Ο Αλέκος Φλαμπουράρης είναι το μόνο στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ που μπορεί να συγκρίνει τον εαυτό του με τα θύματα της τρομοκρατίας. Είναι η μόνη εξαίρεση που κάμπτει τον κανόνα ότι οι αντιεξουσιαστές εξαιρούν από τη δράση τους την παρούσα εξουσία. Ο υπουργός Επικρατείας επικαλέστηκε χθες στη Βουλή την ιδιότητα του θύματος. Οχι όμως για να υπογραμμίσει την ετοιμότητά του, ως ομοιοπαθής, να συμπαρασταθεί, αλλά για να κριτικάρει την αντιπολίτευση που «κάνει θέμα» την επίθεση κατά του ΣΚΑΪ και της «Καθημερινής».
Η συζήτηση είχε αρχίσει να κακοφορμίζει από τις πρώτες ώρες, χαμένη στα ρευστά όρια μεταξύ θεμιτής πολιτικής κατά των media και αθέμιτης υπονόμευσής τους. Στα όρια μεταξύ επιχειρησιακής ανεπάρκειας στη δημόσια τάξη και ηθελημένης ανοχής σε ένα είδος εγκληματικότητας που διεκδικεί πολιτικό πρόσημο.
Τα θέματα, όμως, που μπορούσε κανείς να «κάνει θέμα» ακόμη και πριν από τη βόμβα ήταν δύο: Η κυβερνητική πολιτική απέναντι στα media. Και η κυβερνητική στάση απέναντι στην απόφυση εκείνη της Αριστεράς που ομνύει στη βία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ λέει ότι αντιπολιτεύεται τα media που τον αντιπολιτεύονται, όπως κάθε κυβέρνηση. Ομως δεν κάνει μόνο αυτό. Ηδη πριν από την ανάρρησή του στην εξουσία είχε προσπαθήσει να αποδομήσει τα παλιά μέσα ενημέρωσης.
Τώρα, που οι «κούριερ» και οι πρακτικές τους έρχονται στην επιφάνεια, επιβεβαιώνεται ακόμη πιο καθαρά πώς, με πρόσχημα τη νομιμότητα, επιχειρήθηκε να στηθεί ένα νέο φιλοσύριζα σύστημα. Παρά τις, ενίοτε φαρσικές, αποτυχίες του, η εκστρατεία έχει φέρει αποτελέσματα – που μπορεί κάποιος να τα διαπιστώσει κάνοντας ζάπινγκ στα δελτία ειδήσεων. Ενώ όμως το Μαξίμου έστηνε σύστημα, διατηρούσε ταυτόχρονα την αντισυστημική πολεμική του εναντίον των Μέσων που δεν βρέθηκαν οικονομικά ευάλωτα ή πολυμετοχικώς διασπασμένα και δεν ενέδωσαν.
Στο άλλο πεδίο, της στάσης έναντι του αντιεξουσιαστικού χώρου, δεν χρειάζεται να δικάσει κανείς τις προθέσεις της κυβέρνησης. Δεν χρειάζεται να υιοθετήσει τις θεωρίες περί συγγενικής ανοχής ή τις ακόμη χειρότερες περί σκόπιμης επώασης μιας συνιστώσας πολιτικών δολιοφθορών. Αρκεί να αναρωτηθεί: Πώς έχει αλλάξει σήμερα η κατάσταση σε σύγκριση με τον Ιανουάριο του 2015; Είναι σήμερα μικρότερα ή μεγαλύτερα τα δίκτυα του χώρου – λιγότερα ή περισσότερα τα μέσα και τα ορμητήριά του;
«Προβοκατόρικα» ή «ορθόδοξα», τα δέκα κιλά εκρηκτικής ύλης δεν διαμόρφωσαν, αλλά εξέθεσαν την ήδη παγιωμένη πραγματικότητα στη δημόσια σφαίρα και στο πεζοδρόμιο: Η μακρά τετραετία που κλείνει τώρα διάβρωσε διά της χολής όλους τους κώδικες της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας. Και καταλείπει στην επόμενη κυβέρνηση μια εστία αποσταθεροποίησης – μια μειοψηφία που δεν έχει μεν κοινωνικό έρεισμα. Εχει όμως ασύμμετρη εμπρηστική ισχύ. Αυτό –η γνήσια προβοκάτσια– θα είναι μετεκλογικά το «θέμα».