«Άνοιγμα της αγοράς στις 22 Μαρτίου μελετά η κυβέρνηση» έγραφε ο τίτλος της Καθημερινής. «Το βασικό μας σενάριο είναι ότι από τη μεθεπόμενη εβδομάδα θα αρχίσει να λειτουργεί με μια κανονικότητα η οικονομία», δήλωνε ο υπουργός Οικονομικών. Ήταν 8 Μαρτίου, μια ημέρα με 1.200 κρούσματα και 39 νεκρούς. Μόλις δώδεκα ημέρες πριν. Την επόμενη, τα κρούσματα εκτινάχθηκαν στα 3.200. Τη μεθεπόμενη εβδομάδα, τώρα δηλαδή, που επρόκειτο «να αρχίσει να λειτουργεί με κανονικότητα η οικονομία», δεν λειτουργεί τίποτε με καμία κανονικότητα. Τα κρούσματα είναι ακόμα πάνω από τρεις χιλιάδες νέα την ημέρα, οι νεκροί είναι περισσότεροι και οι διασωληνωμένοι στις ΜΕΘ είναι περισσότεροι από ποτέ στη διάρκεια ολόκληρη της πανδημίας.
Και το ερώτημα προκύπτει αβίαστα: πώς είναι δυνατό ο σχεδιασμός και οι ανακοινώσεις να είναι τόσο εκτός τόπου και χρόνου; Δεν πρόκειται για μια μικρή απόκλιση από τα σχέδια, για μια μικρή αστοχία των σεναρίων. Ήταν δηλώσεις εκτός πραγματικότητας. Τα σενάρια που οδηγούσαν σε τέτοιες δηλώσεις προφανώς δεν μπορούσαν να προβλέψουν όχι τι θα γίνει τη μεθεπόμενη εβδομάδα, αλλά τι θα γίνει αύριο. Και δεν είναι η πρώτη φορά, προφανώς. Πώς γίνεται αυτό να συμβαίνει ξανά και ξανά από την αρχή της πανδημίας;
Φυσικά δεν έχουμε μόνο εμείς αυτό το πρόβλημα. Το Παρίσι προχτές ξαναμπήκε σε σκληρό λοκντάουν. Στη Σερβία, που έχουν εμβολιάσει υπερδιπλάσιους από ό,τι εμείς (κυρίως με Κινέζικα εμβόλια) ξανακλείνουν τα πάντα γιατί τα ημερήσια κρούσματα ξεπέρασαν τα 5.000. Σε πάρα πολλές χώρες του κόσμου οι ειδικοί μοιάζουν διαχρονικά ανήμποροι να παρακολουθήσουν αποτελεσματικά το φαινόμενο, να σχεδιάσουν ρεαλιστικά μοντέλα για την εξέλιξή του και να προτείνουν μέτρα που να λειτουργούν.
Γιατί είναι προφανές. Τα μέτρα δεν λειτουργούν. Εμείς εδώ είμαστε πεντέμιση μήνες σε «λόκνταουν», και ο ιός συνεχίζει να μολύνει χιλιάδες ανθρώπους κάθε μέρα. Το πρόβλημα -ή, έστω, μέρος του προβλήματος, κατά τη γνώμη μου- έχει να κάνει με τα δεδομένα. Με το τι στοιχεία συγκεντρώνουμε για την πανδημία στις κοινωνίες μας, το πώς τα επεξεργαζόμαστε, τι “ερωτήσεις” τους κάνουμε και πώς αξιοποιούμε τις απαντήσεις που μας δίνουν.
Ποιοι ήταν οι χιλιάδες πολίτες που βγήκαν θετικοί στο τεστ τους εχτές; Πού κόλλησαν αυτοί; Τι δραστηριότητες είχαν κάνει τις προηγούμενες ημέρες; Με ποιους άλλους ανθρώπους είχαν έρθει σε επαφή και σε τι περιβάλλον; Δεν θα χρειαζόταν να έχουν πλήρεις απαντήσεις για όλα αυτά από όλους αυτούς οι ειδικοί. Αν όμως είχαν από αρκετούς, και μάζευαν τέτοια δεδομένα σε βάθος χρόνου, θα είχαν αποκτήσει μια καλύτερη εικόνα για το πώς προχωρά το φαινόμενο και πώς προκύπτουν τόσες χιλιάδες νέα κρούσματα κάθε μέρα. Γιατί, κοιτάζοντας τα διαρκή αποτυχημένα μέτρα, κάποιος θα συμπέραινε ότι μάλλον έχουμε χάσει εντελώς τον έλεγχο του φαινομένου, ότι δεν έχουμε ιδέα.
Μετά από πολλαπλές έρευνες που έχουν καταλήξει σε παρόμοια συμπεράσματα σε διάφορα μέρη του κόσμου, ξέρουμε πλέον ότι περίπου το 10% των ανθρώπων με Covid ευθύνονται για το 70% των κρουσμάτων. Οι περισσότεροι φορείς του ιού δεν κολλάνε κανέναν απολύτως, αλλά λίγοι κολλάνε πάρα πολλούς. Η πανδημία πυροδοτείται κυρίως από τις υπερμεταδόσεις, συμβάντα κατά τα οποία ένας ή κάποιοι φορείς μεταφέρουν τον ιό σε δεκάδες ή και εκατοντάδες άλλους. Αυτό το συμπέρασμα έχει προκύψει από μελέτες σε άλλες χώρες που συλλέγουν στοιχεία από όσο το δυνατό περισσότερα κρούσματα μπορούν και μετά αναλύουν τα πλούσια ευρήματα. Αυτό είναι πολύ χρήσιμο, γιατί έχει οδηγήσει σε κάποια πολύτιμα για τη δημόσια υγεία συμπεράσματα, όπως το ότι πλέον ξέρουμε ότι ο ιός μεταδίδεται σχεδόν αποκλειστικά από τον αέρα και σχεδόν αποκλειστικά σε κλειστούς χώρους με ανεπαρκή εξαερισμό.
Θα σας δώσω εδώ ένα παράδειγμα που δείχνει και τη σημασία της καταγραφής δεδομένων.
Κάποιοι κάθισαν και κατέγραψαν σε μια βάση δεδομένων 2.040 περιστατικά υπερμετάδοσης του ιού, επιβεβαιωμένα και ιχνηλατημένα, από όλο τον κόσμο. Πρόκειται για συγκεκριμένα συμβάντα τα οποία οδήγησαν στη διασπορά του ιού σε τουλάχιστον δέκα νέα κρούσματα το καθένα. Ένα πάρτι στο μπαρ “Bucket List” στη παραλία Μπόνταϊ στο Σίδνεϋ της Αυστραλίας στις 15 Μαρτίου του 2020, για παράδειγμα, που οδήγησε σε 20 κρούσματα. Η πρόβα μιας χορωδίας στην Αυστρία στις 23 Οκτωβρίου, στην οποία κόλλησε ένα μέλος, το οποίο στη συνέχεια κόλλησε 28 άλλους στο γηροκομείο όπου ζούσε. Ένας γάμος στη Μπαΐα της Βραζιλίας στις 7 Μαρτίου, όπου κόλλησαν 60 άτομα. Ένα μάθημα σπίνινγκ σε γυμναστήριο στην Άλμπερτα του Καναδά την 1η Οκτωβρίου, από όπου κόλλησαν συνολικά 80 άτομα. Πάρα πολλά συμβάντα σε νοσοκομεία, μονάδες επεξεργασίας κρέατος και γηροκομεία. Πολλά συμβάντα σε γάμους, πάρτι, μπαρ, κλαμπ, εστιατόρια, γραφεία και πολλά συμβάντα και σε σπίτια (κυρίως πάρτι και δείπνα), αλλά κάμποσα και σε μαγαζιά και εμπορικά κέντρα. Λιγότερα σε αεροπλάνα και λεωφορεία (αλλά μόνο σε υπεραστικά). Είναι μια λίστα εξαντλητική αλλά, βέβαια, όχι πλήρης, καθότι δεν καταγράφει όλα τα συμβάντα υπερμετάδοσης στον κόσμο. Είναι, όμως, ενδεικτική και χρήσιμη γιατί αναδεικνύει προφανή συμπεράσματα για το ποιες δραστηριότητες είναι πιο επικίνδυνες. Και έχει ενδιαφέρον και για έναν άλλο λόγο: επειδή από όλα τα συμβάντα που καταγράφει, μόνο ένα είναι καταγεγραμμένο ως κάτι που συνέβη αποκλειστικά σε υπαίθριο, εξωτερικό χώρο (σε μια εταιρεία διαμόρφωσης τοπίου στο Κολοράντο -οι υπεύθυνοι δεν απάντησαν ακόμα σε ερώτημά μου για το τι ακριβώς συνέβη εκεί στις 2 Ιουλίου και κόλλησαν 11 άνθρωποι). Ένα στα πάνω από δύο χιλιάδες.
Πράγμα που, βεβαίως, μοιάζει απίστευτο. Πώς είναι δυνατό να μην υπάρχουν συμβάντα υπερμετάδοσης σε εξωτερικούς χώρους; Αφού έχουμε συνηθίσει να προβάλλονται εικόνες πολυκοσμίας σε πάρκα, παραλίες και αλλού ως παραδείγματα ακραία επικίνδυνης και αντικοινωνικής συμπεριφοράς.
Κι όμως, κάποια από τα γεγονότα που έχουν καταγραφεί στο θυμικό μας πια ως επικίνδυνα, εκ των υστέρων αποδείχτηκε ότι δεν ήταν. Μια διαδήλωση για την ημέρα της γυναίκας το 2020 στη Μαδρίτη, για παράδειγμα, συνδέθηκε με περίπου 500 κρούσματα. Πλέον θεωρείται σχεδόν σίγουρο, ωστόσο, ότι η διασπορά στην πραγματικότητα συνέβη στα εστιατόρια και τα μπαρ όπου συγκεντρώθηκαν οι διαδηλωτές πριν και μετά την πορεία, χωρίς μάσκες, φυσικά, και χωρίς αποστάσεις -μιλάμε για τις 8 Μαρτίου του 2020, άλλη εποχή. Το ίδιο φαίνεται να ισχύει και σε όλα τα άλλα συμβάντα όπου υπήρξε υπερμετάδοση σχετική με εκδηλώσεις σε εξωτερικούς χώρους, όπως το Ατάλαντα – Βαλένθια του Champions League, ή η γιορτή για την επιλογή της Κιμ Κόνι Μπαρετ στο Ανώτατο Δικαστήριο το Σεπτέμβριο στο Λευκό Οίκο, όπου κόλλησαν τουλάχιστον 11 άνθρωποι. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις οι άνθρωποι που συμμετείχαν είχαν βρεθεί μαζί και χωρίς καμία προστασία και σε εσωτερικούς χώρους.
Υπάρχουν, βεβαίως, και έρευνες που συνδέουν αύξηση των κρουσμάτων σε κάποιες περιοχές στις οποίες είχαν γίνει διαδηλώσεις ή πορείες, με τη συμμετοχή των ατόμων στις διαδηλώσεις και τις πορείες. Το πρόβλημα με αυτές τις έρευνες είναι ότι, αντίθετα με τα χιλιάδες συμβάντα της λίστας που αναφέραμε, δεν συνδέουν τα γεγονότα με τα κρούσματα απευθείας, μετά από ιχνηλάτηση δηλαδή, αλλά έμμεσα, χρησιμοποιώντας στατιστικά δεδομένα. Σε μία τέτοια έρευνα, στην οποία καταγράφηκε η επίπτωση των διαδηλώσεων του κινήματος Black Lives Matter στην αύξηση των κρουσμάτων σε οκτώ πόλεις των ΗΠΑ, βρέθηκε με αυτό τον τρόπο ότι υπήρχε επίπτωση στις έξι από αυτές. Αλλά στις άλλες δύο δεν βρέθηκε καμία επίπτωση. Και μια άλλη μελέτη, άλλων ερευνητών βρήκε το ανάποδο αποτέλεσμα. Στην άλλη έρευνα , που μελέτησε την αύξηση των κρουσμάτων στις πόλεις από τις οποίες προέρχονταν οι διαδηλωτές σε διαδηλώσεις κατά των περιοριστικών μέτρων στη Γερμανία, διαπίστωσαν επίσης σημαντική αύξηση. Και εδώ, ωστόσο, δεν είναι σίγουρο ότι η αύξηση οφείλεται στις ίδιες τις διαδηλώσεις, ή στη διασπορά του ιού σε λεωφορεία, σπίτια ή άλλα κλειστά μέρη στα οποία συγκεντρώθηκαν οι διαδηλωτές, οι οποίοι, αξίζει να αναφέρουμε, ήταν όλοι από αυτούς που αποκαλούμε “ψεκασμένους”, οπότε δεν τηρούσαν κανένα μέτρο προστασίας.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Πού να ξέρω εγώ. Σίγουρα δεν σημαίνουν ότι ο ιός “δεν κολλάει” σε εξωτερικούς χώρους, αλλά μπορεί να σημαίνουν πως η μετάδοση στον εξωτερικό αέρα είναι πάρα πολύ σπάνια, και έτσι οι συγκεντρώσεις ανθρώπων σε πάρκα και παραλίες ενδέχεται να μην έχουν καμία αρνητική επίπτωση στην πανδημία. Ίσως να σημαίνουν ότι άλλα μέτρα που, ίσα ίσα, να ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να βγαίνουν και να πηγαίνουν βόλτες σε όποιον εξωτερικό χώρο θέλουν να είναι πιο αποδοτικά από περιττές απαγορεύσεις που τους ενθαρρύνουν να μένουν (ή και να συναντιούνται) στα σπίτια τους. Είναι, φυσικά, δουλειά των ειδικών να βλέπουν τα δεδομένα και να τα ερμηνεύουν. Το πρόβλημα ενδέχεται να είναι ότι δεν έχουμε δώσει όση έμφαση θα έπρεπε για να συλλέξουμε και να αναλύσουμε αρκετά τέτοια πολύτιμα δεδομένα, που θα μας εξηγήσουν τους μηχανισμούς με τους οποίους ο κορωνοϊός αλωνίζει στην κοινωνία μας. Στη λίστα με τα 2.040 συμβάντα υπερμετάδοσης που σας ανάφερα πριν, φανταστείτε, δεν υπάρχει ούτε ένα ελληνικό.