Ο Πολ Σαρμπάνης ήταν μία από τις πλέον εξέχουσες φυσιογνωμίες του Ελληνισμού. Αν δεν τον ήξερες μπορούσες να αποκομίσεις την εντύπωση πως επρόκειτο για έναν «ήσυχο», ίσως και αδιάφορο άνθρωπο. Μεγάλο λάθος. Ο Σαρμπάνης ήταν αυτό που θα αποκαλούσαμε ήρεμη δύναμη. Οταν μιλούσε σε διάφορες ακροάσεις της Γερουσίας, έβλεπες τον σεβασμό με τον οποίο τον παρακολουθούσαν οι νεότεροι συνάδελφοί του, ανεξαρτήτως σε ποιο κόμμα ανήκαν. Στις συνεντεύξεις που έχει δώσει, η αγαπημένη του φράση ήταν: «Μπορείς να πετύχεις πάρα πολλά, εάν αφήσεις τους άλλους να πάρουν τις δάφνες για την επιτυχία».
Σταθερός φίλος και σύμμαχος της Ελλάδας, δεν έκανε ποτέ πίσω, ακόμη και όταν κάποια ελληνική κυβέρνηση δυσκόλευε πολύ την επιχειρηματολογία του. Οταν ο Ανδρέας Παπανδρέου ήλθε, για παράδειγμα, στην εξουσία, βρέθηκε αντιμέτωπος με το φιλοϊσραηλινό λόμπι που μοίραζε φωτογραφίες αγκαλιά με τον Αραφάτ. Ο Σαρμπάνης, ψύχραιμος, συνέχισε να υπερασπίζεται τις ελληνικές θέσεις υιοθετώντας την περίφημη φράση του βετεράνου πρέσβη Μόντι Στερνς: «Κοιτάξτε τι κάνει, όχι τι λέει ο Ανδρέας».
Ο Ελληνοαμερικανός γερουσιαστής είχε σημαντική επιρροή στο αμερικανικό πολιτικό στερέωμα. Λειτούργησε σαν μέντορας για πάρα πολλούς Ελληνοαμερικανούς, και μη, νέους που εργάζονταν σε γραφεία μελών του Κογκρέσου ή καμπάνιες υποψηφίων. Εμαθαν πολλά από αυτόν για το Κυπριακό και το Αιγαίο, την Ελλάδα και την ιστορία της. Σήμερα, που πολλοί από αυτούς έχουν φτάσει πολύ ψηλά στην πολιτική ή στη δημοσιογραφία, μιλούν για τον Σαρμπάνη με απεριόριστη εκτίμηση. Στάθηκε δίπλα στον φίλο του Μάικλ Δουκάκη όταν διεκδικούσε την προεδρία και μαζί με τον Πολ Τσόγκα ήταν η dream team των Ελληνοαμερικανών πολιτικών.
Κάθε φορά που χρειάσθηκε έδινε τη μάχη για τη διατήρηση της ισορροπίας του 7:10 στη χορήγηση αμερικανικής βοήθειας προς την Ελλάδα και την Τουρκία. Χαρακτηριστική είναι η αφήγηση ενός Ελληνα διπλωμάτη, ο οποίος δυσκολευόταν να πείσει έναν γερουσιαστή για κάποιο θέμα. Στο τέλος της συζήτησης ο Αμερικανός πολιτικός είπε στον Ελληνα: «Να ξέρετε πάντως, εγώ θα κάνω ό,τι μου πει ο Πολ σε αυτό το θέμα».
Οταν τα πράγματα ζόριζαν, ο εκάστοτε Ελληνας πρωθυπουργός ήξερε ότι μπορούσε να σηκώσει το τηλέφωνο και να πάρει μια στέρεη συμβουλή. Ο Σαρμπάνης συνέχισε να ενδιαφέρεται για τα ελληνικά πράγματα μέχρι το τέλος. Τον συγκινούσε το γεγονός πως Ελληνες πολιτικοί και άλλοι επισκέπτες στην Ουάσιγκτον έκαναν τον κόπο να πάνε μέχρι τη Βαλτιμόρη για να τον συναντήσουν και μετά τη συνταξιοδότησή του. Ας ελπίσουμε πως η κληρονομιά του θα λειτουργήσει σαν πρότυπο και έμπνευση για μια νέα γενιά ομογενών που δραστηριοποιούνται στη δημόσια ζωή στις ΗΠΑ και παντού.