Η Kate Winslet δεν αγχώνεται

5' 40" χρόνος ανάγνωσης

«Θα ακουστεί πολύ παράξενο, αλλά ποτέ δεν είχα την επιθυμία να γίνω διάσημη. Ποτέ δεν είχα μεγάλες φιλοδοξίες. Γιατί ήμουν χοντρή. Και δεν ήξερα καμία διάσημη χοντρή ηθοποιό. Δεν μπορούσα, λοιπόν, να δω τον εαυτό μου στον κόσμο του θεάματος – και είμαι απόλυτα ειλικρινής. Οταν έχεις υπάρξει παχουλό παιδί, πάντα έτσι θα νιώθεις και ας μην είσαι πια. Γιατί πάντα θα πιστεύεις ότι η εμφάνισή σου είναι κάπως… λάθος ή κάπως διαφορετική από των υπολοίπων. Ακόμη το έχω αυτό: βλέπω συχνά γυναίκες με στενά τζιν, ψηλά τακούνια και όμορφα μικροσκοπικά μπλουζάκια να βολτάρουν στην πόλη και σκέφτομαι ότι θα έπρεπε να προσπαθήσω περισσότερο», έλεγε σε συνέντευξή της στο Vanity Fair τον Δεκέμβριο του 2008.

Και αυτό που τελικά έκανε η Κέιτ Γουίνσλετ ήταν να παραμείνει ο εαυτός της -και ίσως να τον έχει αγαπήσει περισσότερο από όσο και η ίδια θα υποψιαζόταν-, να ποζάρει δείχνοντας τις καμπύλες της για λογαριασμό των μεγαλύτερων περιοδικών του πλανήτη και να αποδοκιμάζει δημόσια κάθε απόπειρά τους να την «αδυνατίσουν» ή να της χαρίσουν αψεγάδιαστη επιδερμίδα κατόπιν ψηφιακής επεξεργασίας. Επίσης, να διεκδικεί, με εφηβική ορμή και πάθος, τους ρόλους που την ενδιαφέρουν. Να μην είναι επιτηδευμένη και καθωσπρέπει, αλλά να μιλάει αυθόρμητα, χωρίς να φιλτράρει τα… Γαλλικά της, για τα οποία φημίζεται. Να χαίρεται τη μητρότητα, αδιαφορώντας για το αν το Χόλιγουντ θα εγκρίνει τα κιλά που της πρόσθεσαν οι τρεις γέννες της. Να καμαρώνει σαν μικρό παιδί για το Οσκαρ της, που ήρθε τελικά τον Μάρτιο του 2009 έπειτα από συνολικά 6 υποψηφιότητες. Και να γιορτάζει τα 40 της χρόνια, τα οποία έκλεισε πριν από λίγες ημέρες, με τρεις νέες ταινίες («Steve Jobs», «The Dressmaker», «Triple Nine») και ένα σέξι εξώφυλλο στο βρετανικό περιοδικό Esquire.

Ο ρόλος που κυνήγησε όσο κανέναν

Η Κέιτ έχει κάθε λόγο να είναι χαρούμενη αυτή την περίοδο. Και μόνο η συμμετοχή της σε μία από τις πλέον αναμενόμενες ταινίες της σεζόν, στο βιογραφικό δράμα «Steve Jobs» του Ντάνι Μπόιλ, όπου υποδύεται τη χαρισματική συνεργάτιδα του Τζομπς, Τζοάνα Χόφμαν, ίσως τη φέρει κοντά σε άλλη μία οσκαρική υποψηφιότητα. Αλλά πέρα από την ερμηνεία της (το φιλμ προβλήθηκε στο κινηματογραφικό φεστιβάλ της Νέας Υόρκης στις 3 Οκτωβρίου, αποσπώντας εξαιρετικές κριτικές), αυτό που μονοπωλεί τις συζητήσεις γύρω από την ταινία -πέρα από τον Μάικλ Φασμπέντερ στον πρωταγωνιστικό ρόλο- είναι το πόσο διακαώς εκείνη ήθελε να ενσαρκώσει την Αρμενοπολωνέζα μαρκετίστρια, που υπήρξε το δεξί χέρι του Τζομπς, και πώς τελικά τα κατάφερε.

Η ιστορία έχει ως εξής: η Κέιτ Γουίνσλετ βρισκόταν στην Αυστραλία για τα γυρίσματα του «The Dressmaker», όταν έμαθε από τη μακιγιέζ της ότι είχε δεχτεί πρόταση να δουλέψει στη νέα ταινία για τη ζωή του Στιβ Τζομπς με σκηνοθέτη τον Ντάνι Μπόιλ. «Ποιος είναι ο γυναικείος ρόλος;» τη ρώτησε η Γουίνσλετ, «και ποια τον έχει αναλάβει;» Οπως αποδείχθηκε, μέχρι εκείνη την ημέρα ο ρόλος ήταν ορφανός. Η Βρετανίδα ηθοποιός τηλεφώνησε στον άντρα της, Νεντ Ροκενρόλ, και του ζήτησε να της αγοράσει τρεις περούκες. Γκούγκλαρε τη Χόφμαν για να δει τι θα μπορούσε να κάνει με τη βοήθεια του μακιγιάζ ώστε να της μοιάζει έστω και λίγο, φόρεσε την πιο ταιριαστή περούκα, βάφτηκε και έστειλε τη σέλφι που τράβηξε στον παραγωγό της ταινίας. Λίγο αργότερα, το τηλέφωνο του ατζέντη της χτύπησε και ο συνομιλητής του στην άλλη άκρη της γραμμής τον ρώτησε πότε η πελάτισσά του θα είχε το χρόνο να συναντήσει τον Ντάνι Μπόιλ, ο οποίος σκόπευε να ταξιδέψει στην Αυστραλία ειδικά για το συγκεκριμένο ραντεβού.

Το παραπάνω περιστατικό, εκτός από άκρως… κινηματογραφικό, είναι και ενδεικτικό της στόφας από την οποία είναι φτιαγμένο το κορίτσι από το Ρέντινγκ, το δεύτερο από τα τέσσερα παιδιά του Ρότζερ Τζον και της Σάλι Αν Γουίνσλετ, επίσης ηθοποιών, που έκαναν δουλειές του ποδαριού για να ζήσουν την οικογένειά τους. Επίμονη αλλά και προσγειωμένη στην πραγματικότητα, ντόμπρα και σταράτη, συμμετείχε στην πρώτη της οντισιόν σε ηλικία 16 ετών, ύστερα από δύο χρόνια σπουδών υποκριτικής, για την ταινία «Ουράνια πλάσματα» του Πίτερ Τζάκσον, το 1994. Θα ακολουθήσουν η «Λογική και ευαισθησία» του Ανγκ Λι (1995), η πρώτη της οσκαρική υποψηφιότητα, το «Τζουντ» του Μάικλ Γουιντερμπότομ (1996) και ο «Αμλετ» του Κένεθ Μπράνα (1996), όμως ο ρόλος της Ρόουζ στον «Τιτανικό» του Τζέιμς Κάμερον ήταν αυτός που εκτόξευσε την καριέρα της – τόσο όσο δεν μπορούσε να φανταστεί.

«Μπορώ και χωρίς χρήματα»

«Αυτό που μου προσέφερε ο “Τιτανικός” ήταν η δυνατότητα επιλογής. Ο κόσμος, βέβαια, νομίζει ότι με έκανε και πλούσια. Πρόκειται για τεράστια παρεξήγηση. Ημουν 19 χρόνων. Κανείς δεν ήξερε τότε ποια στο διάβολο ήμουν». Αν πάντως ένα πράγμα απεχθάνεται, παρόλο που ο νυν σύζυγός της είναι ανιψιός του δισεκατομμυριούχου ιδρυτή της Virgin Group Ρίτσαρντ Μπράνσον, είναι να μιλάει για χρήματα. «Ακόμη και αν δεν είχα μία δεκάρα, θα ήξερα πώς να ζήσω, γιατί έμαθα χωρίς αυτά», λέει. «Οταν ήμασταν παιδιά, είχαμε μάθει να περνάμε καλά με το τίποτα. Κάπως έτσι, καλλιεργήσαμε μια τρομερή αγάπη για τη φύση. Ενας περίπατος ή μια βουτιά στο ποτάμι δεν κοστίζουν το παραμικρό…»

Υπήρξε τυχερή. Τουλάχιστον έτσι αισθάνεται. Παραδέχεται ότι ποτέ δεν σταμάτησε να παραλαμβάνει αξιόλογα σενάρια ούτε να δέχεται προτάσεις για ενδιαφέροντες ρόλους που μοιάζουν να ακολουθούν τη δική της καλλιτεχνική και ηλικιακή ωριμότητα. Ισως γιατί μέσα στα 23 χρόνια της καριέρας της είναι σαν, μέσα από τις επιλογές της στην προσωπική της ζωή, να έχει ζήσει κι εκείνη με τη σειρά της πολλές ζωές: τρεις γάμοι, δύο διαζύγια, τρία παιδιά – με τον σκηνοθέτη Τζιμ Θρίπλετον, πατέρα της 15χρονης Μία, με τον επίσης σκηνοθέτη Σαμ Μέντες, με τον οποίο απέκτησε τον 12χρονο Τζο και έζησε για 9 χρόνια στη Νέα Υόρκη, και με τον 37χρονο Νεντ Ροκενρόλ, μπαμπά του 22 μηνών Μπέαρ. «Είναι πολύ σημαντικό να μαθαίνεις στα παιδιά σου να παλεύουν. Δεν θα άλλαζα λοιπόν τίποτα. Δεν έχει σημασία πόσο δύσκολες ήταν οι εποχές που προηγήθηκαν, γιατί αυτά τα πράγματα σε διαμορφώνουν. Και αν δεν σου αρέσει αυτό που είσαι, τότε πραγματικά την έχεις βάψει, έτσι δεν είναι;» λέει μιλώντας για τις αλλαγές στην προσωπική της ζωή.

Απλή και συνήθως αφτιασίδωτη, θεωρεί ότι οι αισθητικές επεμβάσεις είναι μια πράξη αντίθετη με την ηθική που η ίδια πρεσβεύει. Εμφανίζεται με τζιν και T-shirt στις περισσότερες συνεντεύξεις, μιλάει με τρυφερότητα για τα παιδιά της, προσπαθεί να ζει μαζί τους όσο περισσότερες στιγμές μπορεί, απολαμβάνοντας το χρόνο που περνάει, ίσως γιατί νιώθει πως τελικά τον έχει με το μέρος της. Στην πρόσφατη συνέντευξή της στο περιοδικό Esquire, όπου εμφανώς αδυνατισμένη φωτογραφήθηκε φορώντας αποκαλυπτικά εσώρουχα, ρωτήθηκε ποιο είναι το σημείο του σώματός της που αγαπά περισσότερο. Το σέξι ύφος της φωτογράφισης θα επέβαλλε ίσως και μια σαφώς… σέξι απάντηση. Δεν την έδωσε. Γιατί, απλούστατα, αυτή είναι η Κέιτ Γουίνσλετ: «Λατρεύω τα χέρια μου. Εχουν αγαπήσει και έχουν χάσει, έχουν δουλέψει, έχουν αγγίξει εκατομμύρια ανθρώπους και μέρη, έχουν περάσει τα πάντα μαζί μ’ εμένα. Πιο πολύ μπορώ να δω τη ζωή μου μέσα στα χέρια μου παρά στο πρόσωπό μου…» είπε. Και εννοούσε κάθε λέξη.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT