Υπάρχουν δύο αναγνώσεις στην έρευνα της Pulse για τους ανεμβολίαστους, όπως παρουσιάστηκε στον ΣΚΑΪ (7.7.2021). Η μισοάδεια δείχνει έναν σκληρό πυρήνα αντιεμβολιαστών (8%) που δηλώνουν ότι δεν θα εμβολιαστούν «ο κόσμος να χαλάσει», συν κάποιους πιο διαλλακτικούς (5%) που απαντούν ότι «μάλλον όχι». Σύνολο 13%. Υπάρχει και μια δεύτερη, μισογεμάτη, αν τη συγκρίνουμε με τις απαντήσεις του περασμένου Νοεμβρίου: ο σκληρός πυρήνας ήταν διπλάσιος (16%) και ο πιο μαλακός σχεδόν τριπλάσιος (14%). Σύνολο 30%.
Το 13% δεν είναι αμελητέο. Ανάγεται σε περίπου ένα εκατ. ανθρώπους, που αν νοσήσουν δεν θα φτάνουν οι εντατικές ολόκληρης της Ευρώπης. Αλλά σίγουρα είναι καλύτερο από το 30% του Νοεμβρίου, τότε που είχε φουντώσει η συζήτηση για τις ελάχιστες παρενέργειες, οι οποίες επειδή ακριβώς ήταν σπάνιες καλύπτονταν εκτενώς από τα ΜΜΕ. Ισχύει πάντα η δημοσιογραφική αρχή ότι: είδηση δεν είναι αν σκύλος δαγκώσει άνθρωπο (αυτό είναι τα ευεργετήματα του εμβολίου), αλλά αν άνθρωπος δαγκώσει σκύλο (αυτό είναι οι παρενέργειες). Η μιντιακή παιδεία όμως είναι ελλιπής, με αποτέλεσμα να νομίζουν πολλοί ότι είναι ο κανόνας τα γεγονότα που καλύπτονται εκτενώς, ακριβώς επειδή είναι σπάνια.
Από τη σύγκριση των ποσοστών μπορούμε να βγάλουμε κάποια συμπεράσματα. Το πρώτο είναι πως η επικοινωνιακή καμπάνια αποδίδει. Δεν αναφερόμαστε μόνο στην επίσημη του κράτους, αλλά φορείς, γιατροί, ΜΜΕ, ακόμη και ιεράρχες εξηγούν στον κόσμο ότι πρέπει να εμβολιαστεί. Δεύτερον, το 78% (όσων έχουν εμβολιαστεί ή δηλώνουν ότι μάλλον και σίγουρα θα το κάνουν) σε σύγκριση με το 13% των αρνητών δεν συνιστά «διχασμό». Εχουμε να κάνουμε με μια μειοψηφία λόγω άγνοιας ή δογματικής τύφλωσης. Τρίτον: κίνημα Αγανακτισμένων δεν μπορεί να υπάρξει και αν κάποιοι γραφικοί μαζευτούν σε πλατείες θα προκαλέσουν γέλωτα.
Την περίοδο 2010-2015 η κοινωνία πραγματικά διχάστηκε, με τους Αγανακτισμένους να αποτελούν την πλειοψηφία. Αυτό φάνηκε στο δημοψήφισμα: 61% όχι, 39% ναι. Το μόνο κοινό στοιχείο των Αγανακτισμένων με τους αντιεμβολιαστές είναι η παρανοϊκή άρνηση της πραγματικότητας. Από εκεί και πέρα αρχίζουν οι διαφορές. Οσοι συγκεντρώθηκαν στο Σύνταγμα τον Μάιο του 2011 είχαν ένα ολόκληρο σύστημα να προπαγανδίζει τις απόψεις τους. Από τον Σαμαρά των Ζαππείων μέχρι τη Χρυσή Αυγή και από τον Χρήστο Παπουτσή του ΠΑΣΟΚ μέχρι τον Τσίπρα και τους αναρχικούς. Είχε απομείνει ένα ελάχιστο μέρος του ΠΑΣΟΚ να ψιθυρίζει ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος για την οικονομική πανδημία.
Μετά υπήρχαν οι δημοσιογράφοι. Στη μοναδική ποσοτική έρευνα που έγινε (Στ. Πουλακιδάκος, «Προπαγάνδα και δημόσιος λόγος: Η παρουσίαση του μνημονίου από τα ελληνικά ΜΜΕ») οι δημοσιογράφοι εμφανίστηκαν πιο αντιμνημονιακοί από τους πολιτικούς: «Οι αναφορές των πολιτικών “μοιράζονται” σχεδόν ανάμεσα στις θετικές και τις αρνητικές συνέπειες του μνημονίου (47% και 53% αντίστοιχα), ενώ οι δημοσιογράφοι επιμένουν σημαντικά περισσότερο στις αρνητικές συνέπειες του μηχανισμού στήριξης (73,8%)». Μόνο το 44,9% από τις δηλώσεις των πολιτικών δημιουργεί κλίμα αδιεξόδου-φόβου, ενώ των δημοσιογράφων 70,6%. «Η γενικότερη λογική της δημόσιας περί του μνημονίου συζήτησης υπήρξε εγγενώς αντιμνημονιακή, γεγονός που οφείλεται πρωτίστως στην ατζέντα που διαμόρφωσαν τα ίδια τα Μέσα…».