Ρ. Χάουσμαν: «Ξεκινήστε αντιγράφοντας το μοντέλο της Φινλανδίας ή της Ιρλανδίας στο μέλλον»

Ρ. Χάουσμαν: «Ξεκινήστε αντιγράφοντας το μοντέλο της Φινλανδίας ή της Ιρλανδίας στο μέλλον»

4' 2" χρόνος ανάγνωσης

Αβολες αλήθειες για την πραγματική φύση του οικονομικού προβλήματος της Ελλάδας αναδεικνύει, μέσω της «Κ», ο Ρικάρντο Χάουσμαν, διευθυντής του Κέντρου για τη Διεθνή Ανάπτυξη και καθηγητής Οικονομικής Ανάπτυξης στο φημισμένο Kennedy School του Πανεπιστημίου Harvard.

O Χάουσμαν ήταν ένας από τους συγγραφείς του «Ατλαντα Οικονομικής Πολυπλοκότητας». Με υπότιτλο «Χαρτογραφώντας τα μονοπάτια προς την ευημερία», το βιβλίο, που εκδόθηκε το 2008, επιχειρεί να εξηγήσει γιατί κάποιες χώρες προελαύνουν και άλλες μαραζώνουν οικονομικά.

Οπως εξηγεί o Βενεζουελανός οικονομολόγος, ο «Ατλας» μετράει «την τεχνογνωσία μιας χώρας μέσω της πολυπλοκότητας και της ποικιλίας των πραγμάτων που παράγει. Χρησιμοποιεί στοιχεία για τις παγκόσμιες εξαγωγές, τα οποία συνδυάζει με πληροφορίες για τον αριθμό των διαφορετικών προϊόντων που εξάγει μια χώρα και τον αριθμό των άλλων χωρών που εξάγουν τα προϊόντα αυτά. Εφαρμόσαμε τον αλγόριθμο που χρησιμοποιούμε και βρήκαμε ότι ο σχετικός δείκτης προβλέπει με μεγάλη ακρίβεια το εισόδημα της κάθε χώρας και τη μελλοντική της ανάπτυξη».

Η Ελλάδα

Από τις 128 χώρες που συμπεριλήφθηκαν στο βιβλίο, «η Ελλάδα παρουσίαζε το μεγαλύτερο χάσμα μεταξύ της τεχνογνωσίας της και του εισοδήματός της», αναφέρει με νόημα ο Χάουσμαν. Ωστόσο υπήρχε και ένα σημαντικό θετικό στοιχείο: «Η Ελλάδα ήταν δεύτερη μετά την Ινδία όσον αφορά το πόσο εύκολο θα ήταν για τη χώρα να αυξήσει την ποικιλία και την πολυπλοκότητα της παραγωγής της».

Οπως σημειώνει, πολλές χώρες στην Ευρώπη έχουν καλές επιδόσεις στην προώθηση της καινοτομίας και στην ενίσχυση των εξαγωγών υψηλής προστιθέμενης αξίας. «Αναγνωρίζεται ευρέως η σημασία της έρευνας και της ανάπτυξης (R&D), της γνώσης και της συνεργασίας μεταξύ φορέων για την επίλυση προβλημάτων. Η Ελλάδα έχει πολλά μοντέλα στην ευρύτερη περιοχή που μπορεί να αντιγράψει. Θα μπορούσε να ξεκινήσει κοιτάζοντας τι έκαναν η Φινλανδία και η Ιρλανδία».

Για να αυξήσει τα επίπεδα και την ποιότητα των εξαγωγών της, σύμφωνα με τον Χάουσμαν, η χώρα μας «πρέπει να δώσει προτεραιότητα στις δραστηριότητες αυτές όσον αφορά την πρόσβαση σε κεφάλαια, σε ταλέντο, στη γνώση και στα δημόσια αγαθά». Οι χώρες που έχουν οικοδομήσει θεσμικό περιβάλλον ελκυστικό για τις επενδύσεις, όπως αναφέρει, έχουν αποτελεσματικούς δημόσιους οργανισμούς προώθησης των επενδύσεων, με τις απαραίτητες αρμοδιότητες για να επιτύχουν τον σκοπό τους. «Με εκπλήσσει το ότι δεν γίνεται αυτή η συζήτηση στην Ελλάδα, στο εσωτερικό της ή με την τρόικα», σημειώνει.

«Η μη εστιασμένη βελτίωση στους δείκτες του “Doing Business” (την έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας για την επιχειρηματικότητα) είναι ένας ιδιαίτερα αναποτελεσματικός τρόπος για να αναβαθμιστεί κανείς στο επενδυτικό περιβάλλον. Μπορεί να αφαιρούνται εμπόδια που δεν είναι σημαντικά, ενώ άλλοι, κρίσιμοι φραγμοί στις επενδύσεις να παραμένουν», προσθέτει.

«Με δεδομένη την τρέχουσα χρηματοοικονομική κατάσταση, πιστωτικές γραμμές για εξαγωγές ή για επενδύσεις σε εξαγώγιμα προϊόντα από την Ευρωπαϊκή Επενδυτική Τράπεζα ή άλλους οργανισμούς μπορεί να φανούν πολύ χρήσιμες», τονίζει ο Χάουσμαν. Μεταξύ άλλων πολιτικών, προτείνει φορολογικά κίνητρα για επενδύσεις εξαγωγικής κατεύθυνσης, αλλά και δημόσιες επενδύσεις που θα ενισχύσουν το εξαγωγικό δυναμικό της χώρας.

Αν είχε όμως το δικό της νόμισμα, δεν θα ήταν πιο εύκολο για την Ελλάδα να αυξήσει τις εξαγωγές της; «Πρέπει να παίζεις με τα χαρτιά που έχεις», απαντά ο καθηγητής του Harvard. «Σε ένα αφηρημένο επίπεδο, θα ήταν καλύτερο να είχε το δικό της νόμισμα, που θα προσαρμοζόταν ώστε να ανακτήσει ταχέως η οικονομία την ανταγωνιστικότητά της μέσω της μείωσης μισθών υπολογισμένων σε ευρώ. Ωστόσο η συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη τής έδωσε πρόσβαση σε διεθνή οικονομική στήριξη άνευ προηγουμένου. Δυστυχώς, αντί να χρησιμοποιηθούν αυτοί οι πόροι για να χτιστεί το παραγωγικό δυναμικό του μέλλοντος, αναλώθηκαν στην επιβράδυνση του θανάτου του παλιού».

Κράτος πρόνοιας με δανεικά

Ο Χάουσμαν, μάλιστα, διαφωνεί με την κοινώς αποδεκτή άποψη ότι, για να αναπτυχθεί εντός της Ευρωζώνης, η Ελλάδα χρειάζεται χαλάρωση των δημοσιονομικών στόχων. «Το πρωτογενές πλεόνασμα πέρυσι στην Ελλάδα ήταν μόλις 0,5% του ΑΕΠ. Είναι τρομακτικά χαμηλό για μια τόσο υπερχρεωμένη χώρα – ούτε 0,3% του χρέους. Δεν μπορεί να χαρακτηριστεί η κατάσταση υπερβολικά σφιχτή δημοσιονομικά».

Η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο, δεν είναι εν μέρει σύμπτωμα ενός μείγματος πολιτικής που επιβλήθηκε στην Ελλάδα, το οποίο διέλυσε το -προβληματικό, έστω- κράτος πρόνοιας που υπήρχε και επιδείνωσε την υπερχρέωση της χώρας;

«Δεν με βρίσκει καθόλου σύμφωνο αυτή η οπτική. Το μείγμα πολιτικής δεν επιβλήθηκε στην Ελλάδα. Η Ελλάδα χρηματοδοτούσε το κράτος πρόνοιας δανειζόμενη από άλλους, όχι με δικούς της πόρους. Οι αγορές αποφάσισαν να σταματήσουν να δανείζουν τη χώρα. Η πολιτική αλληλεγγύη [της Ευρώπης] εκφράστηκε με την παροχή μαζικής χρηματοδότησης, που δόθηκε υπό όρους. Η Ελλάδα δεν έχει το κυρίαρχο δικαίωμα να δαπανά τα χρήματα των άλλων».

Ο Χάουσμαν υπηρέτησε, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, ως υπουργός Σχεδιασμού στη Βενεζουέλα – μια από τις λίγες οικονομίες σήμερα που βρίσκονται σε χειρότερη κατάσταση από την ελληνική, ύστερα από σχεδόν δύο δεκαετίες μπολιβαρικού σοσιαλισμού. Τι διδάγματα πρέπει να αντλήσει η σημερινή ελληνική κυβέρνηση από τα πάθη της Βενεζουέλας;

Η απάντησή του είναι χαρακτηριστική: «Πρέπει να διδαχθεί ότι μια στρατηγική που βασίζεται στην παρουσίαση του έθνους ως θύματος φαντασιακών εξωτερικών εχθρών μπορεί να οδηγήσει στην καταστροφή».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT