Οι online φήμες είναι «επικίνδυνα
ναρκωτικά» τα οποία επηρεάζουν τους χρήστες τους και την κοινωνία,
σύμφωνα με τα κινεζικά κρατικά ΜΜΕ, ενώ σε εξέλιξη βρίσκεται μία
εκστρατεία εναντίον των microblogs από τις αρχές της χώρας.
Σε ένα άρθρο το οποίο δημοσιεύτηκε από το πρακτορείο ειδήσεων
Xinhua, αναφέρεται ότι, ενώ η ηρωίνη και η κοκαΐνη βλάπτουν την
υγεία, οι διαδικτυακές φήμες είναι ακόμα χειρότερες, καθώς
«δηλητηριάζουν το κοινωνικό περιβάλλουν και επηρεάζουν την
τάξη».
Σε άλλη περίπτωση, κείμενο που δημοσιεύτηκε στην People’s Daily
Online τιτλοφορείται «Οι φήμες στο Ίντερνετ ως ναρκωτικά:
Αντισταθείτε και μείνετε μακριά τους». Ζητά «μηδενική ανοχή» και
αναφέρει ότι «επηρεάζουν τον λαό και την κοινωνία» όπως τα
ναρκωτικά, ενώ παράλληλα κατηγορεί αυτούς που διασπείρουν φήμες ότι
έχουν απώτερα κίνητρα και ότι «απαγάγουν την κοινή γνώμη».
Η κινεζική «εκστρατεία» κατά της διάδοσης φημών στο Ίντερνετ
βρίσκεται σε εξέλιξη παράλληλα με συλλήψεις ατόμων για τέτοιου
είδους δραστηριότητες, καθώς και αυστηρότερους ελέγχους στα
microblogs (διαγραφές λογαριασμών που έχουν «εκτροχιαστεί»,
αιτήματα για χρήση πραγματικών ονομάτων). Στην Κίνα υπάρχουν 300
εκατομμύρια χρήστες τέτοιων υπηρεσιών και αν και υφίσταται
λογοκρισία, οι αρχές ανησυχούν όλο και περισσότερο σχετικά με την
ταχύτητα με την οποία μπορεί να διαδοθεί η πληροφορία.
Τα microblogs έχουν διαδώσει νέα σχετικά με διαδηλώσεις, εκθέσει
σκανδαλώδη θέματα και λειτουργήσει ως μέσα συγκέντρωσης και
έκφρασης της οργής των πολιτών σχετικά με συμβάντα όπως το
σιδηροδρομικό ατύχημα στο Γουενζού το καλοκαίρι. Στη συγκεκριμένη
περίπτωση, μετά από μερικές εβδομάδες αξιωματούχος επισκέφτηκε τα
κεντρικά της Sina, στην οποία ανήκει η μεγαλύτερη υπηρεσία
microblogging της χώρας, και ζήτησε συνεργασία στον περιορισμό των
φημών. Ο Τσαρλς Τσάο, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, ανακοίνωσε
αργότερα την δημιουργία νέων μηχανισμών για την αντιμετώπιση του
φαινομένου.
Ο Ντέιβιντ Μπαντούρσκι, του τομέα media του πανεπιστημίου του
Χονγκ Κονγκ, δήλωσε ότι τέτοιου είδους σχόλια βοηθούν στη
δημιουργία μίας ατμόσφαιρας στην οποία θα είναι ευκολότερος ο
περιορισμός της ισχύος των κοινωνικών δικτύων. Πολλοί χρήστες του
Ίντερνετ φοβούνται ότι αυτή η «εκστρατεία» θα οδηγήσει σε
περιορισμό της κριτικής στην κυβέρνηση και του σχολιασμού
«ευαίσθητων» υποθέσεων.
Στο άρθρο του Xinhua κάποιοι χρήστες κατηγορούνται για
δημιουργία και διάδοση σκανδαλωδών φημών για αξιωματούχους, καθώς
και για διάδοση φημών υπό το πρόσχημα του ενδιαφέροντος για την
κοινωνία, ενώ στην πραγματικότητα απλά θέλουν να δημιουργήσουν
προβλήματα. Κατά τον Μπαντούρσκι, «πρόκειται για έλεγχο των νέων.
Δημιουργείται μία ατμόσφαιρα όπου τίποτα δεν φαίνεται ή γίνεται
πιστευτό, και η κυβέρνηση απλά χρειάζεται να ανακοινώσει κάτι για
να πιστέψει ο κόσμος ότι δεν ισχύει».
Ο Μπιλ Μπίσοπ, αναλυτής διαδικτυακών θεμάτων, θεωρεί ότι αυτή η
τάση ενδεχομένως να αποτελεί την προαναγγελία μίας πολύ πιο
γενικευμένης «επίθεσης» εναντίον της διάδοσης φημών στο
Ίντερνετ.
Αυτοί που διαδίδουν φήμες μπορεί να τιμωρηθούν με πρόστιμο 500
γουάν (περίπου 59 ευρώ), ενώ αυτοί που δημιουργούν φήμες και
διαδίδουν ψευδείς πληροφορίες μπορεί να τιμωρηθούν με φυλάκιση έως
και πέντε ετών.
www.kathimerini.gr με πληροφορίες από Guardian