Νομίζαμε πως όσα ζήσαμε εδώ, κατά το θλιβερό καλοκαίρι των «Αγανακτισμένων», δεν θα μπορούσαν να συμβούν αλλού. Πιστεύαμε ότι ήταν χαρακτηριστικό της ελληνικής ιδιαιτερότητας. Τελικώς όμως δικαιώθηκε ο Μαρκ Μαζάουερ που έγραψε παλαιότερα: «Για να κατανοήσεις το μέλλον της Ευρώπης, χρειάζεται να στραφείς μακριά από τις μεγάλες δυνάμεις στο κέντρο της ηπείρου και να κοιτάξεις προσεκτικά όσα συμβαίνουν στην Αθήνα. Τα τελευταία 200 χρόνια η Ελλάδα ήταν στην πρώτη γραμμή της εξέλιξης της Ευρώπης (…) Στη δεκαετία του 1820 (…) η Ελλάδα έγινε ένα πρώιμο σύμβολο δραπέτευσης από τη φυλακή της αυτοκρατορίας. Η νίκη θα σήμαινε τον θρίαμβο της ελευθερίας όχι μόνο επί των Τούρκων αλλά και επί όλων των δυναστών που κρατούσαν υπόδουλους τόσο πολλούς Ευρωπαίους. (…) Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Ελλάδα άνοιξε και πάλι τον δρόμο για το μέλλον της Ευρώπης. Μόνο που τώρα ήταν η σκοτεινή πλευρά της δημοκρατίας. (…) Η ελληνοτουρκική ανταλλαγή των πληθυσμών ήταν η μεγαλύτερη οργανωμένη μετακίνηση προσφύγων στην Ιστορία μέχρι τότε. (…) Τον χειμώνα του 1940-41 ήταν η πρώτη χώρα που αντεπιτέθηκε αποτελεσματικά κατά των δυνάμεων του Αξονα. (…) Μόλις λίγα χρόνια μετά την ήττα του Χίτλερ, η Ελλάδα βρέθηκε ξανά στο επίκεντρο της Ιστορίας, ως μέτωπο του Ψυχρού Πολέμου (…). Προανήγγειλε επίσης (μαζί με τη μετάβαση της Ισπανίας και της Πορτογαλίας στη δημοκρατία την ίδια εποχή) το παγκόσμιο κύμα εκδημοκρατισμού της δεκαετίας του 1980 και του ’90…». (Democracy’s Cradle, Rocking the World, New York Times, 29.7.2011).
Σε αυτήν την παράθεση πρέπει να προσθέσουμε ότι πρώτα στην Ελλάδα, πριν από δέκα χρόνια, τον Ιούνιο του 2011, επιχειρήθηκε εισβολή του όχλου στην ελληνική Βουλή. Η εγχώρια εισβολή δεν τελεσφόρησε επειδή η αστυνομία, σε αντίθεση με εκείνη της Ουάσιγκτον, έκανε τη δουλειά της. Απώθησε τους εισβολείς διά ρίψης (υπερβολικών) δακρυγόνων, που δυστυχώς έπληξαν και ειρηνικούς διαδηλωτές, με αποτέλεσμα η υπεράσπιση του Κοινοβουλίου να βαφτιστεί «άγρια καταστολή».
Πέραν όμως των ομοιοτήτων στο επιχειρησιακό σκέλος (είδαμε κρεμάλες έξω και από το Καπιτώλιο), το τρομακτικότερο ίσως κοινό στοιχείο είναι το σκεπτικό πίσω από τις δύο επιθέσεις: η πεποίθηση των εισβολέων ότι «υπερασπίζονται τη δημοκρατία» και το Σύνταγμα· η πίστη πως υπάρχει μια δαιμονική ελίτ που προσπαθεί να κλέψει τα δίκια του λαού· η αδιαφορία για κάθε πραγματολογικό στοιχείο και για κάθε λογικό επιχείρημα, είτε αυτό αφορούσε την πραγματική οικονομική κατάσταση της χώρας είτε την καταμέτρηση των ψήφων. Τέλος, υπάρχει η διάχυτη δυσθυμία για τη λειτουργία του πολιτικού συστήματος· εντελώς δικαιολογημένη, ασχέτως αν εκφράζεται με λάθος τρόπο και τελικώς διογκώνει τα προβλήματα και τις δυσλειτουργίες της δημοκρατίας, αντί να απαλύνει τις αγωνίες τους.