Το σχέδιο της επιτροπής Πισσαρίδη δεν είναι σχέδιο μόνο του Πισσαρίδη. Η προσωποποίηση, όμως, βοηθάει πάντα όταν θέλουμε να «κάνουμε πολιτική». Βοηθάει να βρίσκεται πάντα ένα πρόσωπο, ώστε να λειτουργήσει σαν προπαγανδιστική κρεμάστρα που θα σηκώσει το μήνυμά σου. Στην περίπτωση του αναπτυξιακού σχεδίου, που η κυβέρνηση παράγγειλε ενόψει των ενισχύσεων του Ταμείου Ανάκαμψης, το πρόσωπο ενδείκνυται γιατί δεν είναι τόσο οικείο. Είναι κάπως εξωτικό για τα εγχώρια πολιτικά πράγματα. Είναι ευάλωτο στην υποψία του άσπλαχνου ελιτισμού.
Δεν είναι το μόνο γνώριμο κλισέ που επιστρατεύεται στην καταχρηστική υποδοχή του σχεδίου. Το άλλο ρεφλέξ είναι η προσπάθεια διέγερσης της αντισυστημικής καχυποψίας κατά των «καθηγητών». Οι περγαμηνές του καθηγητή στρέφονται εναντίον του. Ακόμη και το Νομπέλ είναι σύμφωνα με την κομματική εφημερίδα «περιτύλιγμα».
Ο –όχι και τόσο βαθύς– υπαινιγμός είναι ότι οι (δεκάδες) συντάκτες της έκθεσης χορήγησαν και τους επιστημονικούς τίτλους τους στην κυβέρνηση. Εκείνη έγραψε, εκείνοι απλώς υπέγραψαν.
Τα υποκείμενα μοτίβα –όπως λέμε υποκείμενα νοσήματα– είναι δύο. Πρώτον, η πανδημία είναι το πρόσχημα. Το επαναλαμβάνει διαρκώς η αντιπολίτευση. Στο αφήγημά της προϋπήρχε μια νεοφιλελεύθερη συνωμοσία, η οποία καβαλάει τώρα τον ιό για να επιβληθεί. Ως νεοφιλελευθερισμός βαπτίζεται συλλήβδην ό,τι απειλεί το status quo.
Το δεύτερο μοτίβο είναι ότι η πολιτική δεν πρέπει να αφήνεται στους τεχνοκράτες – παρά μόνο στους επαγγελματίες πολιτικούς. Εδώ ο συνειρμός είναι αυτόματος. Τεχνοκράτες ίσον τροϊκανοί. Κατασκευάζεται αβίαστα ένα υποκατάστατο της λαομίσητης έξωθεν επιβολής.
Ενα τέτοιο ψευτομνημόνιο το έχουν ανάγκη εκείνοι που μπορούν να υπάρξουν μόνον ως αντιμνημονιακοί. Το έχουν ανάγκη όσοι, όταν υποτίθεται ότι έφθασαν στην Ιθάκη των δανειακών καταναγκασμών, δεν είχαν τίποτε θετικό να προτείνουν, παρά την ανακύκλωση της χολής.
Ταιριάζει εδώ μια παραβολή. Στα φρέσκα απομνημονεύματά του, ο Ομπάμα διηγείται την επίπληξη που δέχθηκε από τον σύμβουλό του, Ντέιβιντ Αξλροντ, ύστερα από μια αποτυχημένη επίδοσή του σε ένα ντιμπέιτ. «Το πρόβλημά σου είναι ότι απαντάς σε αυτό που σε ρωτάνε», είχε πει στον άπειρο Ομπάμα ο Αξλροντ. Πρέπει να κάνεις στην αρχή ότι απαντάς, και μετά απλώς να λες το ποίημά σου – να μεταδίδεις τα συναισθήματα που θέλεις. «Μα αυτά είναι bullshit», διαμαρτυρήθηκε ο Ομπάμα. «Ακριβώς! Τι νόμιζες ότι κάνουμε;».
Η πολιτική που δεν έχει αίσθηση αυτάρκειας· που παραγγέλνει σε τρίτους, έξω από τη φούσκα του πολιτικού ανταγωνισμού, σχέδια· που φοβάται τα μπλοκάκια και τους λογαριασμούς· αυτή η πολιτική είναι, στη γλώσσα του Ομπάμα, no bullshit politics. Λίγο δύσπεπτη, λίγο βαριά σε νούμερα, λίγο δύσκολο να συγκινήσει· αλλά πάντως χωρίς bullshit.