Γιώργος Παπαλιός*: Πρόωρα βέλη
Το 2008, ο Κώστας Γαβράς γύρισε το πρώτο μέρος της ταινίας «Παράδεισος στη Δύση», για το ταξίδι ενός μετανάστη προς την Ευρώπη, στην Κρήτη. Οι παραγωγοί της ταινίας έλαβαν 500.000 ευρώ από το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, όταν ο προϋπολογισμός του Κέντρου για ταινίες ήταν τότε 2.500.000 ευρώ. Κανείς τότε δεν διαμαρτυρήθηκε για τα χρήματα που δόθηκαν και ο κ. Γαβράς τιμήθηκε από κινηματογραφιστές και πολιτικούς στην πρεμιέρα που έκανε η Odeon στο Μέγαρο Μουσικής.
Γιατί, λοιπόν, στοχοποιήθηκε ο αγαπημένος και σπουδαίος αυτός σκηνοθέτης για τη νέα του ταινία και την κρατική χρηματοδότηση που έλαβε; Για δύο λόγους: Πρώτον, γιατί η ταινία είναι «βασισμένη στο βιβλίο του Βαρουφάκη» και, δεύτερον, γιατί θα πάρει 600.000 ευρώ από τη φτωχή Ελλάδα.
Ομως, την κρατική στήριξη δεν τη λαμβάνει ο Κώστας Γαβράς, αλλά η εταιρεία παραγωγής της ταινίας, αφού αποδείξει πόσα χρήματα δαπάνησε στην Ελλάδα. Ο νόμος που δίνει επιστροφή 35% σε ξένες ταινίες που παράγονται στην Ελλάδα είναι πολύ καλός: Θα προσελκύσει πολλές ξένες παραγωγές, δημιουργώντας θέσεις εργασίας και διαφημίζοντας τη χώρα μας σε όλον τον κόσμο. Αντίστοιχους νόμους έχουν όλες οι χώρες που θέλουν να προσελκύσουν εταιρείες παραγωγής. Η Ελλάδα, με τα μοναδικά τοπία της, το ελληνικό φως, τις αρχαιότητες και την ασφάλεια που παρέχει, μπορεί να γίνει μαγνήτης για τον διεθνή κινηματογράφο – ήδη έχουν εγκριθεί 23 εκατ. ευρώ για 30 ταινίες. (Η ειρωνεία είναι ότι τα προηγούμενα χρόνια, όταν ζητούσαμε να νομοθετηθεί κάτι αντίστοιχο, οι αριστεροί του χώρου ήταν αρνητικοί, με το επιχείρημα ότι «δεν θα γίνουμε οι Φιλιππινέζες των Αμερικανών».)
Ως προς το θέμα που επέλεξε ο σκηνοθέτης, δεν γνωρίζω το σενάριο και πώς θα παρουσιάσει τα γεγονότα της εποχής, γνωρίζω όμως τον άνθρωπο Γαβρά, το ήθος του, τα πιστεύω του και τις ταινίες του. Είμαι σίγουρος ότι θα μετανιώσουν όσοι τον κατηγορούν σήμερα.
Ας αγκαλιάσουν, λοιπόν, όλες οι κυβερνήσεις τον νόμο αυτό που, μαζί με την κινηματογραφική επιτροπή (film commission) του ΕΚΚ για την προσέλκυση διεθνών παραγωγών, θα δώσει τεράστια ώθηση στην Ελλάδα ως προορισμό κινηματογραφικών ταινιών. Την ταινία θα την κρίνουμε όταν ολοκληρωθεί.
* Ο κ. Γιώργος Παπαλιός είναι πρώην πρόεδρος του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου.
Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος*: Αμφιλεγόμενη επιλογή
Το πολιτικό σινεμά, ιδίως εκείνο που στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα, ενέχει εξ ορισμού μιαν αντίφαση: δεν είναι ούτε ντοκιμαντέρ ούτε μια επινοημένη ιστορία (μυθοπλασία). Το κυριότερο είναι ότι σχεδόν πάντα έχει μια ιδεολογική θέση, ρητή ή άρρητη – μας δίνει αναγκαστικά την υποκειμενική θέαση του σκηνοθέτη απέναντι σε μια πολιτική κατάσταση και στην Ιστορία.
Οχι φυσικά ότι δεν έχουμε δει εξαιρετικές ταινίες αυτού του είδους (π.χ. «Ολοι οι άνθρωποι του προέδρου» του Αλαν Πάκουλα), αλλά είναι δεδομένο ότι ο δημιουργός που αποφασίζει να υπηρετήσει ένα τέτοιο είδος, οφείλει να είναι έτοιμος να κάψει τη γούνα του – για το καλό ή για το κακό. Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν δικαιούται να είναι απροετοίμαστος για την όποια κριτική δεχθεί από όσους βρίσκονται στην απέναντι πλευρά. Η πολιτική δεν ήταν ποτέ για ευαίσθητα στομάχια.
Αυτό ακριβώς είναι που συμβαίνει το τελευταίο διάστημα με την επικείμενη ταινία του Κώστα Γαβρά, η οποία έχει θέμα της τα δραματικά γεγονότα στην Ελλάδα του 2015, βασισμένη στο περιβόητο βιβλίο-ντοκουμέντο του τότε υπουργού Οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη. Ο Γαβράς έκανε μια ριψοκίνδυνη επιλογή, κι έχει προφανώς κάθε δικαίωμα να καταπιάνεται με ένα τόσο φορτισμένο θέμα ως μεγάλος σκηνοθέτης: η τέχνη είναι για τα δύσκολα, όχι για να μας κολακεύει. Ωστόσο, δυσκολεύομαι να φανταστώ ότι δεν ανέμενε αντιδράσεις. Μιλάμε εδώ για ένα πραγματικό δράμα που έζησε μια ολόκληρη χώρα και οι άνθρωποί της, σε μια συγκυρία όπου παίχτηκαν το μέλλον της και η επιβίωσή της, με τις μνήμες να είναι μάλιστα πολύ νωπές και, θα έλεγα, τραυματικές. Δεν πρόκειται καν για «ιστορία» αλλά για μια ζώσα μνήμη, με τους πρωταγωνιστές εκείνου του δράματος να είναι ακόμη στην εξουσία, και τον συγγραφέα να είναι ένας κοσμοπολίτης διανοούμενος και αρχηγός κόμματος, ο οποίος κάνει –στη βάση εκείνης της φήμης του– διεθνή καριέρα. Δεν έχουμε να κάνουμε, δηλαδή, με κάποια θύματα της Ιστορίας, αλλά με πολιτικά πρόσωπα με συγκεκριμένες στρατηγικές.
Πώς θα τα αναδείξει αυτά η τέχνη, το περιμένουμε με ενδιαφέρον. Αλλά θεατές και πολίτες έχουν κάθε δικαίωμα να εκδηλώνουν το συναίσθημά τους για επιλογές των οποίων οι ίδιοι υπήρξαν όντως θύματα.
* Ο κ. Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος είναι καθηγητής Πολιτικής Ιστορίας και γραμματέας σύνταξης της «Νέας Εστίας».