Ανοίγουν «Ομπρέλες» στο συριζέικο. | Λογικό, αφού έχει αρχίσει βροχή «μανιφέστων» από τις διάφορες τάσεις, διαστάσεις και εκτάσεις που τανύζονται στο εσωτερικό του. | Πολύ δύσκολα αντέχει κανείς να διαβάσει ως το τέλος αυτά τα μανιφέστα-σεντονιάδες, | τα παγίως φλύαρα, τα μηχανικώς αναπαράγοντα τον ανεπίδοτο πια ξύλινο «αριστερό λόγο». | Ακόμα και κάτω από τις «Ομπρέλες» βρέχει πλήξη. |
«Η κυβέρνηση να μην διανοηθεί να σταματήσει την οικονομική υποστήριξη σε όσους το έχουν ανάγκη» | διέταξε το Βαρουφάκειον. | «Να μην διανοηθεί» επίσης, σύμφωνα με τα ελληνικά του, «και να προβεί άμεσα στα απολύτως απαραίτητα “κουρέματα” των συσσωρευμένων φόρων και εισφορών». | Αντιλαμβανόμαστε μάλλον ότι εδώ το αντίθετο ήθελε να πει, αλλά πάρ’ το Γιανιό και κούρευ’ το. | Σημασία έχει το ύφος: «Να μην διανοηθεί» καν η κυβέρνηση. | Το Βαρουφάκειον είπε και λάλησε. | Ή αντιστρόφως. |
Οχι μόνο δεν φορούσαν μάσκα, αλλά είχαν και τα πόδια πάνω στο απέναντι κάθισμα. | Συνηθισμένο θέαμα στο μετρό, νεαροί και νεαρές, η αγωγή των καιρών. | Η Βέρα Ζαβιτσιάνου μου διηγήθηκε κάποτε, | μέσα δεκαετίας του ’80, όταν η χυδαιότητα άρχιζε να απλώνεται πια σαν ψώρα στην κοινωνία μας, | κάτι που της συνέβη στη δραματική σχολή του Εθνικού όπου δίδασκε. | «Μπήκα στην αίθουσα, όλοι συνέχισαν όπως πάντα να μιλάνε δυνατά μεταξύ τους, κι ένας μάλιστα στην πρώτη σειρά είχε βάλει τα πόδια του πάνω σε μια καρέκλα, καφενείο κανονικό. | “Κοιτάξτε”, τους είπα. “Δεν έχω την απαίτηση να σηκώνεστε όταν μπαίνει ο δάσκαλος μέσα, όπως κάναμε εμείς κάποτε. | Αλλά όχι κι έτσι” είπα κι έδειξα τον αραχτό σε δυο καρέκλες. | Εκείνος ταράχτηκε, μάζεψε αμέσως τα πόδια του και μου είπε: | “Συγγνώμη κυρία Ζαβιτσιάνου, δεν το ήξερα ότι είναι αγενές αυτό”. | Και ήταν ειλικρινής. | Το παιδί δεν ήταν ανάγωγο με την έννοια της αναίδειας και της θρασύτητας, απλώς δεν είχε αγωγή | – ούτε από το σπίτι ούτε από το σχολείο». | Αυτή τη διήγηση της αείμνηστης πρωταγωνίστριας δεν τη θυμήθηκα όταν πληροφορήθηκα το περιστατικό στο μετρό – ο επίμονος ξυλοδαρμός επισκίαζε κάθε τι άλλο· | τη θυμήθηκα όταν άκουσα στο ραδιόφωνο τη μάνα των δύο φερέλπιδων εφήβων να λέει | «…του ρίξανε ένα μπουκέτο στο πρόσωπο…». | Εννοούσε το γρονθοκόπημα, πριν από την άγρια κλωτσοπατινάδα. | Κάθε φυτό και τα άνθη του | – σε μπουκέτο μάλιστα. |
Χαιρετίζω την απόφαση του υπουργείου Πολιτισμού να αναστηλώσει το πατρικό του Νίκου Γκάτσου στην Ασέα Αρκαδίας. | Ο Γκάτσος είναι η σημαντικότερη μορφή μέσα σε μια σπουδαία ομάδα συγκαιρινών του ποιητών-στιχουργών που δημιούργησαν μαζί με μια εξίσου σπουδαία ομάδα συνθετών το έκλαμπρο ελληνικό τραγούδι της δεύτερης πεντηκονταετίας του 20ού αιώνα. | Τώρα, που η αλαλία και το άμουσο έχουν αλώσει πια το τραγούδι μας, προβάλλει φάρος το έργο που μας άφησαν. | Θα λάμψει πάλι κάποτε. |
Αργησε, αλλά ήρθε και στα καθ’ ημάς το «Μe too». | Δεν άργησαν όμως να φανούν κι εδώ, μαζί με τα δίκαια, κι όλα τα κουφά κάθε συρμού. | Τι να γίνει, θα υποστούμε και σούργελα προσπαθώντας να αντιμετωπίσουμε μια βαθιά κοινωνική πληγή. | Αλλά τουλάχιστον οι πολιτικοί και οι πάσης φύσεως οφικιούχοι, | μαζί και οι οψίμως «αγανακτούντες» δημοσιογράφοι, | ας μετριάσουν τα δοξαστικά καλέσματα | – «Πείτε τα, αποκαλύψτε τα, είμαστε στο πλευρό σας!» | Διότι άλλο όταν κάνει καταγγελία ολυμπιονίκης και/ή εγνωσμένης σοβαρότητας πρόσωπο, | και άλλο πωλήτρια καταστήματος ή μια νέα δημοσιογράφος, ας πούμε… | Αν τολμήσει «κοινή θνητή» να καταγγείλει τι υφίσταται από το «αφεντικό» της, πώς θα το αποδείξει; | Κι όταν αύριο την πετάξουν στο δρόμο, εσείς πού θα βόσκετε; | Εκεί που βόσκετε χρόνια τώρα. | Κι ας βούιζε ο κόσμος…