Θα συμφωνήσουμε ότι ο κ. Θοδωρής Δρίτσας δεν εκφράζει όλον τον ΣΥΡΙΖΑ, παρά μόνον το αρχαϊκό –αλλά κυρίαρχο οργανωτικώς και πολιτικώς– κομμάτι του. Το πρόβλημα, όμως, είναι πως η σύγχυση περί δημοκρατίας και τρομοκρατίας δεν περιορίζεται στο 3%, αλλά επεκτείνεται στις εφεδρείες του. Ο κ. Νίκος Μπίστης, για παράδειγμα, έγραψε ανοιχτή επιστολή στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας λέγοντας ότι «τώρα είναι η στιγμή, κυρία Σακελλαροπούλου. Καταλαβαίνω τη δυσκολία σας, αλλά δεν είστε πλέον πρόεδρος του Συμβουλίου Επικρατείας, δεν είστε απλώς επιλογή της κυβέρνησης αλλά Πρόεδρος όλων των Ελλήνων» (fb, 1.3.2021).
«Από την πρώτη στιγμή», γράφει για την απεργία πείνας του κ. Δημήτρη Κουφοντίνα, «παρότι νομικός, αρνήθηκα να μπω στη νομική πλευρά της υπόθεσης και τις παράπλευρες διαστάσεις της. (…) Το θέμα είναι καθαρά πολιτικό, πολιτική θα είναι η απόφαση και ακολούθως θα βρεθεί η νομική επένδυση. Πάντα βρίσκεται σε αυτές τις περιπτώσεις και το γνωρίζετε αυτό καλύτερα από όλους. Οποια απόφαση και αν πάρετε, είτε σιωπήσετε είτε παρέμβετε, κάποιους θα δυσαρεστήσετε. Την τελική όμως αξιολόγηση θα την κάνει η Ιστορία όταν θα κατακαθίσει ο κουρνιαχτός. Και η Ιστορία θα σας πιστώσει ότι δεν επιλέξατε απλώς να “προεδρεύετε”, να βγάζετε χρήσιμες επετειακές ανακοινώσεις και φωτογραφίες, αλλά σε μια δύσκολη στιγμή πήρατε μια αναγκαία πρωτοβουλία με γνώμονα τα συμφέροντα του τόπου».
Αχ, αυτή η Ιστορία με τις τελεολογίες της, πόση θολούρα επιτρέπει. Αυτό το οποίο ο κ. Μπίστης παρουσιάζει ως δεδομένο, δηλαδή «τα συμφέροντα του τόπου», που έστω αντισυνταγματικώς οφείλει να υπηρετήσει η κ. Σακελλαροπούλου, δεν τα ορίζει ο ίδιος, ούτε η Πρόεδρος, ούτε καν η Ιστορία.
Αν ήταν ορισμένα και προδιαγεγραμμένα δεν θα χρειαζόταν η πολιτική. Θα αρκούσε ένας καλός «πατερούλης» ή, στην περίπτωσή μας, «μητερούλα», ή κι ένας υπολογιστής για να βγάλει σε πέρας το «προτσές».
Στη Δημοκρατία, για την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζει μιαν ανυπόκριτη άγνοια, «τα συμφέροντα του τόπου» ορίζονται μέσα από την πολιτική διαμάχη. Σε αυτήν ο/η Πρόεδρος είναι θεσμικός εγγυητής. Απλώς «προεδρεύει» όπως σαρκάζει ο κ. Μπίστης. Δεν παρεμβαίνει· όχι επειδή το λέει το Σύνταγμα, αλλά διότι το απαγορεύει η ουσία της Δημοκρατίας.
Να το πούμε αλλιώς. Ο κ. Μπίστης πιστεύει ότι το συμφέρον για τον τόπο είναι να κυβερνάει ο ΣΥΡΙΖΑ. Γι’ αυτό εντάχθηκε σε αυτόν και μπράβο του. Επομένως, κάθε τέσσερα χρόνια, ο/η Πρόεδρος της Δημοκρατίας που «σε μια δύσκολη στιγμή πήρ[ε] μια αναγκαία πρωτοβουλία με γνώμονα τα συμφέροντα του τόπου» μπορεί να πάει το «προτσές» ακόμη παραπέρα: να δίνει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης μόνο στο κόμμα που ο κ. Μπίστης θεωρεί ότι «υπηρετεί τα συμφέροντα του τόπου». Γιατί όχι; Αυτό δεν γινόταν επί 70 χρόνια στην ΕΣΣΔ;