όπως λένε στη χώρα μας μια δεύτερη πατρίδας. 

Mάχερ Aπμιγιάμα

Μια μικρή Βηρυτός στην Αθήνα-1

«Εμείς οι Λιβανέζοι ζούμε μέρα με τη μέρα. Είμαστε συνηθισμένοι σε πολέμους. Αυτή τη στιγμή είμαστε όλοι αγχωμένοι, δεν ξέρουμε τι θα ξημερώσει», μας λέει από τη Βηρυτό όπου βρίσκεται αυτές τις μέρες για να δει τους δικούς του, ο Μάχερ. «Πιστεύω πως κάτι θα συμβεί, αν και καθυστερεί, και στη Βηρυτό, ήδη έχουμε επιθέσεις στον Νότο, και θα ξεσηκωθεί ο κόσμος για άλλη μια φορά. Θα υπάρξουν αντίποινα για τη δολοφονία του Ισμαήλ Χανίγια» διατυπώνει τις ανησυχίες του. 

Από παλιά επιχειρηματική οικογένεια του Λιβάνου (ο πατέρας του είχε τη μοναδική εταιρεία που κατασκεύαζε ασανσέρ στον Λίβανο) ο Μάχερ γνωρίζει καλά τι θα πει αβεβαιότητα. Είχε ήδη φύγει από την πατρίδα του μία φορά, αλλά επέστρεψε στη Βηρυτό μετά τον εμφύλιο για να ξεκινήσει μια δική του δουλειά. «Υπήρξε οικονομική άνθηση μετά τον εμφύλιο πόλεμο. Υπήρχαν λοιπόν πολλές ευκαιρίες, αλλά δεν κράτησαν πολύ. Διήρκεσε στην πραγματικότητα για 10 χρόνια και μετά επανήλθαν τα προβλήματα στην περιοχή, με επιθέσεις, βόμβες, ανασφάλεια. Πριν από περίπου τρία χρόνια η έκρηξη στο λιμάνι ήρθε σαν μια αφύπνιση για να προετοιμαστώ να φύγω από τη Βηρυτό το συντομότερο». Αποφάσισε τότε να πουλήσει την επιχείρησή του, καθώς ήταν πολύ δύσκολο να συντηρήσει τις οικογένειες που εργάζονταν για εκείνον. «Ημουν λοιπόν τυχερός που μπόρεσα να πουλήσω την εταιρεία και ο νέος ιδιοκτήτης κατάφερε να διατηρήσει και τους εργαζόμενους. Υστερα από αυτό αποφάσισα να εξερευνήσω κάποιες ευκαιρίες στην ευρύτερη περιοχή, στο Ντουμπάι, στην Τουρκία. Πήγα και στη Δυτική Αφρική, αλλά στη συνέχεια ήταν για μένα ξεκάθαρο ότι έπρεπε να έρθω στην Ελλάδα. Εδώ αισθάνομαι πως έχω ένα δεύτερο σπίτι, μία βάση» ομολογεί.

Είναι πολλοί οι Λιβανέζοι που θέλουν να έρθουν εδώ για να ζήσουν και προσπαθώ και επιχειρηματικά να θέσω τις βάσεις για να το κάνουν.

«Είναι η εγγύτητα, η κουλτούρα, η αρχιτεκτονική και ίσως και η γραφειοκρατία που μου θυμίζουν την πατρίδα μου. Η Αθήνα μοιάζει με τη Βηρυτό, ειδικά μερικές περιοχές στα νότια, μού θυμίζουν πολύ τον Λίβανο. Είναι πολλοί οι Λιβανέζοι που θέλουν να έρθουν εδώ για να ζήσουν και προσπαθώ και επιχειρηματικά να θέσω τις βάσεις για να το κάνουν» λέει με το βλέμμα στραμμένο στα κοντινά στην Αθήνα νησιά. «Πολλοί στον Λίβανο, ειδικά οι ηλικιωμένοι, λένε “Τι είναι το χειρότερο που μπορεί να συμβεί; Nα βομβαρδίσουν οι Ισραηλινοί. Οπότε αν δεν ζεις στο κέντρο της πόλης, δεν έχεις πρόβλημα”. Αγοράζουν σπίτια και ζουν εκεί. Αλλά για μένα και γενικά για τους νεότερους Λιβανέζους, αυτό δεν ισχύει. Οσα χρήματα και να έχεις, αν δεν μπορείς να ζήσεις ειρηνικά, δεν έχει καμία σημασία. Εμένα μου αρέσει να περπατάω στο κέντρο της πόλης και να μη φοβάμαι, αν και με πονάει πολύ που έχω αφήσει το σπίτι μου» λέει ο Μάχερ στην «Κ». 

Αλια Φαττούχ

Μια μικρή Βηρυτός στην Αθήνα-2

«Οι γονείς μου δεν θα φύγουν, δεν θα γίνουν πρόσφυγες, όπως και πολλοί άλλοι αρνούνται να φύγουν. Αυτό που συμβαίνει δεν είναι καινούργιο για εμάς. Εχει ξανασυμβεί, πολλοί έχουν εγκαταλείψει τον Λίβανο ήδη, και θα ακολουθήσουν και άλλοι. Η αστάθεια αυτή δεν είναι κάτι καινούργιο για εμάς. Απλά περιμένουμε. Ο κίνδυνος όμως είναι μεγαλύτερος αυτή τη φορά. Είδαμε τις ακρότητες στη Γάζα», μας λέει η Αλια Φαττούχ.

Περιτριγυρισμένη από έργα πολιτικοποιημένων Αράβων καλλιτεχνών, όπως η Λιβανέζα Mounira Al Solh, ο Σαουδάραβας Muhannad Shono, και ο Λιβανοαρμένιος Haig Aivazian, στο σπίτι της στο Κολωνάκι, η Αλια ξέρει πώς να κάνει πολιτικές δηλώσεις μέσα από την τέχνη. Γεννημένη και μεγαλωμένη στη Βηρυτό, έχοντας ζήσει και εργαστεί στο Ντουμπάι αλλά και την Αμερική, η καταξιωμένη επιμελήτρια τέχνης που ήθελε αρχικά να γίνει διπλωμάτης για να υπερασπιστεί τα δικαιώματα των Παλαιστινίων, επέλεξε την Αθήνα ως τόπο διαμονής για να νιώθει πάνω από όλα κάποια ασφάλεια, αλλά και οικεία. «Η Αθήνα είναι ένας σημαντικός τόπος έκφρασης και τέχνης με μια πολύ δυνατή σκηνή, ενώ υπάρχει χώρος για εξερεύνηση και νέα πράγματα» λέει για να μοιραστεί και τα σχέδιά της να στήσει μια έκθεση στην πόλη. «Επίσης μου θυμίζει την πατρίδα μου. Ολοι εδώ λειτουργούν μέσα σε ένα οργανωμένο χάος, όπως μου αρέσει να το αποκαλώ» τονίζει. 

Η Αθήνα είναι ένας σημαντικός τόπος έκφρασης και τέχνης με μια πολύ δυνατή σκηνή, ενώ υπάρχει χώρος για εξερεύνηση και νέα πράγματα.

Είχε ήδη όμως εγκαταλείψει τον Λίβανο χρόνια πριν. «Ετυχε να πάω στο Ντουμπάι για ένα Σαββατοκύριακο το καλοκαίρι του 2006 και ήμουν σε ένα από τα τελευταία αεροπλάνα που έφυγαν από τη Βηρυτό πριν το επόμενο πρωί το Ισραήλ εισβάλει στον Λίβανο και βομβαρδίσει το αεροδρόμιο. Εκείνο το καλοκαίρι πολύς κόσμος “κόλλησε” έξω από τη χώρα. Αποφάσισα τότε να μείνω στο Ντουμπάι, κατέληξα να εργάζομαι εκεί, αλλάζοντας εντελώς καριέρα». Στο Ντουμπάι εκείνη την εποχή γεννιόταν η καλλιτεχνική σκηνή, είχαν ανοίξει πολλές νέες γκαλερί, οι ντίλερ άρχισαν να αγοράζουν τέχνη στα Αραβικά Εμιράτα. Μετά το Ντουμπάι η Αλια άνοιξε τα φτερά της για την Αμερική, ενώ έζησε και στην Τζέντα της Σαουδικής Αραβίας, ως επικεφαλής σε επώνυμη γκαλερί. 

«Η Ελλάδα βρίσκεται ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση και ένα πράγμα που με απασχολεί είναι να μη χάσει αυτόν τον χαρακτήρα και γίνει πιο ευρωπαϊκή με αρνητικό τρόπο. Να χάσει την ανεμελιά της, αυτό το ανεπιτήδευτο που έχει, το ωραίο και χαλαρό, την καλή διάθεση και πρόθεση» λέει.

Νοχάντ Μπουέζ

Μια μικρή Βηρυτός στην Αθήνα-3

Το σπίτι του στο Παγκράτι, διακοσμημένο από τον ίδιο, θυμίζει σπίτι σε γειτονιές της Βηρυτού με μια νότα ελληνικής δεκαετίας του 1980. «Αν με ρωτήσεις τι με εμπνέει» λέει ο Νοχάντ στο ρετιρέ του στο Παγκράτι, «θα σου απαντήσω τίποτε και όλα. Μου αρέσει να τσιμπάω ιδέες και αντικείμενα από παντού. Αν δείτε και τη βιβλιοθήκη μου θα παρατηρήσετε πολλούς διαφορετικούς αρχιτέκτονες, από τον Bernard Khoury που είναι κατά τη γνώμη μου ο κορυφαίος Λιβανέζος αρχιτέκτονας σήμερα, ως και τον Περικλή Σακελλάριο, τον Ελληνα που έφτιαξε το Μον Ρεπός στην Κέρκυρα και την αμερικανική Πρεσβεία μαζί με τον Γκρόπιους».

Δεν θέλω να πω πως περιοριζόμουν ακριβώς στον Λίβανο, ως γκέι άντρας, γιατί υπάρχουν πολλές πλευρές της κοινωνίας και εκεί, όπως και εδώ βέβαια, ειδικά αν πας έξω από την Αθήνα. Αλλά εδώ στην πόλη αναπνέω ελεύθερα.

Για τον Νοχάντ, ο οποίος σπούδασε οικονομικά στο London School of Economics και δούλεψε χρόνια στον τομέα των χρηματιστηριακών, ο ερχομός του στην Αθήνα συνοδεύτηκε και από την επιθυμία του να γίνει διακοσμητής χώρων. Σχετίζεται επίσης και με την ελευθερία που θέλει να νιώθει ως προς την ταυτότητά του, αφού ανήκει στην γκέι κοινότητα. «Δεν θέλω να πω πως περιοριζόμουν ακριβώς στον Λίβανο, ως γκέι άντρας, γιατί υπάρχουν πολλές πλευρές της κοινωνίας και εκεί, όπως και εδώ βέβαια, ειδικά αν πας έξω από την Αθήνα. Αλλά εδώ στην πόλη αναπνέω ελεύθερα» ομολογεί. «Ηθελα να ζήσω στο Μεξικό γιατί το βασικό για μένα είναι να είμαι κοντά στη θάλασσα, αλλά μετά πήγα στην Πάτμο και κατέληξα στην Ελλάδα. Ηθελα να μπορώ να ανέβω σε μια βάρκα και να βρεθώ στο νερό. Σήμερα σιγά σιγά χτίζω τη ζωή μου εδώ, και κοινωνικά και επαγγελματικά. Είναι όλοι πολλοί φιλικοί, οι Ελληνες ακούν Λίβανο και νιώθουν αμέσως οικεία» συνεχίζει.

«Οσο για την πατρίδα μου, κανείς δεν μπορεί να πει πως δεν έχει επηρεαστεί από όσα έχουν συμβεί. Ολοι μας έχουμε αφήσει οικογένεια πίσω μας. Η γιαγιά μου μένει στο κέντρο της πόλης και βλέπει τις βόμβες να πέφτουν. Οταν ξεκίνησε ο πόλεμος το 2006 νομίζαμε πως θα κρατήσει έναν μήνα. Αλλά σύντομα σκεφτήκαμε “εντάξει αυτό θα μπορούσε να διαρκέσει και χρόνια”. Εξακολουθεί να υπάρχει μεγάλη ένταση με το Ισραήλ. Νομίζω πως κάτι άλλο που βρίσκω θετικό εδώ στην Ελλάδα, είναι πως υπάρχει πολιτική συνείδηση και ενδιαφέρον. Δεν θα μπορούσα να ζήσω σε μια χώρα που δεν συμπάσχει με την πατρίδα μου, αλλά και γενικότερα με τους πονεμένους. Ζούμε καθημερινά με τον φόβο ενός πολέμου. Εχω φίλους που ήταν να πάνε για διακοπές όπως κάθε καλοκαίρι, για να δουν τους συγγενείς τους, και ακύρωσαν αλλά άλλοι δεν πτοήθηκαν και πήγαν. Οι δικοί μου δεν θέλουν να αφήσουν τον Λίβανο, και δεν είναι μόνον αυτοί που είναι μεγάλοι σε ηλικία, αλλά και οι νεότεροι, τα αδέρφια μου για παράδειγμα δεν θέλουν να φυγαδευτούν. Κάποιοι νομίζουν πως είναι εύκολο να φύγεις και να γίνεις πρόσφυγας, ειδικά αν έχεις τα μέσα, αλλά δεν είναι έτσι. Πρέπει να μην υπάρχει καμία άλλη λύση για να βρεις το κουράγιο να μαζέψεις τα πράγματα σου, να αφήσεις το σπίτι σου και να αλλάξεις χώρα» εξηγεί. 

Νάταλι Φαλλάχα

Μια μικρή Βηρυτός στην Αθήνα-4

H Nάταλι γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Βηρυτό και έζησε εκεί έως το 2020 όταν η έκρηξη στο λιμάνι άλλαξε τα πάντα. «Βρισκόμουν στο κέντρο της Βηρυτού όταν συνέβη, στο γραφείο μου, και όλα έπεσαν πάνω στο κεφάλι μου. Σκίστηκε το δέρμα μου από τα τζάμια, δεν χρειαζόμουν νοσοκομείο αλλά ήμουν ματωμένη από πάνω έως κάτω. Και για να είμαι ειλικρινής, μη γνωρίζοντας τι συνέβη ακόμη και σήμερα που μιλάμε, τέσσερα χρόνια μετά, και χωρίς να έχει τιμωρηθεί κανείς, το γεγονός με αφήνει άφωνη. Ο τόπος παρέλυσε, άνθρωποι σκοτώθηκαν, τόσες οικογένειες εκτοπίστηκαν. Θα έλεγα λοιπόν πως άλλαξε η καθημερινότητά μας δραματικά».

Δεν μπορώ να με δω να επαναεπενδύω στη Βηρυτό, και δεν μιλάω για τούβλα και μπετό αλλά για ανθρώπινο κεφάλαιο. Δυστυχώς δεν υπάρχει μέλλον εκεί πλέον.

Οταν λοιπόν ο σύζυγός της είδε μια ευκαιρία στην Αθήνα, η Νάταλι αποφάσισε να μετακομίσει. Με τη δική της διεθνή εταιρεία γραφιστικής μπορεί σήμερα και δημιουργεί από το σπίτι της στη Γλυφάδα, όπου η καθημερινότητα είναι πολύ πιο «απλή και ήρεμη» όπως λέει η ίδια. «Απολαμβάνω πολύ τη ζωή εδώ, οι ρυθμοί είναι αργοί, είναι σαν να είσαι σε ένα νησί. Επίσης τα παιδιά είναι σε ένα διεθνές σχολείο. Ολα είναι όπως θα έπρεπε να είναι». Ο σύζυγός της έχει επίσης επενδύσει στον τουρισμό σε μια ξενοδοχειακή μονάδα στο κέντρο της Αθήνας που φαίνεται να έχει καλή προοπτική όπως λέει η ίδια. «Ακόμη και η γραφειοκρατία ήταν περιορισμένη και έγιναν όλα σωστά σε σχέση με τον Λίβανο» λέει με χαμόγελο. Για να καταλήξει με λύπη πως «δεν μπορώ να με δω να επαναεπενδύω στη Βηρυτό, και δεν μιλάω για τούβλα και μπετό αλλά για ανθρώπινο κεφάλαιο. Δυστυχώς δεν υπάρχει μέλλον εκεί πλέον. Είμαστε διακοπές στην Βηρυτό αυτή την περίοδο. Θέλω να πιστεύω πως δεν θα γίνει κάτι τόσο κακό, και πως αυτή τη στιγμή γίνονται συμφωνίες που δεν γνωρίζουμε καν για το πετρέλαιο και δεν είναι ο πόλεμος ο κύριος σκοπός. Αλλά όπως και να έχει είναι πολύ αγχωτικό να βρίσκομαι εδώ αυτή τη στιγμή, ωστόσο η οικογένεια μου βρίσκεται εδώ και θα είμαι και εγώ εδώ δίπλα τους». 

Τζο Χαγιέκ

Μια μικρή Βηρυτός στην Αθήνα-5

«Αυτό που συμβαίνει σήμερα με το Ισραήλ απλά επιβεβαιώνει την απόφαση μου να φύγω. Στην πραγματικότητα είμαστε σε διωγμό. Μας αναγκάζουν να κάνουμε αυτές τις επιλογές. Αυτή τη στιγμή έχουμε εγκληματίες ηγέτες που παίρνουν αποφάσεις για όλους μας. Αλλά αυτό που θέλω να τονίσω είναι πως η Γάζα δεν είναι δικός μου πόλεμος, το Ιράν δεν είναι η χώρα μου, η χώρα μου είναι ο Λίβανος και κανείς δεν νοιάζεται για το τι θέλει ο λαός του Λιβάνου», λέει στην «Κ» στο σπίτι του στο Παγκράτι. 

Οπως πολλοί Λιβανέζοι, ο Τζο είχε ήδη ζήσει σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις, στο Παρίσι, στο Λονδίνο αλλά και πιο ανατολικά στο Ντουμπάι, πριν φτάσει στην Αθήνα. Πάντοτε όμως έβρισκε έναν τρόπο να επιστρέφει στην πατρίδα του, διότι στην πραγματικότητα δεν ήθελε να απομακρυνθεί από την περιοχή. Το 2020 ήρθε το τελικό χτύπημα. «Ημουν στη Βηρυτό, βρισκόμουν σε ακτίνα ενός μιλιού από το επίκεντρο της έκρηξης. Αυτό που συνέβη ήταν εξαιρετικά βίαιο και ήταν θαύμα το ότι δεν σκοτωθήκαμε. Εκείνη τη στιγμή είπα θα φύγω. Ερχόμουν στην Ελλάδα για διακοπές από το 1990 και γνώριζα κόσμο εδώ που ασχολούνται με την παραγωγή ταινιών και διαφημίσεων, δηλαδή στον τομέα μου. Συναντιόμασταν σε δουλειές, σε φεστιβάλ. Ηπιαμε λοιπόν έναν καφέ, ένιωσα πολύ καλά και αποφάσισα να μετακομίσω» λέει στο διαμέρισμά του στο Παγκράτι όπου τον συναντήσαμε. Νιώθει κανείς αμέσως την ανατολίτικη φιλοξενία, στο τραπέζι απλώνει χουρμάδες, και αμύγδαλα, λιβανέζικα τραταρίσματα.

Ερχόμουν στην Ελλάδα για διακοπές από το 1990 και γνώριζα κόσμο εδώ που ασχολούνται με την παραγωγή ταινιών και διαφημίσεων, δηλαδή στον τομέα μου. Συναντιόμασταν σε δουλειές, σε φεστιβάλ. Ηπιαμε λοιπόν έναν καφέ, ένιωσα πολύ καλά και αποφάσισα να μετακομίσω.

Ο Τζο βρίσκεται στην Ελλάδα με επαγγελματική βίζα. Ηδη παράγει κυρίως τηλεοπτικές διαφημίσεις για τη διεθνή αγορά, για μεγάλους πελάτες. «Θέλουν να έρθουν εδώ να κάνουν τις παραγωγές τους, λόγω του καλού καιρού και της τεχνογνωσίας. Η Ελλάδα αποτελεί ένα πολύ ελκυστικό περιβάλλον για κινηματογράφηση, λόγω και των χαμηλών τιμών σε σχέση με άλλα μέρη».

Αλλά είναι κυρίως ο ελληνικός πολιτισμός και οι άνθρωποι αυτά που τον τράβηξαν στην Ελλάδα. «Είχαμε πάντα Ελληνες γύρω μας, στην πολυκατοικία μας ακούγαμε τη γλώσσα, μαθαίναμε για τη μυθολογία. Ταξιδεύω στην Ελλάδα εδώ και χρόνια, στην Υδρα την οποία αγαπώ για τους κατοίκους της και τη φροντίδα που δίνουν στον τόπο τους. Ισως μόνον η γλώσσα να είναι ένα εμπόδιο, αλλά τη μαθαίνω και αυτήν» λέει με τρυφερότητα.

«Είμαι τυχερός που βρίσκομαι εδώ και το ξέρω» λέει σχεδόν με τύψεις. «Στον Λίβανο υπάρχει και μεγάλη φτώχεια, δεν το αρνούμαι. Είναι πολλοί οι Λιβανέζοι που ζουν εκτός χώρας και δεν έχουν πολλές επαφές, έχουν ρίξει μαύρη πέτρα. Αλλά εμένα η οικογένειά μου είναι εκεί, τους έχω πάντα στο μυαλό μου, και όταν έφυγα το συζήτησα μαζί τους. Ωστόσο, πραγματικά δεν άντεχα άλλο, δεν έβγαινε η μέρα πια, δυστυχώς. Στην Αθήνα χαίρομαι πραγματικά να ξυπνάω το πρωί και απλά να νιώθω ζωντανός». Πριν αποχαιρετιστούμε τον ρωτάω αν υπάρχει κάποια ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον στον Λίβανο. «Δεν είμαι πολιτικός» μου απαντάει. «Ενας απλός πολίτης είμαι».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT