Αν δεν υπήρχε ο Φλαμπουράρης, στον ΣΥΡΙΖΑ δεν θα δυσκολεύονταν να τον επινοήσουν. Ακούγοντάς τον κανείς να μιλάει –να μπεγλερίζει νωθρά τις συλλαβές στον ουρανίσκο του– είναι σαν να ξαναβρίσκει την παλιά Αριστερά. Την Αριστερά που δεν είχε κυβερνήσει ποτέ και δεν έφταιγε για τίποτε – παρά μόνο για τα ξεχειλισμένα τασάκια στο τραπέζι.
«Ηταν ανάγκη να χάσετε;» Σαν να λέμε, ήταν ανάγκη να πασάρει· δεν μπορούσε να πλασάρει μόνος του από εκεί; Ο λόγος του Φλωμπέρ και η φυσικότητα με την οποία γελάει αυτοδιακωμωδούμενος με τις αποφάνσεις του είναι δανεισμένος από το Καφενείο των Φιλάθλων. Το ύφος όμως λειτουργεί σαν καμουφλάζ. Τα τεσσεράμισι χρόνια του Φλαμπουράρη στην εξουσία έδειξαν ότι πίσω από την πρόσοψη του καφενείου μπορούσε να εργάζεται ένας δραστήριος διεκπεραιωτής.
Εμαθε κάτι κυβερνώντας ο ΣΥΡΙΖΑ; Η ερώτηση σχεδόν ισοδυναμεί με την άλλη που το κόμμα δυσκολεύεται να θέσει στον εαυτό του – και ο Φλαμπουράρης τη θεωρεί περιττή: Γιατί έχασε ο ΣΥΡΙΖΑ; Τι μπορεί να μάθει από την ήττα του;
Είτε τη διατυπώνει έτσι είτε όχι, η αξιωματική αντιπολίτευση δίνει σποραδικά δείγματα για το πώς αντιλαμβάνεται το κυβερνητικό παρελθόν της και την εκλογική του έκβαση. Χονδρικά, η ιδέα που έχει ο ΣΥΡΙΖΑ για τον εαυτό του συνοψίζεται ως εξής: Η κωλοτούμπα ήταν αποτέλεσμα αντικαπιταλιστικού ρομαντισμού – κάτι πολύ καλό για να αποδειχθεί αληθινό. Η μετακωλοτουμπική πολιτική –υπερπλεονάσματα για διανομή κοινωνικών επιδομάτων– ήταν η σωστή, αλλά δεν προλάβαμε να μοιράσουμε αρκετά. Η διαχείριση στο εσωτερικό παίγνιο εξουσίας –μιντιακά και επιχειρηματικά συμφέροντα– ήταν «ηθική», αλλά άτολμη. Χρειαζόταν περισσότερος ρασπουτινοπολακισμός.
Οι παραδοχές αυτές προκαθορίζουν και το περιεχόμενο της δογματικής «μετεξέλιξης» του ΣΥΡΙΖΑ. Το κόμμα «σκέφτεται» και μιλάει πάνω στις ίδιες γραμμές: Παραδοσιακός αντινεοφιλευθερισμός (κάτω τα χέρια από τα συνδικάτα). Κρατικώς διευθυνόμενη οικονομία (πρώτα αυξάνουμε τους μισθούς και μετά έρχεται η ανάπτυξη). Αντισυστημισμός (φταίνε τα media που δεν μας παίζουν).
Σε αυτά, πρέπει κανείς να αθροίσει και την περιχαράκωση σε ατζέντα μικρού ΣΥΡΙΖΑ στην ασφάλεια, στο μεταναστευτικό και στην εκπαίδευση.
Η υπαρξιακή ερώτηση που ο Φλαμπουράρης θεωρεί ανώφελη έχει ήδη απαντηθεί. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει την τύχη να παίζει χωρίς ανταγωνιστή στην αντιδεξιά ψήφο. Το ΚΙΝΑΛ τον ανταγωνίζεται μόνο σε ντεμέκ νεοσυριζαϊσμό (το ανακοινωθέν για μητσοτακική «προβοκάτσια» στην απεργία είναι η τελευταία ψηφίδα απονενοημένης συριζοποίησης του ΚΙΝΑΛ).
Ο ΣΥΡΙΖΑ αναγνωρίζει ως πρόκληση «μετεξέλιξης» μόνο την οργανωτική –δηλαδή τη γραφειοκρατική του– ανασυγκρότηση. Προγραμματικά αυτοδικαιώνεται, προεξοφλώντας ότι θα μείνει ανεξέλικτος. Δηλαδή μειοψηφικός.