Το πρόβλημα σήμερα του κάθε Ελληνα (είτε έχει τις δυνατότητες να το συνειδητοποιήσει είτε δεν τις έχει) είναι ένα: Πώς θα μπορέσει να καταλυθεί η ντροπή του «πελατειακού κράτους» των κομμάτων, με δημοκρατικές διαδικασίες και όχι με δικτατορία.
Αν θέλουμε να μιλάμε ρεαλιστικά (να έχουν αντίκρισμα πραγματικότητας αυτά που λέμε), το ερώτημα πρέπει να είναι: Πώς με κοινοβουλευτισμό συνεπή στις αρχές του, μπορούμε να ανατρέψουμε μια κατεστημένη έκφανση δικτατορίας, όπως το «πελατειακό κράτος» στην Ελλάδα;
Αν η λέξη δικτατορία σημαίνει τη φίμωση της λαϊκής βούλησης, την αυθαιρεσία μιας ανεξέλεγκτης εξουσίας ολίγων, τότε το «πελατειακό κράτος» είναι η αναιδέστερη όλων των μορφών δικτατορίας. Διότι δεν φιμώνει με τη βία τη βούληση των πολιτών, την εξαγοράζει. Ανταλλάζει τη σκέψη, την κρίση, την ευθύνη του πολίτη (δηλαδή την ίδια την ανθρωπιά του) με τον ισόβιο, ανέμελο, συχνά και άεργο, βιοπορισμό του.
Το «πελατειακό κράτος» καταργεί όχι μόνο τα «δημοκρατικά δικαιώματα» του πολίτη, την ευθύνη επιλογής των αρχόντων του, αλλά και τα «κοινωνικά» του δικαιώματα: τις προϋποθέσεις κάλυψης βασικών αναγκών του από θεσμούς που λειτουργούν με κριτήρια κοινής ωφέλειας και όχι ατομικής κερδοσκοπίας. Το «πελατειακό κράτος» της κομματοκρατίας μεταβάλλει τους κρατικούς λειτουργούς σε παρασιτική μάζα αργόσχολων και οριστικά στερημένων από κάθε δημιουργική πρωτοβουλία ανθρώπων. Και καμιά κυβέρνηση δεν διανοήθηκε ποτέ να αλλάξει τις προϋποθέσεις και συνθήκες αυτού του ανθρώπινου εκπεσμού.
Στις απαρχές του ο θεσμός της δημοσιοϋπαλληλίας θεωρήθηκε (και ήταν) μεγάλη κοινωνική κατάκτηση, αυτονόητη καύχηση να εξασφαλίζει το κράτος στους πολίτες την ικανοποίηση των βασικών αναγκών: ύδρευση, ηλεκτροδότηση, οδικό δίκτυο, τρένα, λιμάνια και αεροδρόμια, ακτοπλοϊκές και αεροπορικές συγκοινωνίες, ταχυδρομεία, ιατρική και νοσοκομειακή περίθαλψη, έλεγχο της υγιεινής των τροφίμων, σχολική εκπαίδευση, κρατικά πανεπιστήμια όπου η κοινωνία είχε τη δυνατότητα να εκπαιδεύει τα στελέχη της και όχι να πουλιέται η γνώση και η έρευνα σαν εμπόρευμα χρηστικό, ακριβοπληρωμένο, προσιτό σε λίγους.
Ολη αυτή η θαυμαστή ανάπτυξη του κοινωνικού κράτους έχει σήμερα υποκατασταθεί από μια ξέφρενη υστερία απεμπόλησής του, μετατροπής των κοινωνούμενων αναγκών σε πεδία οικονομικής αποκλειστικά συναλλαγής, πεδία «ελευθερίας των αγορών», τυφλής, φανατικά μονόδρομης κερδοσκοπίας. Δεν ενδιαφέρει η κοινωνία των αναγκών, η σμίλευση της ανθρώπινης ποιότητας και καλλιέργειας μέσα από αυτή την κοινωνία, ενδιαφέρει μόνο η ζούγκλα της αντιμαχίας για το κέρδος. Ακόμα και οι ιατρικές Πρώτες Βοήθειες κοστολογούνται με ταρίφες.
Και γιατί αυτός ο εφιαλτικός παλιμβαρβαρισμός, η υποκατάσταση της έλλογης σχέσης από την κατασφαλιστική του εγώ συναλλαγή; Διότι, στην Ελλάδα τουλάχιστον, το «κοινωνικό κράτος» απέτυχε. Το υπονόμευσε η μεθοδευμένη άρνηση να λειτουργήσει ο δημόσιος υπάλληλος ως κοινωνικός λειτουργός. Το κομματικό, «πελατειακό» κράτος θέλησε τον δημόσιο υπάλληλο αποκλειστικά ή πρωτίστως εξαγορασμένο ψηφοφόρο, μόνιμα αγκυροβολημένον σε κάποια κομματική αγέλη, να ψηφίζει σταθερά και διά βίου, με όλη του την οικογένεια, τους ευεργέτες του.
Ολόκληρη η Ελλάδα ψηλάφησε, πέρυσι το καλοκαίρι, στο Μάτι, τον φρικώδη εφιάλτη της ανυπαρξίας κράτους. Ψηλαφεί με ανατριχίλα ανάλογους εφιάλτες κάθε χρόνο, δεκαετίες τώρα – καίγονται δάση και οικισμοί, ζούμε πνιγμούς και καταστροφές αυθαίρετων χτισμάτων σε μπαζωμένα ρέματα, η Δικαιοσύνη λειτουργεί με ρυθμούς λιποθυμικής νωχέλειας, Δημόσια Τάξη είναι μόνο ένας ευφημισμός. Λογικά δεν πρέπει να υπάρχει Ελληνας άγευστος των βασανιστικών συνεπειών της ανυπαρξίας κράτους. Ομως η κοινωνική έκρηξη που θα έβαζε τέλος στο «πελατειακό κράτος», στη χυδαία εξαπάτηση των πολιτών από τις κομματικές συντεχνίες, δεν έχει ακόμα υπάρξει.
Το κομματικό πελατειακό κράτος εξαγοράζει την ψήφο του πολίτη με τον διορισμό του στο Δημόσιο. Χωρίς αξιολόγηση, χωρίς κρίση, χωρίς συνεχή αποτίμηση της προσφοράς του. Και αυτή η αφετηριακή ατιμία, ως συστατικό – καταγωγικό της δημοσιοϋπαλληλίας δεδομένο, ταύτισε τη λογική του κοινωνικού λειτουργήματος με την ιδιοτέλεια. Ετσι προέκυψε η χρόνια γάγγραινα της ελληνικής κοινωνίας: ο συνδικαλισμός των δημοσίων υπαλλήλων. Απαγορευμένος από το Σύνταγμα (αδιανόητο να απεργούν για να εκβιάσουν το κοινωνικό σώμα, αυτοί που εκούσια επέλεξαν να το διακονήσουν), αλλά, πολύ γρήγορα, οι συνδικαλισμένοι του Δημοσίου αναδείχθηκαν οι πλέον έξαλλοι διεκδικητές της αυθαιρεσίας και αναξιοκρατίας.
Οσο άρρηκτα συνδέεται το «πελατειακό κράτος» με το ιστορικό τέλος του Ελληνισμού, άλλο τόσο και ο «συνδικαλισμός» του Δημοσίου. Δέκα χρόνια η κοινωνία βυθίζεται στον ιλιγγιώδη στρόβιλο της ιστορικής εξαφάνισης, αλλά κανείς μας δεν τολμά να ρωτήσει: Ποια ποσά ξοδεύονται, ακόμα σήμερα, για τη «συνταξιοδότηση» των άλλοτε ηγεσιών του συνδικαλισμού της δημοσιοϋπαλληλίας; Πόσοι είναι οι κατ’ εξοχήν προνομιούχοι του «πελατειακού κράτους», που με δεκαπέντε ή δέκα ή και λιγότερα χρόνια «δουλειάς» στις «Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας» (ΔΕΗ, ΟΤΕ, ΕΥΔΑΠ, ΟΣΕ, «Ολυμπιακή») συνταξιοδοτούνται για τα υπόλοιπα πενήντα ή εξήντα χρόνια της επιβίωσής τους. Το ερώτημα τίθεται, όχι για αναδρομική δικαιοκρισία, αλλά μόνο για την απάντηση στην απορία: Γιατί να μην αποδημήσουν από αυτόν τον κατεστημένο εφιάλτη παιδιά και εγγόνια, ακόμα και των δοσιλόγων υπαίτιων;