Εχουν αυξηθεί τα κρούσματα έμφυλης βίας ή απλώς τώρα τα ονοματίσαμε ως τέτοια ενώ ταυτοχρόνως ευαισθητοποιηθήκαμε πιο πολύ; Η συνάδελφος Τασούλα Καραϊσκάκη επισήμανε τις προάλλες ότι «η βία σκοτώνει τις γυναίκες 15-44 ετών περισσότερο από τον καρκίνο, τις επιδημίες και τα τροχαία» («Καθημερινή» 7.12.2018). Με αφορμή δε το φονικό της φοιτήτριας στη Ρόδο, έκανε μια μίνι καταγραφή των «γυναικοκτονιών» που «συγκλόνισαν την ελληνική κοινωνία» τα περασμένα χρόνια. Τότε μιλούσαμε για «στυγερά εγκλήματα» και όχι για «έμφυλη βία». Αλλά η ζωή προχωράει, οι θεωρήσεις αλλάζουν, νέες κατηγοριοποιήσεις γεννώνται, οι οποίες είναι πιο περιεκτικές από το γενικόλογο «άγριος φόνος».
Ορθώς λοιπόν εισήχθη στον δημόσιο διάλογο η έννοια της «έμφυλης βίας», αρκεί να μην ξεχνάμε ότι ο αποτροπιασμός οφείλεται στη βία και όχι στο φύλο θύτη και θύματος.
Το παραπάνω μοιάζει αυτονόητο, αλλά στην Ελλάδα δεν είναι. Κάποιοι που δηλώνουν αποτροπιασμό για την έμφυλη βία χειροκροτούν άλλες μορφές βίας, που τις βαφτίζουν «ταξική», «αντιφασιστική», «πολιτική» και δεν συμμαζεύεται. Πολλοί νιώθουν οργή για την αφέλεια της σταρ Ελλάς να πει «και ποια γυναίκα δεν έχει φάει χαστούκι;», αλλά χαρακτηρίζουν «δικαιολογημένη οργή» το κίνητρο αυτών που έκαναν μαύρο στο ξύλο τον κ. Κωστή Χατζηδάκη. Αλλοι ορθώς επισημαίνουν ότι μια γυναίκα πρέπει να μπορεί να κυκλοφορεί στον δρόμο όπως θέλει, αλλά «τι δουλειά είχε ο κ. Απόστολος Κακλαμάνης να περπατά αμέριμνος στην πλατεία Συντάγματος εν μέσω διαδήλωσης; Δεν ήξερε ότι θα προπηλακιστεί;» Πολλοί σωστά στηλιτεύουν το φριχτό κλισέ που ακολουθεί κάθε έμφυλο φονικό, «δεν είχε δώσει δικαιώματα», αλλά ακόμη διαχωρίζουν τα θύματα της «17 Νοέμβρη» στον αθώο Θάνο Αξαρλιάν και σε όλους τους άλλους. Λες και ο αείμνηστος Παύλος Μπακογιάννης «είχε δώσει δικαιώματα» για να βρίζουν ακόμη και τον τάφο του.
Ορθώς λοιπόν εισήχθη στη χώρα η έννοια της «έμφυλης βίας», αλλά και αυτή η εισαγωγή έγινε με τρόπο στραβό, τον «επαναστατικό». Στις δυτικές χώρες, που παρήγαγαν την εξειδίκευση, η βία καταδικάζεται απ’ όπου κι αν προέρχεται. Οι κατηγοριοποίηση γίνεται για την καλύτερη κατανόηση του φαινομένου και την εξάλειψή του.
Στην Ελλάδα πάλι και η «έμφυλη βία» χρησιμοποιείται ως δικαιολογία για ακόμη περισσότερη βία, εξ ου και οι απειλές στους δικηγόρους των κατηγορουμένων στο φονικό του Ζακ Κωστόπουλου, ή το σύνθημα που γράφτηκε στα φετινά επεισόδια της 6ης Δεκεμβρίου: «Αλέξη, Παύλο, Λούκμαν, Ζακ, ζείτε μέσα από τους αγώνες μας για τη συντριβή του κράτους και της εξουσίας». Αυτό εκ πρώτης όψεως μοιάζει με αχταρμά. Οι «Αλέξης, Παύλος, Λούκμαν, Ζακ» ήταν θύματα εγκληματικών ενεργειών με διαφορετικά κίνητρα. Αλλά είναι δηλωτικό της χρησιμοποίησης των φόνων για άλλους, πέραν της καταπολέμησης της βίας, σκοπούς. Δεν υπάρχει η χρήσιμη (για την κατανόηση του φαινομένου) κατηγοριοποίηση. Τα θύματα χρησιμοποιούνται χωρίς ενδοιασμούς «για τη συντριβή του κράτους και της εξουσίας».
Λένε ότι οι μισές αλήθειες είναι ολόκληρα ψέματα. Το ίδιο ισχύει και με τις μισές καταδίκες της βίας. Οταν κάποιος δικαιολογεί τη μία μορφή βίας για τον Α σκοπό δίνει το ελεύθερο σε κάποιον άλλο να δικαιολογήσει μια άλλη μορφή βίας για τον Β σκοπό, τον οποίο μπορεί επίσης να θεωρεί «επαναστατικό». Η βία απ’ όπου κι αν προέρχεται (ας σκεφθούμε προς στιγμήν πόσο έχει χλευαστεί αυτό!), σε ό,τι κι αν αποσκοπεί, είναι πάντα απεχθής. Η δε καταδίκη της είτε θα είναι καθολική είτε υποκριτική.