Θ. Τριάντ: Στην Ελλάδα υπάρχουν καλές ιδέες αλλά…

Θ. Τριάντ: Στην Ελλάδα υπάρχουν καλές ιδέες αλλά…

9' 27" χρόνος ανάγνωσης

Το ραντεβού με τον Θάνο Τριάντ είχε «κανονιστεί» με δυσκολία για τις 3 μ.μ. μιας Παρασκευής. «Θα τελειώνω εκείνη την ώρα ένα επαγγελματικό γεύμα, σε βολεύει;» με ρώτησε μέσω ηλεκτρονικού μηνύματος πολύ αργά ένα βράδυ, λίγες ημέρες νωρίτερα. Ο Ελληνας επενδυτής από τη «Σίλικον Βάλεϊ» των ΗΠΑ κυκλοφορούσε εκείνες τις ημέρες στην Αθήνα με ένα τυπωμένο πρόγραμμα της εβδομάδας που επάνω είχε σημειωμένα με στυλό δεκάδες ραντεβού που είχε καταφέρει να «χωρέσει» στο βαρυφορτωμένο πρόγραμμα συναντήσεών του. Εχοντας στη διάθεσή του μόλις δέκα ημέρες στην Ελλάδα, προσπαθούσε να εκμεταλλευθεί κάθε λεπτό για να δει μέλη της οικογένειάς του, παλαιούς συμμαθητές και βεβαίως δεκάδες νέους επιχειρηματίες. Ενα τέτοιο ραντεβού του ολοκληρωνόταν όταν τον συνάντησα στο City Bistro στη Στοά Σπυρομήλιου στο κέντρο της Αθήνας. Με σύστησε στον συνομιλητή του μιλώντας μου με ενθουσιασμό για την τεχνολογική εφαρμογή που ετοίμαζε και στη συνέχεια τον αποχαιρέτησε υπενθυμίζοντάς του να του στείλει άμεσα όλα τα στοιχεία για τα οποία είχαν συζητήσει.

«Δεν είναι ένας απλός επενδυτής» μου είχε εξηγήσει κάποιος για τον κ. Θάνο Τριάντ πριν ακόμα τον γνωρίσω. Είναι αυτό που λέμε στο λεξιλόγιο των start ups «Αγγελος επενδυτής». Αναζητεί δηλαδή ευκαιρίες και στηρίζει νέες ιδέες τεχνολογίας επενδύοντας στο ξεκίνημά τους. «Νομίζω πως είναι ο τρόπος μου να μένω νέος και “επίκαιρος" με τις τεχνολογικές εξελίξεις» μου εξηγεί ο κ. Τριάντ. «Δεν είναι πάντα εύκολο βέβαια -έχω χάσει ευκαιρίες να επενδύσω στο  Hotmail ή το Τwitter- αδυνατούσα, για παράδειγμα, να φανταστώ την προοπτική που είχε μια εφαρμογή που απλά γράφεις πού είσαι ή τι σκέφτεσαι. Πρόκειται για ένα περιβάλλον που διαρκώς μεταβάλλεται και που απευθύνεται σε πολλές διαφορετικές ηλικιακές ομάδες και εγώ δεν μπορώ να σκέφτομαι πλέον σαν 20χρονος», συμπληρώνει.

Μέχρι σήμερα έχει επενδύσει σε πάνω από εκατό εταιρείες. Ο στόχος είναι να πραγματοποιήσουν «έξοδο», δηλαδή να πουληθούν ώστε να πάρει πίσω τα κεφάλαιά του «συν» βέβαια το κέρδος του. Η πρώτη του «αγγελική» επένδυση έγινε το 1993, στην εταιρεία ενός φίλου του Αμερικανού, ο οποίος είχε αναπτύξει ένα εξαιρετικά -όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια- επιτυχημένο λογισμικό για μάρκετινγκ και εξυπηρέτηση πελατών. Ισως και να ήταν η τύχη του «πρωτάρη» αλλά η επένδυση αυτή πέτυχε «και με το παραπάνω», βγάζοντας ύστερα από επτά χρόνια, κέρδος εκατό φορές παραπάνω από τη συνολική του επένδυση, η οποία ήταν περί τις 300.000 δολάρια. Βέβαια αυτό είναι… τζακ ποτ. Η δουλειά του όπως μου εξηγεί ο κ. Τριάντ έχει αυτό που λέμε «μεγάλο ρίσκο, μεγάλη ανταμοιβή». Από τις δέκα επενδύσεις που κάνει, οι επτά «βγαίνουν» χαμένες, μία ή δύο θα διπλασιάσουν το κεφάλαιό του και η μία που θα πετύχει θα του αποφέρει κατά μέσο όρο 16 φορές «πάνω» το κεφάλαιο της επένδυσης. Εκτός βέβαια από τις χρηματικές αποδόσεις, υπάρχει και η ικανοποίηση του να βλέπεις μια ιδέα σου να ξεκινάει και σιγά σιγά να υλοποιείται, ενώ παράλληλα βλέπεις τον ιδρυτή της να ωριμάζει ως επιχειρηματίας. «Είναι σαν να καμαρώνεις το παιδί σου να μεγαλώνει», λέει χαρακτηριστικά ο κ. Τριάντ.

Το μεγάλο ταξίδι

Οταν μου αφηγείται το δικό του ξεκίνημα σκέφτομαι πως ίσως εκεί να οφείλεται σ’ ένα βαθμό η επιθυμία του να στηρίζει νέους στα πρώτα τους βήματα. Ηταν μόλις 19 χρόνων όταν ανέβαινε μόνος του στο υπερωκεάνιο «Φρειδερίκη» για να ταξιδέψει για πρώτη φορά στην Αμερική για σπουδές, το 1965. «Πήγαινα εκεί χωρίς να έχω ιδέα τι με περιμένει», τονίζει. Το ταξίδι τότε διαρκούσε έντεκα ημέρες. Θυμάται τα βράδια να ανεβαίνει στο κατάστρωμα και να ακούει ελληνικά τραγούδια. Οταν έφτασε στο λιμάνι της Νέας Υόρκης, χωρίς βέβαια τότε κινητά τηλέφωνα ή άλλο τρόπο επικοινωνίας, άκουσε ξαφνικά από το μεγάφωνο του πλοίου πως υπήρχε μήνυμα για τον Αθανάσιο Τριανταφύλλου. «Ετσι με βρήκε ο θείος μου και κάπως έτσι ξεκίνησε η περιπέτειά μου!»

– Φοβόσασταν;

– Οχι, βέβαια. Μα υπάρχει στο λεξιλόγιο ενός δεκαεννιάχρονου η λέξη φόβος;

Τον ρωτάω πότε άλλαξε το επίθετό του από Τριανταφύλλου σε Τριάντ: «Πριν από 25 χρόνια δεν υπήρχαν ακόμα ηλεκτρονικά μηνύματα, όλα γίνονταν μέσω τηλεφώνου. Αφηνες μήνυμα, σε έπαιρναν πίσω. Φοβόμουν ότι ένα επώνυμο τόσο πολυσύλλαβο θα μου δημιουργούσε πρόβλημα στην επικοινωνία. Σήμερα δεν θα το άλλαζα, αλλά τότε ήταν άλλες εποχές…».

Ο Λουδοβίκος των Ανωγείων και τα… φιστίκια Αιγίνης

Τα πρώτα χρόνια που ο νεαρός Τριάντ βρέθηκε στην Αμερική ήταν καθοριστικά για την εξέλιξη της τεχνολογίας της πληροφορικής όπως την ξέρουμε σήμερα. Τότε ήταν που ο όρος «Σίλικον Βάλεϊ» πρωτοχρησιμοποιήθηκε και με τον καιρό έγινε συνώνυμος των αναδυόμενων κέντρων υψηλής τεχνολογίας. Ο νέος Ελληνας φοιτητής σπούδασε Μαθηματικά στο Πανεπιστήμιο του Χάμιλτον και αργότερα ηλεκτρολόγος μηχανικός στο Κολούμπια. Το πλάνο ήταν να τελειώσει τις σπουδές του και να επιστρέψει στην Ελλάδα για να εργασθεί στη ΔΕΗ, αλλά έπιασε αμέσως την πρώτη του δουλειά ως προγραμματιστής υπολογιστών στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ. «Ουσιαστικά έμπαινα και άλλαζα το λογισμικό των υπολογιστών. Τώρα οι εταιρείες δεν το επιτρέπουν, αλλά τότε ήταν σχεδόν επιβεβλημένο γιατί οι υπολογιστές είχαν τόσο περιορισμένες δυνατότητες, έπρεπε να μπεις και να τους φτάσεις στα όριά τους…». Στη συνέχεια έκανε ολοένα και πιο εξειδικευμένη δουλειά σε περίπλοκα λογισμικά και η ιδέα της επιστροφής στην Ελλάδα και μιας «βολικής» δουλειάς στο Δημόσιο απομακρυνόταν. Τα επόμενα χρόνια ανέλαβε θέσεις ευθύνης σε εταιρείες-κολοσσούς όπως η Standard & Poor’s και η Sun Microsystems. Διαχειρίστηκε απαιτητικά projects για την κυβέρνηση της Αμερικής, κορυφαίες εταιρείες και τη Wall Street. Ενα από αυτά που ξεχωρίζει είναι το πρόγραμμα που «έχτισε» και δίνει τη δυνατότητα σε έναν χρηματιστή να βλέπει τις διακυμάνσεις όλων των μετοχών σε μία και μόνον οθόνη και όχι σε μια συνεχή ροή ειδήσεων και δεκάδες «παράθυρα» του υπολογιστή.

Ο κ. Τριάντ μου μιλάει για την είσοδο του Ιντερνετ στη ζωή του στις αρχές του ’90 και την περίφημη «ατάκα» τού τότε συναδέλφου του και μετέπειτα διευθυντή της Google, Erich Schmidt, για το Netscape, την πρώτη μηχανή αναζήτησης: «Θάνο, πρόσεξέ το αυτό, θα είναι κάτι μεγάλο».

Τον ρωτάω πώς είναι η ζωή του στην Αμερική. «Την Καλιφόρνια ίσως την επέλεξα γιατί έχει ήλιο και μου θυμίζει την Ελλάδα», λέει γελώντας. Δύο πράγματα στην καθημερινότητά του είναι καθαρά ελληνικά: η μουσική του Λουδοβίκου των Ανωγείων που ακούει κάθε πρωί όταν τρέχει στον διάδρομο της γυμναστικής και τα φιστίκια Αιγίνης – ο ξάδερφός του τού στέλνει τουλάχιστον δέκα κιλά κάθε τρίμηνο. Ενημερώνεται καθημερινά για την ελληνική επικαιρότητα: «Τα τελευταία χρόνια ήμασταν όλοι οι Ελληνες της Αμερικής κολλημένοι στις τηλεοράσεις και στο Ιντερνετ παρακολουθώντας με κομμένη την ανάσα τις εξελίξεις. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τις ημέρες των εκλογών του 2012 ήταν να σαν να παρακολουθούμε θρίλερ. Οι επιπτώσεις αν κάτι πήγαινε στραβά θα ήταν πραγματικά καταστροφικές», τονίζει.

Οι Ελληνες μηχανικοί θεωρούνται από τα «καλύτερα μυαλά» παγκοσμίως

Συζητάμε με τον κ. Θάνο Τριάντ για τις δυσλειτουργίες της ελληνικής πραγματικότητας όπως εκείνος τις βλέπει και πώς τις ερμηνεύει. Αναφέρεται εξαρχής στο πεδίο της εκπαίδευσης – «μα είναι δυνατόν τα πανεπιστήμια να είναι όμηροι φοιτητικών παρατάξεων και καταλήψεων;» απορεί. Οταν το 2010 η τότε υπουργός Παιδείας Αννα Διαμαντοπούλου βρισκόταν στις ΗΠΑ συναντήθηκαν σε ένα ελληνικό εστιατόριο της «Σίλικον Βάλεϊ» και της μίλησε για το παράδειγμα και τον τρόπο λειτουργίας των αμερικανικών πανεπιστημίων με την ελπίδα πως θα μπορούσε να «περάσει» κάποια στοιχεία στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που τότε σχεδιαζόταν. «Πρόκειται για φυτώρια νέων ιδεών, της είχα τονίσει». Ενδεικτικά, «όταν ένας φοιτητής έχει μια καλή ιδέα τον ενθαρρύνουν ακόμα και να διακόψει τις σπουδές του και να αφοσιωθεί σε αυτήν, συχνά τα ίδια τα πανεπιστήμια γίνονται μέτοχοι στις start-up εταιρείες των φοιτητών τους».

Ο κ. Τριάντ σπεύδει να υπογραμμίσει πως παρά τις δυσκολίες οι Ελληνες μηχανικοί θεωρούνται από τα «καλύτερα μυαλά» παγκοσμίως. «Κάθε φορά που μου στέλνουν μια ιδέα και βλέπω πως από πίσω βρίσκεται ομάδα Ελλήνων ενθουσιάζομαι. Πολλές φορές μάλιστα έχω σκεφτεί να φτιάξω μια εταιρεία εδώ που θα αναλαμβάνει και θα υλοποιεί υπεργολαβικά έργα τεχνολογίας εταιρειών στην Αμερική». Κάποια στιγμή θα γίνει και αυτό, μου λέει με σιγουριά. Εως τότε θα συνεχίζει να επενδύει σε ελληνικά start-up. «Βέβαια όταν λέω σε φίλους Αμερικανούς πως “ποντάρω” σε επιχειρήσεις της χώρας μου θεωρούν πως έχω τρελαθεί». Το πρόβλημα, μου εξηγεί, δεν είναι μόνο τα στερεότυπα που «καλά κρατούν», αλλά τα πραγματικά εμπόδια που συναντάει κάποιος στο ελληνικό επιχειρείν: από τη μία οι νόμοι που διαρκώς αλλάζουν και από την άλλη η γραφειοκρατία που κυριολεκτικά σου δένει τα χέρια. 

«Μαθαίνω, για παράδειγμα, πως ενώ θεωρητικά μπορεί κάποιος να ανοίξει μια επιχείρηση γρήγορα, το κλείσιμό της μπορεί να πάρει ακόμη και τέσσερα χρόνια! Ή τα εργασιακά: στην Αμερική προσλαμβάνεις και απολύεις κόσμο με ευκολία. Προφανώς και είναι σκληρό για αυτόν που χάνει τη δουλειά του, αλλά καμία επιχείρηση δεν σου “οφείλει” μια θέση εργασίας. Αν μάλιστα δεν είσαι καλός στη δουλειά σου τα πράγματα είναι ακόμα πιο απλά».

Το τελευταίο διάστημα, πολλά ελληνικά start-up στήνουν την έδρα τους στην Αμερική γι’ αυτούς τους λόγους. Είναι πολύ πιο ασφαλές και ελκυστικό για τους επενδυτές, εξηγεί ο κ. Τριάντ. Σημειώνεται ότι ολοένα και περισσότεροι Ελληνες αποφασίζουν να κάνουν το μεγάλο βήμα και να μετακομίσουν στο Σαν Φρανσίσκο, να κάνουν επιχειρηματικές γνωριμίες, να δικτυωθούν. Το κλειδί της επιτυχίας δεν είναι άλλο από τις συνέργειες που δημιουργούνται.

Υπερβολικά ανταγωνιστικοί

– Πώς «στέκονται» οι Ελληνες εκεί;

– Πολύ καλά! Είμαστε σε γενικές γραμμές ανοιχτοί και τα καταφέρνουμε αν και δυστυχώς πολλές φορές γινόμαστε υπερβολικά ανταγωνιστικοί και αυτό έχει το αντίθετο αποτέλεσμα στη «Σίλικον Βάλεϊ».

Σε πνεύμα «ελληνικής αλληλεγγύης» το 2011 ο κ. Τριάντ μαζί με άλλους καταξιωμένους Ελληνες του χώρου ίδρυσαν ένα επενδυτικό σχήμα αποκλειστικά για τη χρηματοδότηση ελληνικών εταιρειών. «Ακούσαμε αρκετές ιδέες, αλλά τελικά προχωρήσαμε δυστυχώς μονάχα σε μία επιτυχημένη επένδυση».  Η κίνησή τους μπορεί να μην πέτυχε, αλλά είναι ενδεικτική της καλής πρόθεσης για στήριξη και βοήθεια αλλά και της αυξανόμενης παρουσίας ελληνικών εταιρειών στο συνεχώς αναπτυσσόμενο τεχνολογικό σκηνικό. Αυτό ήταν που τον οδήγησε να αποδεχθεί μια πρόταση πριν από ενάμιση χρόνο και να έρθει στην Ελλάδα –κατ’ αρχήν δοκιμαστικά– με την προοπτική να μπει στην ομάδα που θα αναλάμβανε τη διαχείριση του χαρτοφυλακίου του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων ύψους 43 εκατ. ευρώ.

Ο στόχος ήταν μέσα σε τρία χρόνια τα χρήματα αυτά να απορροφηθούν σε επενδύσεις ελληνικών start-up. Υστερα από σκέψη και παρόλο που η συμμετοχή του είχε εγκριθεί, απέρριψε την πρόταση που θα τον έφερνε για τουλάχιστον τρία χρόνια πίσω στην Ελλάδα. Εξηγεί με σαφήνεια χωρίς περιστροφές το γιατί: «Οι λόγοι ήταν κατ’ αρχήν οικογενειακοί –θα έπρεπε να μετακομίσω και έχω δυο μικρά παιδιά–, ενώ απαγορευόταν να έχω παράλληλα οποιαδήποτε άλλη προσωπική επένδυση». Από την άλλη, όπως μου λέει, φοβήθηκε πως στη χώρα μας μπορεί να υπάρχουν καλές ιδέες αλλά ακόμη, όχι τόσες εταιρείες ώστε να απορροφηθούν σωστά όλα αυτά τα χρήματα: «Ξέρετε, όλο αυτό έχει έναν κίνδυνο: όταν πρέπει να επενδύσεις τέτοια ποσά τόσο γρήγορα μπορεί και να κάνεις λάθος επιλογές…».

Η συνάντηση

Συναντηθήκαμε στο City Bistrο, ένα καινούργιο εστιατόριο στο κέντρο της Αθήνας. Ο Θάνος Τριάντ είχε μόλις ολοκληρώσει το μεσημεριανό του γεύμα, το οποίο όπως μας είπε ήταν εξαιρετικό. Ηπιαμε από έναν καφέ που μας κέρασαν οι ιδιοκτήτες του εστιατορίου οι οποίοι είναι φίλοι του.

Oι σταθμοί του

1946

Γεννήθηκε στην Αθήνα.

1965

Αποφοίτησε από το Κολλέγιο Αθηνών και έφυγε με υποτροφία για σπουδές στην Αμερική. Σπούδασε Μαθηματικά στο Πανεπιστήμιο του Χάμιλτον και ηλεκτρολόγος μηχανικός στο Κολούμπια.

1973

Επιασε την πρώτη του δουλειά στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ. Ακολουθούν συμβόλαια με κορυφαίες εταιρείες τεχνολογίας, όπως η Sun Microsystems και η Standard & Poor’s.

1993

Κάνει την πρώτη του επένδυση στο start-up Siebel Systems. Η εν λόγω εταιρεία θα εξαγοραστεί το 2005 από την Oracle αντί 5,8 δισ. δολαρίων.

2003

Συνιδρύει την AltoTech Ventures που επενδύει πάνω από 50 εκατ. δολάρια σε τεχνολογικές εταιρείες.

2014

Πρόεδρος του Woolside Group με πάνω από εκατό επενδύσεις στο ενεργητικό του.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT