Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ: ο πατέρας της «Λολίτας» αυτοβιογραφείται

Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ: ο πατέρας της «Λολίτας» αυτοβιογραφείται

3' 40" χρόνος ανάγνωσης

Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ: ο πατέρας της «Λολίτας» αυτοβιογραφείται

Άρχισε να συνθέτει την αυτοβιογραφία του τη δεκαετία 1940,

δημοσιεύοντας θραύσματά της σε αμερικανικά περιοδικά πριν της δώσει

οριστική μορφή το 1966.

Της Ντόρας Μακρή

Δύο βιβλία κατέχουν εξέχουσα θέση στο λογοτεχνικό έργο του

Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ: το συναρπαστικό μυθιστόρημα «Λολίτα», ένα από

τα σημαντικότερα λογοτεχνικά έργα του 20ού αιώνα, και η

αυτοβιογραφία του, όπου ο συγγραφέας συγκεντρώνει μια σειρά

προσωπικών ενθυμήσεων με χρονική εμβέλεια περίπου 40 χρόνων, από

τις αρχές του 20ού αιώνα ώς το 1940. Για τον αναγνώστη της

λογοτεχνίας, κάθε αυτοβιογραφία αποτελεί δυνάμει ένα εξαιρετικά

ενδιαφέρον εγχείρημα εφόσον βασίζεται στην αρχή της καταγραφής της

αλήθειας. Πόσο μάλλον, όταν ο αυτοβιογραφούμενος, ένας από τους

διασημότερους λογοτέχνες του 20ού αιώνα, δεσμεύεται να ρίξει φως

στις «απόμακρες περιοχές του προσωπικού παρελθόντος»,

αποκαλύπτοντας το καταγωγικό έναυσμα της γραφής του και

αποτυπώνοντας το γεωγραφικό και ψυχικό τοπίο που διαμόρφωσε το

ιδιαίτερο λογοτεχνικό του ιδίωμα.

Η πρώτη αναλαμπή

Ο Ναμπόκοφ άρχισε να συνθέτει την αυτοβιογραφία του τη δεκαετία

1940, δημοσιεύοντας θραύσματά της σε αμερικανικά περιοδικά πριν της

δώσει οριστική μορφή το 1966. Το χρονικό ξεκινά όχι με τη γέννησή

του στην Αγία Πετρούπολη, το 1899, αλλά αρχές του 1903, με την

πρώτη αναλαμπή ολοκληρωμένης συνείδησης, την ανάμνηση του πατέρα

του με την περίλαμπρη στολή της Φρουράς του Ιππικού. Γόνος

αριστοκρατικής ρωσικής οικογένειας, που μοιράζει τον χρόνο της

ανάμεσα στο αρχοντικό της Αγ. Πετρούπολης και στο εξοχικό της

κτήμα, ο πρωτότοκος γιος του Βλαντιμίρ και της Ελενας-Ιβάνοβας

περνάει ξέγνοιαστα παιδικά και εφηβικά χρόνια έως το 1919, οπότε η

οικογένεια αναγκάζεται να εγκαταλείψει τη Ρωσία εξαιτίας της

Οκτωβριανής Επανάστασης. Η δεύτερη φάση της ζωής του διαρκεί άλλα

20 χρόνια, μέχρι το ξέσπασμα του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Ο Ναμπόκοφ

περιγράφει τις πανεπιστημιακές σπουδές του στο Κέμπριτζ, τις

λογοτεχνικές δραστηριότητες και τις περιπλανήσεις του σε Αγγλία,

Γερμανία και Γαλλία, κυρίως όμως επικεντρώνεται στην προσπάθειά του

να μετουσιώσει το «γόνιμο» συναίσθημα της απώλειας της πατρίδας,

που του «λιώνει την καρδιά» σε τέχνη. Η ανάμνηση του υπερωκεάνειου,

αγκυροβολημένου στο λιμάνι της Σεν Ναζέρ που θα μεταφέρει τον ίδιο,

τη γυναίκα του και τον 6χρονο γιο του στη θετή τους πατρίδα, τις

ΗΠΑ, κλείνει την αυτοβιογραφία, εξαιρώντας την περίοδο των

τελευταίων περίπου 30 χρόνων έως τον θάνατο του συγγραφέα στην

Ελβετία (1977).

Οπως κάθε αυτοβιογραφία, η αφήγηση του Ναμπόκοφ χαρακτηρίζεται

αφενός από την προσήλωση του συγγραφέα στη δική του προσωπικότητα

και αφετέρου από τις επιλεκτικές διεργασίες της μνήμης. Ετσι,

απουσιάζουν οι αναφορές στα τέσσερα μικρότερα αδέλφια του συγγραφέα

ή ακριβείς ημερολογιακές σημειώσεις, και κάποιες φορές ο Ναμπόκοφ

αναδύεται ως άνθρωπος εγωκεντρικός, κακομαθημένος και υπερφίαλος.

Ωστόσο, το αμείωτο ενδιαφέρον που εξακολουθεί να προκαλεί η

ανάγνωση των απομνημονευμάτων έγκειται στην ικανότητα του συγγραφέα

να διερευνά με τέτοιο τρόπο τις «μυστικές μεταμφιέσεις» του εαυτού

του, ώστε ο αναγνώστης να αναγνωρίζει εκφάνσεις του δικού του

εαυτού. Ετσι, το πάθος με το οποίο περιγράφει «τη θρυλική Ρωσία των

νεανικών χρόνων» του, η εικόνα της γηραιάς βελανιδιάς, η συγκομιδή

μανιταριών, η συγκέντρωση γύρω από το οικογενειακό τραπέζι, οι

καστανές μπούκλες της παιδικής του αγάπης, τα παραπτώματα, οι

τιμωρίες και οι εφηβικές ονειροπολήσεις είναι ενθυμήσεις που

μοιράζεται με τους αναγνώστες, ανεξάρτητα με το πόσο διέφερε η δική

του προνομιακή ζωή μέχρι την απότομη ανατροπή της, από τη δική μας.

Ακόμη και η μεγάλη του αγάπη για τον πολύχρωμο μικρόκοσμο των

λεπιδόπτερων –ο Ναμπόκοφ είναι γνωστός για τις ανακαλύψεις νέων

μορφών πεταλούδων, ένα είδος των οποίων φέρει το όνομά του– ακόμη

και αυτή η εκκεντρική ενασχόληση υπερβαίνει το προσωπικό και αποκτά

χαρακτηριστικά πανανθρώπινα: δίνει μια ηδονική «αίσθηση αχρονίας»,

«κάτι σαν στιγμιαίο κενό, όπου συνωθούνται όλα όσα αγαπ [ά]», «μια

αίσθηση με ήλιο και πέτρα», όπως εξομολογείται ο συγγραφέας.

Τραυματική εμπειρία

Το ιδιαίτερο λογοτεχνικό ύφος του Ναμπόκοφ οφείλεται σε μεγάλο

βαθμό στη «ρωγμή του πεπρωμένου του», μια «πρωτόγνωρη απουσία

προοπτικής» που προκαλεί ο ξεριζωμός από την πατρίδα. «Η παλαιά

διαφορά μου με τη σοβιετική δικτατορία δεν έχει την παραμικρή σχέση

με οιοδήποτε ζήτημα περιουσίας… Η νοσταλγία που έθρεψα όλα αυτά

τα χρόνια είναι μία υπερτροφική αίσθηση χαμένης παιδικότητας, όχι η

λύπηση χαμένων τραπεζογραμματίων». Με άλλα λόγια, δεν είναι οι

υλικές ζημιές και απώλειες, αλλά ο φόβος ότι μέσα από την ξένη

επίδραση θα έχανε το μόνο που είχε κατορθώσει να περισώσει από τη

Ρωσία – τη γλώσσα της. Αντίθετα όμως με άλλους Ρώσους εμιγκρέδες,

όπως ο συνθέτης Ραχμάνινοφ, ο οποίος εγκαταλείποντας τη Ρωσία, το

1918, άφησε πίσω του τη δημιουργική του έμπνευση, στην περίπτωση

του Ναμπόκοφ η νοσταλγία της αδύνατης επιστροφής συγκροτεί το

«βάθος της γραφής» του.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT