Οταν διάβασα ότι μία από τις τελευταίες του επιθυμίες ήταν να πεθάνει «σαν κομμουνιστής», αναρωτήθηκα τι ακριβώς σημαίνει αυτό. Σε τι διαφέρει ο θάνατος ενός κομμουνιστή από τον θάνατο των κοινών θνητών; Υπέθεσα, ευλόγως νομίζω, ότι ζητούσε πολιτική κηδεία. Ευτυχώς, έπεσα έξω. Τον αποχαιρετίσαμε στη Μητρόπολη με αρχιερατικό τρισάγιο. Και περίμενα να ακούσω το «Μετά πνευμάτων δικαίων τετελειωμένων», που με συγκινεί, όχι μόνον τώρα που μεγάλωσα. Με συγκίνησε και η ομιλία της Προέδρου της Δημοκρατίας. Τι να πεις που δεν έχει ήδη ειπωθεί; Ομως το αίσθημα ξεχειλίζει από τις λέξεις, που τις έχουμε καταντήσει να ακούγονται κοινότοπες. Ηταν το σπάσιμο της φωνής της στο τέλος, αναπάντεχο είν’ η αλήθεια. Και ήταν και κάτι ακόμη. Η αναφορά της στο «έθνος». Εχουμε ξεσυνηθίσει τους επισήμους μας να αναφέρονται στο έθνος, το ελληνικό, στο βαθύ ουσιαστικό «εμείς» της ζωής μας. Δεν είναι ούτε η πολιτική, ούτε το κράτος, ούτε ο λαός. Το «Αξιον Εστί» αγγίζει την ευαισθησία του έθνους. Για τον στρατιωτικό χαιρετισμό του Σαββόπουλου, διάβασα πως έτσι τον χαιρετούσε πάντα όταν τον συναντούσε. «Κάπτεν, μάι κάπτεν» του έλεγε. Τον Χατζιδάκι τον είχε αποκαλέσει κάποτε «μεγάλο βεζίρη της ανατολικής μουσικής». Ο Θεοδωράκης έφυγε «ντυμένος μες στην πίστη του», σαν τον Μανουήλ τον Κομνηνό του Καβάφη. Περισσεύει εκείνο το «σεμνότατα» που κλείνει τον στίχο. Δεν ταιριάζει στον Θεοδωράκη. Ευτυχώς.
Μένει βέβαια εκείνο το «σαν κομμουνιστής». Την επιθυμία του προσπάθησε να την τιμήσει ο Δημήτρης Κουτσούμπας και όσοι κρατούσαν κόκκινες σημαίες ανάμεσα στο συγκεντρωμένο πλήθος έξω από τη Μητρόπολη. Δεν θα σχολιάσω το ύφος. Δεν το περίμενα διαφορετικό. Ενας ψυχαναλυτής θα είχε πολλά να πει αν καταμετρούσε την επανάληψη της λέξης «λαός» και «αγώνες». Θα πω μόνον ότι ο λόγος του ήταν μια απολογία του δικού του κομμουνισμού. Και όσο τον άκουγα σκεφτόμουν πόσο λίγη σχέση έχει ο δικός του κομμουνισμός με τον κομμουνισμό του Μίκη. Με βοήθησε κατά κάποιον τρόπο να καταλάβω ότι ο κομμουνισμός του Μίκη ήταν ένας κομμουνισμός ποιητική αδεία. Ο Θεοδωράκης ήταν ένας κομμουνιστής ποιητική αδεία. Ηταν η εμμονή που χωρίς αυτήν η δημιουργία αισθάνεται ορφανή, η θρυαλλίδα του αισθήματός του. Γι’ αυτό και ο κομμουνισμός του Μίκη δεν είχε σχέση με την πραγματικότητα του κομμουνισμού. Ηταν δική του εσωτερική υπόθεση.
Και όταν ζήτησε να πεθάνει σαν κομμουνιστής, απλώς ζήτησε με τον θάνατό του να δικαιώσει τον δρόμο της ζωής του. Ενας άνθρωπος που έχει συγκινηθεί από το «Πνευματικό Εμβατήριο» του Σικελιανού δεν έχει σχέση με το αποτροπαϊκό πρόσωπο του ολοκληρωτισμού. Θα μου πείτε, και ο Σικελιανός ήταν στο ΕΑΜ. Ποιητική αδεία και αυτός, όπως ο Μίκης.